Χωρίς ρητορικές εξάρσεις και εστιασμένη στο 2027 – τη χρονιά της επόμενης εθνικής κάλπης σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του – ήταν η φετινή παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Βελλίδειο της Θεσσαλονίκης. Στην έκτη ΔΕΘ ως Πρωθυπουργός αλλά πρώτη επί διακυβέρνησής του έπειτα από τη σοβαρή απόκλιση της ΝΔ από τον εκλογικό στόχο της, με ζωηρές ακόμα εσωκομματικές τριβές για τον ιδεολογικο-πολιτικό προσανατολισμό της παράταξης και με ανοιχτά μέτωπα στην καθημερινότητα των πολιτών (κυρίαρχο η ακρίβεια), ο Μητσοτάκης προτίμησε να μιλήσει οραματικά, ανοίγοντας οδικό χάρτη (στόχων) τριετίας. Εναν πολιτικό διάδρομο «χιλίων ημερών», όπως το έθεσε. Εξού και χωρίς να κουβαλά «σάκο με αλόγιστες παροχές» για το υπόλοιπο του 2024 και το 2025, θέλησε να εκπέμψει προς το παρόν ελεγχόμενα μηνύματα. Ηταν άρα αρκετά αυτά που… δεν είπε, σηκώνοντας για ορισμένες τοποθετήσεις (ιδίως για εκείνες στις οποίες έδειξε να πετά την μπάλα στην εξέδρα) συζητήσεις σε πολιτικο-δημοσιογραφικά πηγαδάκια.
Η πρωθυπουργική συνέντευξη συνέπεσε με τις καταιγιστικές εξελίξεις στην αξιωματική αντιπολίτευση, ωστόσο ο ίδιος ήταν έτσι κι αλλιώς αποφασισμένος να αφήσει στην άκρη τους πολιτικούς αντιπάλους με ελάχιστες αναφορές (καμία ονομαστικά). Κι όμως, επιχείρησε να παρουσιάσει ένα συνολικό μέτρο σύγκρισης με την αποστροφή ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης». Το Μαξίμου, αναζητώντας τον πολυπόθητο απεγκλωβισμό από τον (δημοσκοπικό) κλοιό, κρύβει τα… μετεκλογικά βάρη και τα άγχη της καθημερινότητας πίσω από τον χαοτικό κατακερματισμό στο αντιπολιτευτικό τοπίο. «Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί», όπως είπε, αλλά «η κυβέρνηση έχει μια συγκροτημένη πρόταση, με αρχή, μέση και τέλος – και κυρίως κοστολογημένη». Φαίνεται ότι αυτό εντάσσεται στην κεντρική γραμμή της αντεπίθεσης, από τη στιγμή που προσώρας δεν υπάρχει αντίπαλος που να αξιοποιεί τη φθορά του Μαξίμου και την απογοήτευση σημαντικών ακροατηρίων.
Επιπλέον δεν υπήρξε ρητή δέσμευση, τουλάχιστον όχι με την ένταση που το έχει κάνει στο παρελθόν μιλώντας για τακτικισμούς, ότι δεν μπορεί να υπάρξει αλλαγή του εκλογικού νόμου. Μόνο παρέπεμψε στο τέλος της τετραετίας, θεωρώντας ότι είναι εφικτή η αυτοδυναμία και με τους ισχύοντες κανόνες του παιχνιδιού. «Πιστεύω ότι έχει μια καλή ισορροπία μεταξύ της πριμοδότησης του πρώτου κόμματος και μιας αναλογικής εκπροσώπησης στη Βουλή» είπε για τον νόμο που εφαρμόστηκε τον Ιούνιο του 2023. Αντίστοιχα αναμενέται συντήρηση της… προεδρολογίας – μία κουβέντα για την οποία το Μαξίμου δηλώνει ενοχλημένο αλλά στην πραγματικότητα σηκώνεται από γαλάζιες (κυβερνητικές και κομματικές) πλευρές. «Δεν θα πω απολύτως τίποτα» απάντησε για τον/την επόμενη Πρόεδρο της Δημοκρατίας και, εκφράζοντας τον σεβασμό του στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου και στον θεσμό, παρέπεμψε στο 2025, αφήνοντας επί της ουσίας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Ενδιαφέρον είχαν οι αναφορές του στη διεκδίκηση ή μη τρίτης πρωθυπουργικής θητείας. Κατηγορηματικά είπε ότι έως το 2027 δεν σχεδιάζει μεταπήδηση σε ευρωπαϊκό πόστο αλλά δεν είπε το ίδιο καθαρά κάτι για το… μετά. Αρχικά έστειλε ένα μάλλον θολό μήνυμα («είναι αλαζονικό να ασχολούμαστε με το τι θα γίνει το 2027»), αλλά στη συνέχεια ίσως θέλησε να προλάβει συζητήσεις προτού πάρουν διαστάσεις, λέγοντας ότι «είμαι πρωθυπουργός και αρχηγός της ΝΔ και δεν έχω καμία πρόθεση να βγω στη σύνταξη». Εξάλλου συνολικά ήταν εμφανείς οι ασκήσεις ισορροπίας σε ό,τι αφορά τις εσωκομματικές αναταράξεις. Πάντως είναι σαφές ότι προσπάθησε να οριοθετήσει το ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται, προσπαθώντας ιδίως να κτίσει ξανά δεσμούς που έχουν τραυματιστεί με συγκεκριμένα κοινά. Ενδεικτική η περίπτωση των ελεύθερων επαγγελματιών, αν και δεν ήταν οι μοναδικοί που μπήκαν στο καλάθι ΔΕΘ. Στην πρώτη γραμμή των εξαγγελιών βρέθηκαν επίσης οι μισθωτοί, οι γιατροί, οι οικογένειες, οι αγρότες, οι συνταξιούχοι και ευάλωτες ομάδες, όπως δικαιούχοι κοινωνικών επιδομάτων. Αν υπήρξε κάτι που ξεκάθαρα είπε ο Πρωθυπουργός αυτό αφορά την προσήλωσή του στον σταθερό εκλογικό κύκλο με κατηγορηματική απόρριψη σεναρίων για πρόωρες κάλπες.