
Καλοκαιρινή ένταση επικράτησε στις διαπραγματεύσεις για το εμπόριο, με αφετηρία τις 12 Ιουλίου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επανήλθε με νέες απειλές εναντίον της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μέχρι εκείνη την ημερομηνία, οι Βρυξέλλες προσδοκούσαν μια προκαταρκτική, πιο ευνοϊκή συμφωνία.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε απειλήσει με επιβαρύνσεις 30% στις εισαγωγές από την ΕΕ και το Μεξικό μετά την 1η Αυγούστου, έπειτα από εβδομάδες εντατικών επαφών. Η επιστολή προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επέφερε αναστάτωση, οδηγώντας τις διαπραγματεύσεις σχεδόν στο μηδέν. Στο πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου, η προσδοκία της ΕΕ περιοριζόταν σε επιβαρύνσεις κοντά στο 10%.
Η κίνηση αυτή επιβεβαίωσε την επάνοδο Τραμπ σε επιθετικό ύφος, όπως εκείνο του Απριλίου, όταν ανακοίνωσε σειρά μέτρων εναντίον βασικών εμπορικών εταίρων. Εκείνα τα μέτρα είχαν ανασταλεί προσωρινά για τρεις μήνες.
Ο πρόεδρος είχε διευκρινίσει ότι το ποσοστό 30% αφορά γενικό καθεστώς, διακριτό από στοχευμένες επιβαρύνσεις σε επιμέρους τομείς, όπως αυτές για τον χάλυβα (50%) και τα αυτοκίνητα (25%), οι οποίες παραμένουν σε ισχύ.
Αυτοκίνητα και αγροτικά προϊόντα
Τα οχήματα και τα γεωργικά αγαθά αποτέλεσαν βασικά πεδία αντιπαράθεσης. Η Ευρωπαϊκή Ενωση επεδίωκε ανώτατο όριο 10% για τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, ενώ ταυτόχρονα επιδίωκε να προστατεύσει τον τομέα των αυτοκινήτων από ενδεχόμενες υψηλότερες επιβαρύνσεις.
Αντιδράσεις και στρατηγικές
Η Κομισιόν διατήρησε τη στρατηγική των συνομιλιών, αλλά εντός της Ενωσης ενισχύθηκαν οι φωνές για αυστηρότερη στάση. Η Γαλλία ζήτησε ετοιμότητα για ισχυρά αντίμετρα, προτείνοντας την ενεργοποίηση του «Εργαλείου Κατά του Εξαναγκασμού» (ACI – Anti-Coercion Instrument). Το μέτρο αυτό υποστηρίχθηκε από αρκετά κράτη-μέλη, αν και κάποιες κυβερνήσεις πρότειναν πιο προσεκτική προσέγγιση ώστε να αποφευχθεί μετωπική ρήξη. Το ACI επιτρέπει την επιβολή στοχευμένων περιορισμών, όπως ειδικοί φόροι σε τεχνολογικές εταιρείες, περιορισμοί επενδύσεων ή αποκλεισμός από δημόσιες συμβάσεις. «Το μέσο αυτό προορίζεται για έκτακτες συνθήκες, και δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί», είχε δηλώσει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Η ΕΕ είχε επίσης εξετάσει δύο λίστες αντιμέτρων, η πρώτη ύψους 21 δισ. ευρώ και η δεύτερη 72 δισ., με στόχευση αμερικανικά προϊόντα.
Γερμανική παρέμβαση
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Λαρς Κλίνγκμπεϊλ, κάλεσε την ΕΕ να κινηθεί αποφασιστικά, εφόσον δεν υπάρξει δίκαιη συμφωνία με τις ΗΠΑ. Σε δηλώσεις του στη «Sueddeutsche Zeitung» τόνισε την ανάγκη για σοβαρές και ουσιαστικές συνομιλίες, αλλά και την ετοιμότητα για αντίδραση, εάν οι προσπάθειες αποτύχουν. Ο Κλίνγκμπαϊλ προειδοποίησε ότι τέτοιες επιβαρύνσεις δεν θα πλήξουν μόνο την Ευρώπη, αλλά και τις ίδιες τις ΗΠΑ.