Από τον Μπάιντεν μέχρι τον Πούτιν, από τον Κινέζο πρόεδρο έως τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, οι πολιτικοί μιλούν ανοιχτά για τις «κόκκινες γραμμές» τους. Είναι αποτελεσματική η τακτική;
Τον Μάρτιο του 2024 ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προειδοποιούσε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να μην προχωρήσει σε χερσαία επιχείρηση μεγάλης κλίμακας στη Ράφα. «Δεν είναι δυνατόν να έχουμε άλλους 30.000 νεκρούς από την πλευρά των Παλαιστινίων» δήλωσε ο ένοικος του Λευκού Οίκου στο δίκτυο MSNBC. «Αυτή είναι μία κόκκινη γραμμή».
Τον Φεβρουάριο του 2023 ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ είχε απευθυνθεί στην Κίνα, λέγοντας ότι το Πεκίνο θα υπερέβαινε μία «κόκκινη γραμμή», εάν ενίσχυε με όπλα τη Μόσχα στον επιθετικό της πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας. Παρόμοια φρασεολογία χρησιμοποίησε όμως και ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν για την ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Για τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζιπίνγκ πάλι, ως «κόκκινη γραμμή» λογίζεται η διπλωματική αναγνώριση της Ταϊβάν.
Με παραστατικό τρόπο είχε οριοθετήσει μία «κόκκινη γραμμή» ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου τον Σεπτέμβριο του 2012, μιλώντας ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Αφού επέδειξε ένα δικό του σχεδιάγραμμα για την πορεία του προγράμματος, έβγαλε έναν μαρκαδόρο και σημείωσε το όριο που, όπως ανέφερε, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβεί το Ιράν.
«Καμπανάκι» για την παγκόσμια τάξη πραγμάτων
Ανάλυση της αμερικανικής δημοσιογραφικής ιστοσελίδας Smart Politics που χρονολογείται από το 2013 αναφέρει ότι πριν από τον Μπαράκ Ομπάμα μόλις δύο πρόεδροι στην ιστορία των ΗΠΑ είχαν μιλήσει ανοιχτά για «κόκκινες γραμμές» στην πολιτική τους. Αλλά μόνο ο Ομπάμα κατέφυγε σε αυτή την προειδοποίηση έντεκα φορές στη διάρκεια της θητείας του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η προειδοποίησή του προς τον Σύρο ηγέτη Μπασάρ Αλ Ασάντ να μην χρησιμοποιήσει χημικά όπλα εναντίον των εξεγερθέντων στη χώρα του.
Η Άννε Χόλπερ, ερευνήτρια στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Viadrina, θεωρεί ότι οι αυξανόμενες αναφορές σε «κόκκινες γραμμές» είναι μία απόδειξη ότι καταγράφονται όλο και περισσότερες τεκτονικές κινήσεις στους υφιστάμενους γεωπολιτικούς συσχετισμούς. Ιδιαίτερα για τις ηγετικές δυνάμεις, λέει η Χόλπερ, η επίκληση των «κόκκινων γραμμών» είναι ένας πρόσφορος τρόπος για να ξεκαθαρίσουν ότι «εδώ υπάρχει ένα όριο, το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, εάν θέλουμε να διατηρηθεί η σημερινή τάξη πραγμάτων».
Χρήση χημικών όπλων στη Συρία; Ατομική βόμβα στα χέρια της Τεχεράνης; Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία; Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις κλονίζεται εκ βάθρων η αποδεκτή τάξη πραγμάτων και όσοι θέλουν να τη συντηρήσουν «αισθάνονται αναγκασμένοι να στείλουν ένα όσο το δυνατόν πιο απειλητικό μήνυμα, για να μην τολμήσει ο παραλήπτης αυτού του μηνύματος να προχωρήσει στο επόμενο βήμα».
Οι «παράπλευρες συνέπειες»
Ρητορική αναδίπλωση από τον Τζο Μπάιντεν απέναντι στο ΙσραήλΕικόνα: Elizabeth Frantz/REUTERS
Μέρος της τακτικής αυτής αποτελεί και η απειλή με βαρύτατες συνέπειες, που όμως συχνά παραμένουν ασαφείς. Στόχος είναι η αποτροπή. Στην πραγματικότητα, υποστηρίζει η Άννε Χόλπερ, πρόκειται για μία «πολιτική μπλόφα», που επιφέρει μία διλημματική κατάσταση: «Κανείς δεν θέλει να καταφύγει σε βαριά αντίποινα, τα οποία όμως καθίστανται αναπόφευκτα εφόσον η άλλη πλευρά πράγματι υπερβεί κόκκινες γραμμές».
Πάντως, ο Τζο Μπάιντεν είχε αφήσει ανοιχτή την απάντηση στο ερώτημα, ποια θα ήταν η αντίδρασή του σε περίπτωση που το Ισραήλ παραβιάσει την «κόκκινη γραμμή», εξαπολύοντας επίθεση μεγάλης κλίμακας στη Ράφα. Λίγο αργότερα η Ουάσινγκτον ανέκρουσε πρύμναν, λέγοντας ότι η επέμβαση του Ισραήλ στη Ράφα μάλλον δεν συνιστά επιχείρηση μεγάλης κλίμακας.
Όπως εξηγεί η Άννε Χόλπερ, όταν κάποιος απειλεί με οδυνηρές συνέπειες, οι οποίες όμως τελικά δεν υλοποιούνται ή παραμένουν αμελητέες, «τότε υφίσταται και ο ίδιος μία απώλεια ισχύος και αξιοπιστίας, η οποία βαραίνει ακόμη περισσότερο από την υπέρβαση των ‘κόκκινων γραμμών’ καθαυτή». Αλλά τότε, γιατί όλο και περισσότεροι επιμένουν να χαράσσουν «κόκκινες γραμμές»; Διότι, επισημαίνει η Γερμανίδα ειδικός, στη σημερινή εποχή αλλάζουν ραγδαία οι συσχετισμοί δυνάμεων και δεν υπάρχει άλλο πρόσφορο μέσο για να δηλώσει κανείς ξεκάθαρα «Ως εδώ και μη παρέκει». Στα νέα δεδομένα περιλαμβάνονται η ενίσχυση της Ρωσίας, της Κίνας και ορισμένων χωρών του Παγκόσμιου Νότου.
Συν τοις άλλοις οι «κόκκινες γραμμές» προδίδουν μέχρι ποιο σημείο μπορεί να προχωρήσει η «άλλη πλευρά», χωρίς να απειλείται. Υποδηλώνουν ποια αντίμετρα προτίθεται να εφαρμόσει εκείνος που τις επικαλείται, αλλά και ποια όχι. Γι’ αυτό η Άννε Χόλπερ υπογραμμίζει ότι, από τη δική της οπτική γωνία, δεν είναι φρόνιμο να δημοσιοποιεί κανείς «κόκκινες γραμμές» ως μέτρο αποτροπής, γιατί εύκολα μπορεί να συρθεί σε μία κλιμάκωση, την οποία δεν επιθυμούσε.
Στο παράδειγμα της Ουκρανίας, επισημαίνει, «θα ήταν καλύτερα εάν όλοι οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ και της ΕΕ μιλούσαν πραγματικά με μία φωνή, έτσι ώστε να είναι ξεκάθαρο για την άλλη πλευρά: ‘ΟΚ, δεν μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε, δεν μπορούμε να τους διχάσουμε, ούτε μπορούμε να τους παρασύρουμε σε σπασμωδικές αντιδράσεις…».
Πηγή: DW/ Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου