Ο καταδικασμένος για παιδεραστία, Ashley Paul Griffith, θα έπρεπε να είχε συλληφθεί πολύ νωρίτερα, επισημαίνει η -516 σελίδων- έκθεση του Child Death Review Board του Κουίνσλαντ, η οποία καταγράφει «συγκλονιστικές αποτυχίες» του συστήματος για την ασφάλεια των παιδιών, επί σειρά ετών.
Ο πρώην εργαζόμενος σε βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, υπενθύμιζε το AAP, διέπραξε εκατοντάδες σεξουαλικά αδικήματα σε βάρος μικρών παιδιών για περισσότερο από δύο δεκαετίες, πριν τελικά αποκαλυφθούν οι αποτρόπαιες πράξεις του και καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη.
Σε σχέση με τον αποκαλούμενο ως «χειρότερο παιδεραστή» στην Ιστορία της Αυστραλίας, η έκθεση διαπίστωσε ότι είχαν εκδηλωθεί επανειλημμένα «προειδοποιητικά σημάδια» και ενδείξεις, αλλά δεν είχαν κοινοποιηθεί στις αρμόδιες Αρχές.
«Τα αδικήματα θα μπορούσαν — και θα έπρεπε — να είχαν εντοπιστεί και να είχαν αποτραπεί νωρίτερα», τονίζεται στην έκθεση με τίτλο «In Plain Sight» (Σε Κοινή Θέα).
«Καταγράφηκαν επαρκείς ανησυχίες που θα επέτρεπαν την έγκαιρη παρέμβαση… αντίθετα, οι πληροφορίες παρέμειναν απομονωμένες και τα προειδοποιητικά σημάδια δε συνδέθηκαν ποτέ πλήρως».
Η έρευνα, η οποία ζητήθηκε από την κυβέρνηση του Κουίνσλαντ, έθεσε κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την αναγνώριση, την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παιδικής κακοποίησης στην Πολιτεία, χρησιμοποιώντας τον Griffith ως μελέτη περίπτωσης (case study).
Βάσει των συμπερασμάτων προτείνεται αναθεώρηση του συστήματος.
Κατατέθηκαν 28 συστάσεις για τη βελτίωση των νόμων και των πολιτικών σε θέματα Προσχολικής Εκπαίδευσης, Αστυνομίας και του Συστήματος Blue Card (ο υποχρεωτικός έλεγχος καταλληλότητας για όσους εργάζονται ή εθελοντούν με παιδιά στο Κουίνσλαντ. Πρόκειται ουσιαστικά για το αντίστοιχο του Working with Children Check).
Γονείς, παιδιά και προσωπικό επανειλημμένα εξέφρασαν εύλογες ανησυχίες για τον Griffith, αλλά αυτός συνελήφθη μόνο όταν εντοπίστηκε να ανεβάζει ψηφιακές εικόνες, όπως αναφέρεται στην έκθεση.
«Το αποτέλεσμα είναι ότι οι κίνδυνοι εντοπίζονται συστηματικά, αλλά παραμένουν μη αντιμετωπίσιμοι, ενώ οι οικογένειες και τα θύματα-επιζώντες μένουν χωρίς αποζημίωση μέχρι να γίνει αναμφισβήτητη η καταστροφική βλάβη».
«Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν την ανάγκη για μια ισχυρότερη προσέγγιση σε επίπεδο συστήματος, που θα βασίζεται στην προληπτική ανίχνευση, τις συντονισμένες αντιδράσεις, τις επενδύσεις στην πρόληψη και τις διαρκείς διαδρομές ανάκαμψης».
Ο πρωθυπουργός του Κουίνσλαντ, David Crisafulli, δήλωσε ότι η έκθεση ήταν «οδυνηρή και ανησυχητική» και ζήτησε άμεση αντίδραση.
«Θα προκαλέσει ρίγη σε όλους τους γονείς του Κουίνσλαντ, αλλά είναι ένα κάλεσμα για δράση, και δράση είναι αυτό που θα κάνουμε», είπε.
«Κανένα σύστημα δεν θα είναι ποτέ άτρωτο, αλλά μπορούμε να πράξουμε πολύ καλύτερα».
Η κυβέρνηση του Κουίνσλαντ έχει ήδη επιβεβαιώσει ότι θα εισαγάγει ένα σύστημα αναφοράς συμπεριφοράς το 2026, μια σύσταση Βασιλικής Επιτροπής του 2017 για τις θεσμικές αντιδράσεις στην σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.
Το σύστημα θα απαιτεί από τους οργανισμούς να αναφέρουν και να διερευνούν καταγγελίες ή καταδίκες για κακοποίηση παιδιών ή ανάρμοστη συμπεριφορά των εργαζομένων και των εθελοντών τους.
«Εκφράζω την απόλυτη συμπάθεια και θλίψη μας και αναλογίζομαι ορισμένα από τα σχόλια του επιτρόπου», τόνισε ο κ. Crisafulli.
«Πρέπει να είναι η πιο οδυνηρή εμπειρία για κάθε οικογένεια και από την οδύνη τους θα έρθει η αλλαγή, και η αλλαγή πρέπει να έρθει στο Κουίνσλαντ».
Ο Griffith, υπενθύμιζε το AAP, διέπραξε περισσότερα από 300 αδικήματα/εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένης της συνεχιζόμενης σεξουαλικής κακοποίησης και της παραγωγής υλικού παιδικής εκμετάλλευσης, σε βάρος 65 θυμάτων ηλικίας από ενός έως εννέα ετών, ξεκινώντας το 2003, με «στόχο» του βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς.
Πέρυσι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, αλλά έχει ασκήσει έφεση κατά της ποινής.
Κατηγορείται επίσης ξεχωριστά για κακοποίηση πολλών παιδιών στη Νέα Νότια Ουαλία και στην Ιταλία.
Η έκθεση του Επιτρόπου για την Οικογένεια και τα Παιδιά του Κουίνσλαντ, Luke Twyford, περιελάμβανε και μια ανοιχτή επιστολή προς τα θύματα.
«Έχω κατανοήσει το βάθος της προδοσίας που έχετε υποστεί εσείς και οι οικογένειές σας: την εξαπάτηση, τη σιωπή, την αποτυχία των ανθρώπων και των συστημάτων που θα έπρεπε να σας προστατεύουν», έγραψε.
«Δεν μπορώ να αναιρέσω ό,τι έχει γίνει. Δεν μπορώ να απαλύνω τον πόνο, ούτε να γεμίσω τα κενά που άφησε η σπασμένη εμπιστοσύνη, οι σπασμένες σχέσεις ή οι χαμένες ελπίδες, αλλά μπορώ να πω ξεκάθαρα: σας πιστεύω».
Ο κ. Twyford ανέφερε στο μήνυμά του ότι μπορούσε να δει το τίμημα που πλήρωσαν όχι μόνο τα θύματα, αλλά και οι γονείς που έβαλαν την εμπιστοσύνη τους σε συστήματα που «τους απογοήτευσαν εντελώς».
«Αντ’ αυτού, αντιμετωπίσατε προδοσία και βλάβη».
«Δεσμεύομαι να επιδιώξω τις αλλαγές που απαιτούνται για να διασφαλίσω ότι κανένας γονέας ή παιδί δεν θα υποστεί ξανά αυτού του είδους τη βλάβη».
ΣΤΗ ΒΙΚΤΩΡΙΑ
Στο μεταξύ, η εφημερίδα The Age, έκανε λόγο για «προειδοποιητικά σημάδια που οι ρυθμιστικές Αρχές για την παιδική φροντίδα ενδέχεται να έχουν παραβλέψει στην υπόθεση Joshua Brown».
Την περασμένη εβδομάδα, υπενθυμίζεται, οι ντετέκτιβ της Ομάδας Σεξουαλικών Εγκλημάτων άσκησαν 83 επιπλέον κατηγορίες εναντίον του 27χρονου πρώην εργαζόμενου σε childcare centres, στο πλαίσιο της έρευνας τους για τις φερόμενες σεξουαλικές επιθέσεις σε παιδιά.
Ο Brown είχε ήδη κατηγορηθεί για περισσότερες από 70 σεξουαλικές παραβάσεις εναντίον οκτώ φερόμενων θυμάτων, σε childcare centres της Πολιτείας, ενώ ζητήθηκε από τους γονείς περισσότερων από 2.000 παιδιών να τα υποβάλουν σε εξετάσεις για μολυσματικές ασθένειες.
«Δεν έχουν εντοπιστεί νέα κέντρα παιδικής μέριμνας όπου είχε εργαστεί προηγουμένως ο Brown» ανέφερε το νέο αστυνομικό ανακοινωθέν, διευκρινίζοντας ότι: «Τα κέντρα παιδικής μέριμνας όπου είναι γνωστό ότι εργάστηκε ο Brown είναι 23 και αυτό δεν έχει αλλάξει από τις 16 Ιουλίου».
Οι νέες 83 κατηγορίες, επισήμαναν οι Αρχές, «αφορούν τέσσερα επιπλέον θύματα, καθώς και περαιτέρω κατηγορίες που απαγγέλθηκαν σε σχέση με τα αρχικά οκτώ θύματα και ορισμένα επιπλέον θέματα».
Η υπόθεσή του εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων και οι κατηγορίες εναντίον του δεν έχουν ακόμη κριθεί.
Η The Age επισήμανε ότι οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών παιδικής φροντίδας «που επιδιώκουν γρήγορα κέρδη δημιουργούν πολύπλοκα εταιρικά δίκτυα για να αποφύγουν τις ρυθμιστικές Αρχές και να μεταπωλούν κέντρα ‘σαν ακίνητα’», σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας κοινοβουλευτικής έρευνας στη Βικτώρια».
«Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποβλήθηκαν σε έντονη κριτική κατά τη διάρκεια των ακροάσεων τη Δευτέρα και δεν εξήγησαν γιατί δεν έλαβαν μέτρα νωρίτερα, παρά τις μακροχρόνιες προειδοποιήσεις ότι υποτιθέμενοι δράστες διεισδύουν στον τομέα της παιδικής φροντίδας εκμεταλλευόμενοι κενά στη νομοθεσία».
Ωστόσο, ο γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας, Tony Bates, δήλωσε ότι η αύξηση των «’αλυσίδων’ (πολλών κέντρων από μια εταιρεία) με κερδοσκοπικό χαρακτήρα στον τομέα αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει πλέον να αναζητήσει τους ‘κακόπιστους’ παρόχους μέσω ενός περίπλοκου δικτύου εταιρικών ονομάτων και δομών συμμετοχής, καθώς ‘ορισμένοι προσπάθησαν να αποφύγουν’ τα κυβερνητικά όρια».
Αυτό έκανε πιο δύσκολη τη ρύθμιση του τομέα, δήλωσε ο κ. Bates, καθώς οι αξιωματούχοι έψαξαν τα εταιρικά αρχεία για να εντοπίσουν ασαφείς ιδιοκτησίες, «και αυτό οδήγησε σε κάποια αύξηση του κινδύνου στον τομέα».
Η The Age έγραψε πάντως ότι «εσωτερικά έγγραφα που διέρρευσαν στην εφημερίδα … από τις δύο κύριες ‘αλυσίδες’ παιδικών σταθμών όπου εργαζόταν ο Brown … έδειξαν ότι οι καταγγελίες για θέματα ασφάλειας που έγιναν στα κέντρα όπου ο Brown κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση μωρών και νηπίων αγνοήθηκαν από την κυβέρνηση, ακόμη και όταν οι πάροχοι χρησιμοποίησαν πιεστικές τακτικές μάρκετινγκ για να αυξήσουν τις εγγραφές».
«Αυτό ήταν ένα σύμπτωμα αυτού που οι πάροχοι αποκαλούσαν ‘μαύρο κουτί’ της γραφειοκρατίας, όπου οι καταγγελίες για τους εργαζόμενους συχνά δεν κοινοποιούνταν σε αυτούς, ή ακόμη και μεταξύ των τμημάτων».
The post «Συγκλονιστικές αποτυχίες» του συστήματος για την ασφάλεια των παιδιών appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.