Μες στου Αιγαίου τα νερά…

Η νέα ΝΟΤΑΜ που εξέδωσε η Τουρκία και με την οποία δεσμεύει πέντε περιοχές στο Αιγαίο (από Βορρά έως Νότο) για ασκήσεις έρευνας, διάσωσης και προστασίας του περιβάλλοντος στα διεθνή ύδατα και που εμφανίζει (οπτικώς τουλάχιστον) να κόβει το Αιγαίο στη μέση δεν αντιπροσωπεύει κάτι το δραματικά νέο. Ειρηνικές δραστηριότητες θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Αποτυπώνει τις πάγιες τουρκικές θέσεις («Το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη»). Δείχνει παρά ταύτα τη βαθμιαία διολίσθηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε «αντιπαραθετική λογική» έξω από το γράμμα και πνεύμα της Διακήρυξης των Αθηνών. Η δραστηριότητα ωστόσο στα νερά του Αιγαίου με την έκδοση της ΝΟΤΑΜ και το επεισόδιο Κάσου-Καρπάθου επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι χωρίς την επίλυση των σκληρών προβλημάτων της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης θα επανέλθουμε σύντομα στη συγκρουσιακή ένταση σε γεωπολιτικό περιβάλλον απείρως δυσκολότερο από το παρελθόν.

Το σοβαρότερο επεισόδιο της Κάσου-Καρπάθου έχει ως αφετηρία/ πηγή μια συγκεκριμένη κατάσταση: ότι στην εν λόγω θαλάσσια περιοχή (όπως και συνολικά σε Αιγαίο και τμήμα της Αν. Μεσογείου) είτε δεν υπάρχει οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα) είτε υπάρχει μερική πλην όμως αμφισβητούμενη οριοθέτηση, όπως η παράνομη οριοθέτηση μεταξύ Τουρκίας – Λιβύης και η καθ’ όλα νόμιμη μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου που όμως αμφισβητείται από την Τουρκία. Υπάρχει δηλαδή ένα καθεστώς οιονεί «κανονιστικού ελλείμματος/ κενού» στην περιοχή για το οποίο η κάθε πλευρά (Ελλάδα, Τουρκία) προβάλλει είτε εντελώς έκνομες αξιώσεις ή δυνητικά νόμιμες θέσεις μεν πλην μη τυπικά κατοχυρωμένες, άνευ οριοθέτησης. Η Τουρκία λ.χ. προβάλλει τη Γαλάζια Πατρίδα – η οποία σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Αμυνας Χ. Ακάρ αποτελείται από «την υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, την ΑΟΖ, τις ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας», που όμως δεν υπάρχουν εφόσον δεν έχουν οριοθετηθεί σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) – έκνομη αξίωση. Η Ελλάδα αναφέρεται στα κυριαρχικά της δικαιώματα – που παραβιάζονται – τα οποία όμως δυνητικά μόνο υπάρχουν σε μη οριοθετημένες θαλάσσιες ζώνες.

Ποιο είναι το ορθολογικό συμπέρασμα που μπορεί να συναχθεί απ’ αυτή την ελλειμματική κατάσταση οριοθετήσεων; Νομίζω ότι προκύπτει αβίαστα: οι εμπλεκόμενες χώρες και κυρίως Ελλάδα και Τουρκία θα πρέπει να προχωρήσουν στη διαδικασία οριοθέτησης σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο (UNCLOS κ.λπ.) ώστε να ακυρωθεί το έλλειμμα/ κενό που υπάρχει στην περιοχή και τροφοδοτεί τις αμφισβητήσεις. Ή, με άλλα λόγια, η διαδικασία προσέγγισης μεταξύ των δύο χωρών που ξεκίνησε εδώ και μήνες και που περιορίζεται τώρα γύρω από τη θετική ατζέντα (οικονομικά θέματα, μετανάστευση κ.ά.) να περάσει επιτέλους στην αντιμετώπιση των σκληρών, πυρηνικών προβλημάτων της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Γιατί όσο καθυστερεί, τα επεισόδια τύπου Κάσου-Καρπάθου θα πολλαπλασιάζονται και η προσέγγιση θα καταλήξει «ένα πουκάμισο αδειανό» και τελικά θα τερματισθεί με πλήρη επιστροφή στο κακό παρελθόν. Βεβαίως οι πολλαπλές δυσκολίες για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο (και Αν. Μεσόγειο) είναι γνωστές. Αλλά «εάν υπάρχει η βούληση, υπάρχει και ο τρόπος». Και ο τρόπος που οι υπουργοί Εξωτερικών (Γεραπετρίτης, Φιντάν) διαχειρίστηκαν το επεισόδιο Κάσου-Καρπάθου πιστοποιεί ότι υπάρχουν και οι δυνατότητες αρκεί να μη σπαταληθεί ο χρόνος και κλείσει το παράθυρο ευκαιρίας.

Τώρα σε απανωτές αναλύσεις για το επεισόδιο Κάσου-Καρπάθου γίνεται σταθερά λόγος για «προσπάθεια υφαρπαγής ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων» από την Τουρκία, ή για προσπάθεια της τελευταίας να καταστεί «τοποτηρητής στην περιοχή». Πλην όμως δεν γίνεται καμιά αναφορά στην ανάγκη (επιτάχυνσης) μιας συμφωνημένης επίλυσης του δομικού προβλήματος για την ακύρωση του «κανονιστικού ελλείμματος» που υπάρχει στην περιοχή. Χωρίς τη συμφωνημένη επίλυση/οριοθέτηση (διαπραγμάτευση, ΔΔΧ) ο καθένας μπορεί να επιχειρηματολογεί ή να αυθαιρετεί. Μιλάμε για ανατροπή του status quo, ενός status quo που δεν υποστηρίζεται όμως στέρεα με τυπικές – νομικές ρυθμίσεις οριοθέτησης.

Τα νερά του Αιγαίου θα παραμείνουν ήρεμα μόνο με τη λύση των προβλημάτων. Σύντομα…

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ.