Εκείνη τη νύχτα

Σαν σήμερα άρχισαν όλα. Διότι μπορεί μεν εκείνες οι σκληρές μέρες του καλοκαιριού του 2015 να έχουν ως ημερομηνιακό πρόσημο την 5η Ιουλίου αλλά, στην πραγματικότητα, η περιπέτεια ξεκίνησε εννέα ημέρες πριν, εκείνη τη νύχτα που ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα: «…Πριν από λίγο συγκάλεσα το υπουργικό συμβούλιο στο οποίο εισηγήθηκα τη διοργάνωση δημοψηφίσματος προκειμένου ο ελληνικός λαός κυρίαρχα να αποφασίσει […] Στον αυταρχισμό και στη σκληρή λιτότητα να απαντήσουμε με δημοκρατία, ψυχραιμία και αποφασιστικότητα. Και δεσμεύομαι προσωπικά ότι θα σεβαστώ το αποτέλεσμα της δημοκρατικής σας επιλογής όποιο κι αν είναι αυτό. Και είμαι απολύτως βέβαιος ότι η επιλογή σας θα τιμά την Ιστορία της πατρίδας μας και θα στείλει ένα μήνυμα αξιοπρέπειας σε ολόκληρο τον κόσμο…».

Το βράδυ της 27ης Ιουνίου είναι από εκείνες τις αναφορές που έχουν καταγραφεί στο συλλογικό μας θυμικό. «Εσύ πού ήσουν όταν ο Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα;». Εγώ λοιπόν ήμουν στο «Σχολείο» της Ειρήνης Παπά και παρακολουθούσα την τελευταία πρόβα, στην Αθήνα, των «Τρωάδων» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη και με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ρόλο της Εκάβης, που το επόμενο Σαββατοκύριακο θα άνοιγαν το Φεστιβάλ της Επιδαύρου. Ανάμεσα στους θεατές ήταν ένας συνάδελφος. Συζητούσαμε για τις δραματικές εξελίξεις στο Eurogroup, αναρωτιόμασταν πώς θα διαχειριζόταν την κατάσταση η ελληνική πλευρά, σκρολάραμε στα κινητά μας, τέλος πάντων όταν χαμήλωσαν τα φώτα κλείσαμε τα τηλέφωνα.

Το κείμενο του Ευριπίδη με παρέσυρε, ξεχάστηκα. Οταν ύστερα από δύο, σχεδόν, ώρες άνοιξα το τηλέφωνο, ο Τσίπρας είχε αναγγείλει ήδη το δημοψήφισμα. Κάτι τέτοιο κατάλαβα από κάποιους τίτλους ειδήσεων και αναρτήσεις που δεν είχα όμως την ψυχραιμία να τις διαβάσω μέχρι τέλους. Θυμάμαι πήρα τηλέφωνο τον Ηλία Κανέλλη να τον ρωτήσω, ήταν έξαλλος. Το είπα και στον συνάδελφο που ήταν εκεί, ο ίδιος δεν είχε ανοίξει ακόμη το κινητό του, μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί έφυγε τρέχοντας χωρίς καν να χαιρετήσει την παρέα του.

Στον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι είχαν αρχίσει ήδη να δημιουργούνται ουρές μπροστά στα ΑΤΜ. Στην αρχή δεν καταλάβαινα περί τίνος επρόκειτο. Σιγά – σιγά όμως άρχισα να συνειδητοποιώ τι έσερνε μαζί του αυτό το δημοψήφισμα. Ξανάκουσα την ανακοίνωσή του από τον τότε πρωθυπουργό, διαπίστωσα πόσο πονηρά έβαζε την αξιοπρέπεια στη μία πλευρά της ζυγαριάς και στην άλλη ένα, ουσιαστικά, τίποτα, μία φούσκα, μία αφηρημένη έννοια, ένα κενό νόημα που υπονοούσε αόριστα την υποταγή στο πρόβλημα που εμείς δημιουργήσαμε. Τόσο αόριστα όμως που, μοιραία, στο θυμικό μίας μερίδας κόσμου που τα τελευταία χρόνια είχε ξελαρυγγιαστεί ζητώντας, λέει, πίσω την αξιοπρέπειά του – ενώ αυτό που, στην πραγματικότητα ήθελε ήταν το «δανεικά κι αγύριστα» – η πλάστιγγα έγειρε στην πλευρά της αξιοπρέπειας.

Το μεγάλο μίσος

Την εβδομάδα που μεσολάβησε έως το δημοψήφισμα «πέρασαν μήνες πολλοί μέσα σε λίγες μέρες» για να παραφράσω τον ποιητή. Περίσσεψε το μίσος και η εχθροπάθεια από τη μεριά αυτών που υποστήριζαν το «Οχι». Βλέποντας πλέον τα πράγματα από την απόσταση των εννέα χρόνων, έχω την εντύπωση, ότι, αν δεν είχαμε καλομάθει τόσα χρόνια, θα παίρναμε τα όπλα, θα γινόταν πραγματικός εμφύλιος. Ο Βαρουφάκης ανακοίνωνε με ύφος σουμπρέτας το κλείσιμο των τραπεζών ενώ οι συνταξιούχοι λιποθυμούσαν μπροστά στα ΑΤΜ. Φιλίες χρόνων τινάχθηκαν στον αέρα, αδέλφια τσακώθηκαν (ξέρω δύο που δεν μιλάνε από τότε), έγιναν «προγραφές» δημοσιογράφων και δημοσίων προσώπων, πλακώθηκαν άνθρωποι «σώμα με σώμα» στο Διαδίκτυο, ο Καμμένος ανακοίνωσε ότι «ο στρατός εγγυάται την τάξη», το Grexit παραμόνευε, στο Σύνταγμα εν τω μεταξύ είχαν αρχίσει οι «άγριοι χοροί».

Και μετά ήρθε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και μετά το «Οχι» έγινε «Ναι» καθιερώνοντας, διεθνώς, την «kolotoumba» ως πολιτικό όρο. Στα επόμενα χρόνια μαθαίναμε σιγά – σιγά τι γινόταν πίσω από τις κλειστές πόρτες των Eurogroups, το «τσίρκο» που παρίστανε την ελληνική αποστολή, τους βεντετισμούς του Βαρουφάκη, τη γραφικοποίηση της πιο κρίσιμης, μετά τη Μεταπολίτευση, εποχής για τη χώρα.

Εννέα χρόνια μετά σκέφτομαι ότι όσες ρήξεις έγιναν τότε, καλώς έγιναν. Διότι αν κρυφόβραζαν, θα δημιουργούσαν αποστήματα και μολυσματικές καταστάσεις. Οχι δηλαδή ότι τις αποφύγαμε εντελώς.