«Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο υπάρχει νεκρός»

Αν όλα προχωρήσουν βάσει προγραμματισμού απόψε στις 8 στο θέατρο «Μίκης Θεοδωράκης» των Χανίων, στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Βιβλίου της πόλης, ο Πέτρος Μάρκαρης θα συστήσει στους αναγνώστες του το νεότερο μυθιστόρημά του με τίτλο «Η βία της αποτυχίας» (εκδ. Κείμενα). Ειδικά για την περίσταση μάλιστα – η συλλεκτική έκδοση παρουσιάζεται ειδικά για τους επισκέπτες του Φεστιβάλ πριν κυκλοφορήσει επισήμως στην Ελλάδα και το εξωτερικό – συνομιλεί με τον δημοσιογράφο του «Βήματος» Γρηγόρη Μπέκο. Πρωταγωνιστής για άλλη μια φορά είναι ο Κώστας Χαρίτος, διευθυντής Ασφάλειας Αττικής πλέον: ο χαρακτήρας δηλαδή που έχει κατοχυρώσει μία θέση στη μεγάλη πινακοθήκη του μεσογειακού και κεντροευρωπαϊκού noir, αναγνωρίσιμος από πολλούς ομοτέχνους του Π. Μάρκαρη (μόνο πρόσφατα, στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης ο Κάρλο Λουκαρέλι τον συμπεριέλαβε στα πρώτα ονόματα του είδους, στη μεταξύ μας συζήτηση). Από το 1995, οπότε πρωτοεμφανίστηκε στο «Νυχτερινό δελτίο» (εκδ. Γαβριηλίδης) ο παλιομοδίτης αστυνομικός – με αδυναμίες τα γεμιστά και την αναζήτηση άγνωστων λέξεων σε λεξικά –, έχουν αλλάξει πολλά στον χάρτη της βίας, τη διαπλοκή πάσης φύσεως και το πολυπαραγοντικό φαινόμενο της εγκληματικότητας. Κυρίως έχουν αλλάξει πολλά στο λεγόμενο κοινωνικοπολιτικό νουάρ, που δίνει την ευκαιρία σε συγγραφείς του είδους να περάσουν στην αστυνομική πλοκή στοιχεία από τη σύγχρονη πραγματικότητα – είτε είναι η αδηφαγία των Νεοελλήνων ως προς τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις είτε ο εκθαμβωτικός μύθος του 2004 είτε η προστασία της αρχαίας κληρονομιάς και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης.

Στο νεότερο μυθιστόρημα, λοιπόν, τη «Βία της αποτυχίας», η Αθήνα αλλάζει όψη κάτω από τις νέες οικονομικές συνθήκες και η βία εξαπλώνεται ανάμεσα στους νέους. Στο επίκεντρο τοποθετείται η δολοφονία ενός καθηγητή Οικονομικών της πρώην ΑΣΟΕΕ μέσα στον χώρο του πανεπιστημίου. Η υπόθεση φέρνει τον Κώστα Χαρίτο, ο οποίος έχει προαχθεί σε διευθυντή Ασφάλειας Αττικής ήδη από την προηγούμενη περιπέτεια, την «Εξέγερση των Καρυάτιδων» (εκδ. Κείμενα, 2023), καθώς και την αστυνόμο Αντιγόνη Φερλέκη αντιμέτωπους με την αδυσώπητη πραγματικότητα. Οι φοιτητικές διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις με την Αστυνομία βοηθούν τους δράστες να καλύψουν τα ίχνη τους, ενώ μια ανακοίνωση αποκαλύπτει τους λόγους της εγκληματικής πράξης, αν και το κίνητρο παραμένει βαθύτερο. Σαν να μην έφταναν αυτά η δολοφονία ενός γραμματέα Μέσης Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας που ακολουθεί και η σύνδεση των δύο φόνων περιπλέκει την έρευνα για την εξιχνίασή τους. Οι κινήσεις του Τμήματος Ανθρωποκτονιών δεν οδηγούν πουθενά, αλλά όπως σε κάθε αστυνομικό μυθιστόρημα με αξιώσεις, που σέβεται τον εαυτό του, μια ανατροπή υπόσχεται να ρίξει φως στην υπόθεση.

Με την άδεια του εκδοτικού οίκου και του Φοίβου Βλάχου, καθώς και του Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων, «ΤΑ ΝΕΑ» προδημοσιεύουν σήμερα ένα απόσπασμα από το βιβλίο.

Την επόμενη μέρα, ο πρωινός καφές μου αρχίζει με τον Αλαμάνο και έχει ως θέμα τις χθεσινές συγκρούσεις και πώς κατέληξαν.

«Τραβιόμασταν ως τα μεσάνυχτα» μου λέει. «Κάναμε οκτώ προσαγωγές. Τώρα επικρατεί ηρεμία. Ανοίξαμε την Πατησίων και η κυκλοφορία εξελίσσεται ομαλά».

«Ευτυχώς που οι φόβοι σου για επέκταση των ταραχών στο Πολυτεχνείο δεν επαληθεύτηκαν. Αλλιώς θα τραβιόμασταν ακόμα».

«Δοκίμασαν να βγουν από τη Μαυρομματαίων, αλλά το είχαμε προβλέψει και δεν τα κατάφεραν» μου εξηγεί. «Όταν οι συγκρούσεις κόπασαν, ανοίξαμε την κεντρική είσοδο της Πατησίων και τους αναγκάσαμε να φύγουν. Τώρα, πόσοι κρύφτηκαν στις αίθουσες διδασκαλίας, για να μείνουν και να συνεχίσουν σήμερα, θα φανεί στην πορεία. Ήταν αδύνατο να κάνουμε έλεγχο και εκεί».

«Πες μου τη γνώμη σου για τον Μεγγίνη».

«Δε θα σου έλεγα ότι πάτησε κάποια πεπονόφλουδα. Βέβαια, κάθε τόσο ερχόταν σ’ εμένα. “Εσύ είσαι πιο έμπειρος. Πες μου πώς να το χειριστούμε” μου έλεγε. Αυτό δεν το λέω για κακό, κάθε άλλο. Δεν ξέρω όμως πώς θα τα πάει, όταν θα πρέπει να αποφασίζει μόνος του».

Ο Αλαμάνος επιστρέφει στο γραφείο του. Ανασαίνω με ανακούφιση, αλλά είναι σαν να λες «πέρασε η μπόρα», ενώ ξέρεις ότι είναι θέμα χρόνου να ξεσπάσει η επόμενη. Το πρόβλημα είναι ότι βρισκόμαστε στο μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν αφήσεις όλους αυτούς, αναρχικούς και μπαχαλάκηδες, αδέσποτους, για να μην οξύνεις την κατάσταση, θα διαλύσουν τα πανεπιστήμια. Αν στείλεις την αστυνομία, όπως κάναμε χτες, ξυπνάς τα αντιεξουσιαστικά τους σύνδρομα και πιστεύουν ότι ανασταίνουν την αντίσταση και το Πολυτεχνείο. Άντε τώρα να τα εξηγήσεις όλα αυτά στον καινούργιο υπουργό, που νομίζει ότι η εμφάνιση της αστυνομίας είναι το μαγικό ραβδί, που διώχνει τη βία.

Οι σκέψεις μου διακόπτονται από την είσοδο της Αντιγόνης. «Τι συμβαίνει;» τη ρωτάω, γιατί το ύφος της δεν προμηνύει καλά μαντάτα.

«Με πήραν από την άμεση δράση. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο υπάρχει ένας νεκρός».

«Νεκρός; Φοιτητής;»

«Ένας καθηγητής. Θεμιστοκλής Ροδάκης. Δίδασκε μαθηματικά για οικονομολόγους».

«Πώς πέθανε; Από φυσικό θάνατο;» Κάνω την ερώτηση, ενώ ξέρω ότι η ελπίδα μου είναι μάταιη. Αν είχε πεθάνει από φυσικό θάνατο, δε θα μας είχε πάρει ούτε το γραφείο κηδειών.

«Η άμεση δράση μάς είπε ότι τον βρήκαν κρεμασμένο στη βιβλιοθήκη του γραφείου του. Του είχαν περάσει ένα σκοινί στο λαιμό» μου λέει η Αντιγόνη. «Αλλά τα ρούχα του ήταν γεμάτα αίματα. Η άμεση δράση δε θέλησε να μπει στο γραφείο, από φόβο μήπως άθελά της καταστρέψει στοιχεία. Απέκλεισε τον χώρο και τοποθέτησε φρουρό».

«Ειδοποίησε τους συνεργάτες σου και ενημέρωσε την Ιατροδικαστική και τη Σήμανση. Φεύγουμε αμέσως. Θα έρθω και εγώ, για να έχω μια πρώτη εικόνα από τον φόνο και τις ανακρίσεις».

Ξέρω τι μας περιμένει. Όταν, με τόση αστυνομία μέσα και έξω από το πανεπιστήμιο, κάποιος δολοφονείται, θα λουστούμε την κατηγορία ότι η αστυνομία είναι για τα σκουπίδια, έστω και αν σήμερα πολλοί ψάχνουν τα σκουπίδια, για να επιβιώσουν. Το πολιτικό σύστημα θα ξεσηκωθεί σύσσωμο και εγώ θα τρέχω από σύσκεψη σε σύσκεψη, όχι σαν κομιστής ειδήσεων αλλά σαν κομιστής αναφορών. Θα δίνω με κομμένη ανάσα τη μια αναφορά μετά την άλλη, ενώ θα ακούω αυτούς που κάθονται στα γραφεία τους να λένε το μακρύ τους και το κοντό τους.

Παίρνω αμέσως τον υπαρχηγό, για την έγκαιρη ψυχρολουσία. Όταν τελειώνω, αφήνει έναν αναστεναγμό, που ακούγεται περισσότερο σαν βογγητό.

«Μπλέξαμε άσχημα» σχολιάζει. «Άντε τώρα να βρούμε ποιοι τον σκότωσαν μέσα στον κακό χαμό που επικρατούσε χτες».

Δεν έχω να του πω κάτι και περιορίζομαι στη στερεότυπη απάντηση. «Θα πάω κι εγώ επί τόπου, για να παρακολουθήσω τις εξελίξεις, και θα σας κρατώ ενήμερο».

Κλείνω και παίρνω αμέσως τον Αλαμάνο. «Ξέρω τι θα μου πεις. Συγγνώμη που άργησα να σε πάρω για τα συλλυπητήρια» μου λέει με πικρή ειρωνεία.

«Ευκαιρείς για μια σύντομη ενημέρωση;»

Έρχεται χωρίς καθυστέρηση. «Μήπως όσο ήσουν εκεί πήρε το μάτι σου κάποια εισβολή στα γραφεία των καθηγητών;» τον ρωτάω.

«Εγώ ήμουν απέξω και δεν είχα καθαρή εικόνα γι’ αυτά που συνέβαιναν μέσα στο πανεπιστήμιο. Μόλις το έμαθα, έκανα την ίδια ερώτηση στον Μεγγίνη. Μου είπε ότι η προτεραιότητά τους ήταν να προστατέψουν τα κτίρια από εισβολή. Μου ξεκαθάρισε όμως ότι δεν μπορούσε να πάρει όρκο αν κάποιοι δε βρήκαν ευκαιρία να τρυπώσουν στο κτίριο, χωρίς να τους πάρουν είδηση οι αστυνομικοί».

«Όπως δεν αποκλείεται να τον σκότωσαν κάποιοι που είχαν κρυφτεί στις αίθουσες διδασκαλίας, όπως μου είπες».

Ο Αλαμάνος με κοιτάζει σκεφτικός. «Μπορεί, αλλά το θεωρώ απίθανο».

«Γιατί;»

«Πριν κλείσουμε την κεντρική πύλη, ανακοινώσαμε από τα μεγάφωνα ότι το πανεπιστήμιο κλείνει και να αποχωρήσουν όλοι. Αν το θύμα ήταν ζωντανό, θα είχε φύγει μαζί με τους υπόλοιπους καθηγητές».

«Σωστά. Άρα κάποιοι ξέφυγαν από τους αστυνομικούς πάνω στη φασαρία, τρύπωσαν στο κτίριο και τον σκότωσαν. Αυτό είχε και ένα άλλο πλεονέκτημα για τους δράστες».

«Ποιο;»

«Έφυγαν μαζί με τους υπόλοιπους και κανείς δεν τους πήρε είδηση».

———————-

Αναζητώντας την Ευρώπη

Η βιβλιοπαρουσίαση με τον Πέτρο Μάρκαρη εντάσσεται στο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων, το οποίο διοργανώνεται για τρίτη χρονιά, ξεκίνησε την περασμένη Τετάρτη και συνεχίζεται έως αύριο με δεκάδες εκδηλώσεις. Η κεντρική θεματική, που είχε επιλεγεί πριν από τις ευρωεκλογές, χτύπησε διάνα καθώς αντιστοιχεί σε ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα της εποχής μας (και μεγαλύτερη απόδειξη από τον αυριανό πρώτο γύρο των γαλλικών εκλογών δεν υπάρχει): «Ευρώπη, παρελθόν και μέλλον. Ματιές στη λογοτεχνία, τον πολιτισμό, την πολιτική». Συνολικά 120 ομιλητές από 17 χώρες συμμετέχουν σε 60 θεματικές συζητήσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, εργαστήρια κ.ά. Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε ορισμένα από τα ονόματα που πέρασαν αυτές τις ημέρες από τα Χανιά: ο αμερικανός συγγραφέας και καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας Αντονι Πάγκντεν («Η επιδίωξη της Ευρώπης», εκδ. Αλεξάνδρεια), ο πολυβραβευμένος βούλγαρος συγγραφέας Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ (Διεθνές Βραβείο Man Booker 2023), η αμερικανίδα συγγραφέας Κάρα Χόφμαν («Οι κράχτες», εκδ. Gutenberg), ο επίσης πολυβραβευμένος (βραβείο Goncourt 2015) Γάλλος Ματιάς Ενάρ («Το ετήσιο συμπόσιο της συντεχνίας των νεκροθαφτών», εκδ. Στερέωμα), ο πολυγραφότατος Ολλανδός Ιλια Λέοναρντ Πφέιφερ, η Αργεντινή Μαριάνα Ενρίκες («Η δική μας πλευρά της νύχτας»), η Ισπανίδα Σάρα Μέσα («Η οικογένεια»), η Πιλάρ Τένα, συγγραφέας και διευθύντρια του Ινστιτούτου Θερβάντες της Αθήνας, ο Περουβιανός Σαντιάγο Ρονκαλιόλο.

Τη δική τους οπτική για την ευρωπαϊκή κληρονομιά και τις αβεβαιότητές της δίνουν, εκτός άλλων, οι καθηγήτριες Τιτίκα Δημητρούλια, Αντιγόνη Βλαβιανού και οι καθηγητές Γεώργιος – Στυλιανός Πρεβελάκης, Παναγιώτης Κορλίρας, Ηλίας Κολοβός, Γιάννης Δημητρακάκης, Λουκάς Τσούκαλης, Αγγελος Χανιώτης, Στέφανος Τροχανάς. Στα διαφορετικά πάνελ συμμετέχουν επίσης οι Ανδρέας Αποστολίδης, Νίκη Τρουλινού, Νικόλας Σεβαστάκης, Λένα Διβάνη, Σοφία Νικολαΐδου, Μιχάλης Μαλανδράκης κ.ά. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το πάνελ με τη συμμετοχή ελλήνων και ξένων μεταφραστών, όπως ο Βρετανός Ντέιβιντ Κόνολι (David Connolly) και από ελληνικής πλευράς οι Ρίτα Κολαΐτη, Κατερίνα Σχινά και Κώστας Αθανασίου. Η έμφαση σε ζητήματα μετάφρασης συμπληρώνεται με την παρουσίαση από τους μεταφραστές Μιχαέλα Πρίντσιγκερ και Τέο Βότσο, των αποτελεσμάτων του 3ου ελληνογερμανικού εργαστηρίου μετάφρασης ViceVersa. Δείγμα, εξάλλου, της σύνδεσης του Φεστιβάλ με την τοπική κοινωνία είναι ότι η Ενωση Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημόνων Πληροφόρησης (ΕΕΒΕΠ), σε συνεργασία με βιβλιοθήκες της Κρήτης, παρουσιάζει εκδήλωση με τίτλο «Βιβλιοθήκες και Δημοκρατία».

ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ. Εκτός από την παρουσίαση του Π. Μάρκαρη ξεχωρίζει απόψε, μία ώρα αργότερα, η τιμητική εκδήλωση του Δήμου Χανίων και της Περιφέρειας Κρήτης για τη Ρέα Γαλανάκη, στην οποία απονεμήθηκε φέτος το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για τη συνολική προσφορά στα γράμματα. Η εκδήλωση πραγματοποιείται στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου της «Πού ζει ο λύκος;» στο Θέατρο Μίκης Θεοδωράκης (21.00). Το βιβλίο, εξαντλημένο από δεκαετίες, επανεκδίδεται 50 χρόνια από το εμβληματικό 1974, με εκτενές επίμετρο γραμμένο σήμερα. Η Ρέα Γαλανάκη θα συνομιλήσει με τη Μαρίνα Αρετάκη, μέλος ΕΔΙΠ του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.

 

 

 

 

 

 

Την επόμενη μέρα, ο πρωινός καφές μου αρχίζει με τον Αλαμάνο και έχει ως θέμα τις χθεσινές συγκρούσεις και πώς κατέληξαν.

«Τραβιόμασταν ως τα μεσάνυχτα» μου λέει. «Κάναμε οκτώ προσαγωγές. Τώρα επικρατεί ηρεμία. Ανοίξαμε την Πατησίων και η κυκλοφορία εξελίσσεται ομαλά».

«Ευτυχώς που οι φόβοι σου για επέκταση των ταραχών στο Πολυτεχνείο δεν επαληθεύτηκαν. Αλλιώς θα τραβιόμασταν ακόμα».

«Δοκίμασαν να βγουν από τη Μαυρομματαίων, αλλά το είχαμε προβλέψει και δεν τα κατάφεραν» μου εξηγεί. «Όταν οι συγκρούσεις κόπασαν, ανοίξαμε την κεντρική είσοδο της Πατησίων και τους αναγκάσαμε να φύγουν. Τώρα, πόσοι κρύφτηκαν στις αίθουσες διδασκαλίας, για να μείνουν και να συνεχίσουν σήμερα, θα φανεί στην πορεία. Ήταν αδύνατο να κάνουμε έλεγχο και εκεί».

«Πες μου τη γνώμη σου για τον Μεγγίνη».

«Δε θα σου έλεγα ότι πάτησε κάποια πεπονόφλουδα. Βέβαια, κάθε τόσο ερχόταν σ’ εμένα. “Εσύ είσαι πιο έμπειρος. Πες μου πώς να το χειριστούμε” μου έλεγε. Αυτό δεν το λέω για κακό, κάθε άλλο. Δεν ξέρω όμως πώς θα τα πάει, όταν θα πρέπει να αποφασίζει μόνος του».

Ο Αλαμάνος επιστρέφει στο γραφείο του. Ανασαίνω με ανακούφιση, αλλά είναι σαν να λες «πέρασε η μπόρα», ενώ ξέρεις ότι είναι θέμα χρόνου να ξεσπάσει η επόμενη. Το πρόβλημα είναι ότι βρισκόμαστε στο μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν αφήσεις όλους αυτούς, αναρχικούς και μπαχαλάκηδες, αδέσποτους, για να μην οξύνεις την κατάσταση, θα διαλύσουν τα πανεπιστήμια. Αν στείλεις την αστυνομία, όπως κάναμε χτες, ξυπνάς τα αντιεξουσιαστικά τους σύνδρομα και πιστεύουν ότι ανασταίνουν την αντίσταση και το Πολυτεχνείο. Άντε τώρα να τα εξηγήσεις όλα αυτά στον καινούργιο υπουργό, που νομίζει ότι η εμφάνιση της αστυνομίας είναι το μαγικό ραβδί, που διώχνει τη βία.

Οι σκέψεις μου διακόπτονται από την είσοδο της Αντιγόνης. «Τι συμβαίνει;» τη ρωτάω, γιατί το ύφος της δεν προμηνύει καλά μαντάτα.

«Με πήραν από την άμεση δράση. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο υπάρχει ένας νεκρός».

«Νεκρός; Φοιτητής;»

«Ένας καθηγητής. Θεμιστοκλής Ροδάκης. Δίδασκε μαθηματικά για οικονομολόγους».

«Πώς πέθανε; Από φυσικό θάνατο;» Κάνω την ερώτηση, ενώ ξέρω ότι η ελπίδα μου είναι μάταιη. Αν είχε πεθάνει από φυσικό θάνατο, δε θα μας είχε πάρει ούτε το γραφείο κηδειών.

«Η άμεση δράση μάς είπε ότι τον βρήκαν κρεμασμένο στη βιβλιοθήκη του γραφείου του. Του είχαν περάσει ένα σκοινί στο λαιμό» μου λέει η Αντιγόνη. «Αλλά τα ρούχα του ήταν γεμάτα αίματα. Η άμεση δράση δε θέλησε να μπει στο γραφείο, από φόβο μήπως άθελά της καταστρέψει στοιχεία. Απέκλεισε τον χώρο και τοποθέτησε φρουρό».

«Ειδοποίησε τους συνεργάτες σου και ενημέρωσε την Ιατροδικαστική και τη Σήμανση. Φεύγουμε αμέσως. Θα έρθω και εγώ, για να έχω μια πρώτη εικόνα από τον φόνο και τις ανακρίσεις».

Ξέρω τι μας περιμένει. Όταν, με τόση αστυνομία μέσα και έξω από το πανεπιστήμιο, κάποιος δολοφονείται, θα λουστούμε την κατηγορία ότι η αστυνομία είναι για τα σκουπίδια, έστω και αν σήμερα πολλοί ψάχνουν τα σκουπίδια, για να επιβιώσουν. Το πολιτικό σύστημα θα ξεσηκωθεί σύσσωμο και εγώ θα τρέχω από σύσκεψη σε σύσκεψη, όχι σαν κομιστής ειδήσεων αλλά σαν κομιστής αναφορών. Θα δίνω με κομμένη ανάσα τη μια αναφορά μετά την άλλη, ενώ θα ακούω αυτούς που κάθονται στα γραφεία τους να λένε το μακρύ τους και το κοντό τους.

Παίρνω αμέσως τον υπαρχηγό, για την έγκαιρη ψυχρολουσία. Όταν τελειώνω, αφήνει έναν αναστεναγμό, που ακούγεται περισσότερο σαν βογγητό.

«Μπλέξαμε άσχημα» σχολιάζει. «Άντε τώρα να βρούμε ποιοι τον σκότωσαν μέσα στον κακό χαμό που επικρατούσε χτες».

Δεν έχω να του πω κάτι και περιορίζομαι στη στερεότυπη απάντηση. «Θα πάω κι εγώ επί τόπου, για να παρακολουθήσω τις εξελίξεις, και θα σας κρατώ ενήμερο».

Κλείνω και παίρνω αμέσως τον Αλαμάνο. «Ξέρω τι θα μου πεις. Συγγνώμη που άργησα να σε πάρω για τα συλλυπητήρια» μου λέει με πικρή ειρωνεία.

«Ευκαιρείς για μια σύντομη ενημέρωση;»

Έρχεται χωρίς καθυστέρηση. «Μήπως όσο ήσουν εκεί πήρε το μάτι σου κάποια εισβολή στα γραφεία των καθηγητών;» τον ρωτάω.

«Εγώ ήμουν απέξω και δεν είχα καθαρή εικόνα γι’ αυτά που συνέβαιναν μέσα στο πανεπιστήμιο. Μόλις το έμαθα, έκανα την ίδια ερώτηση στον Μεγγίνη. Μου είπε ότι η προτεραιότητά τους ήταν να προστατέψουν τα κτίρια από εισβολή. Μου ξεκαθάρισε όμως ότι δεν μπορούσε να πάρει όρκο αν κάποιοι δε βρήκαν ευκαιρία να τρυπώσουν στο κτίριο, χωρίς να τους πάρουν είδηση οι αστυνομικοί».

«Όπως δεν αποκλείεται να τον σκότωσαν κάποιοι που είχαν κρυφτεί στις αίθουσες διδασκαλίας, όπως μου είπες».

Ο Αλαμάνος με κοιτάζει σκεφτικός. «Μπορεί, αλλά το θεωρώ απίθανο».

«Γιατί;»

«Πριν κλείσουμε την κεντρική πύλη, ανακοινώσαμε από τα μεγάφωνα ότι το πανεπιστήμιο κλείνει και να αποχωρήσουν όλοι. Αν το θύμα ήταν ζωντανό, θα είχε φύγει μαζί με τους υπόλοιπους καθηγητές».

«Σωστά. Άρα κάποιοι ξέφυγαν από τους αστυνομικούς πάνω στη φασαρία, τρύπωσαν στο κτίριο και τον σκότωσαν. Αυτό είχε και ένα άλλο πλεονέκτημα για τους δράστες».

«Ποιο;»

«Έφυγαν μαζί με τους υπόλοιπους και κανείς δεν τους πήρε είδηση».