Αν και η μεγαλύτερη τέτοια συνεργασία ήταν με τις ΗΠΑ για την κατασκευή F-16 στην Τουρκία, πολλές πρωτοβουλίες επιδιώχθηκαν με ευρωπαϊκές εταιρείες
Την εξέλιξη της σχέσης της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας με ευρωπαϊκά κράτη εξετάζει έκθεση της βρετανικής δεξαμενής σκέψης IISS (Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών).
Όπως σημειώνεται, τη δεκαετία του 1980 η Τουρκία επεδίωκε κοινή παραγωγή με ξένες εταιρείες. Αν και η μεγαλύτερη τέτοια συνεργασία ήταν με τις ΗΠΑ για την κατασκευή F-16 στην Τουρκία, πολλές πρωτοβουλίες επιδιώχθηκαν με ευρωπαϊκές εταιρείες.
Από το 2004 η Τουρκία άλλαξε προσέγγιση και επικεντρώθηκε περισσότερο στην απόκτηση τοπικά αναπτυγμένου εξοπλισμού, έστω με βοήθεια από ξένες εταιρείες, είτε στον σχεδιασμό, είτε στη χρήση υποσυστημάτων (αν και πλέον επιδιώκει την αντικατάσταση του ξένου εξοπλισμού με γηγενή συστήματα).
Η έκθεση σημειώνει ότι τουλάχιστον τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, γαλλικές, ιταλικές, ολλανδικές, ισπανικές και βρετανικές εταιρείες έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη των τουρκικών επιδιώξεων στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας.
Σήμερα, ωστόσο, κάποιες από αυτές τις εταιρείες είναι λιγότερο αναμεμειγμένες, λόγω σειράς διαφωνιών της τουρκικής Kυβέρνησης με τις αντίστοιχες Kυβερνήσεις. Η βασική διαφωνία αφορά τις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία από το 2016 και την απόκτηση των ρωσικών συστημάτων αεράμυνας S-400 το 2017.
Ως εκ τούτου, η βιομηχανική αμυντική συνεργασία με Γαλλία και Ολλανδία βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Αντίθετα, Βρετανία, Ιταλία και Ισπανία, αν και επιφυλακτικές, επιδιώκουν συνεργασία με την Τουρκία ως σημαντικό εταίρο στο ΝΑΤΟ με ιδιαίτερο ρόλο σε θέματα ασφαλείας στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η αξιοποίηση ευκαιριών όπως η βοήθεια στον σχεδιασμό για τα αμφίβια πλοία Anadolu (από την ισπανική Navantia) και τα αεροσκάφη Kaan (από τη βρετανική BAE Systems).
Σημειώνεται, επίσης, η μεγαλύτερη τα τελευταία χρόνια συνεργασία, έστω ακόμα στο αρχικό στάδιο, με χώρες της ανατολικής Ευρώπης όπως η Πολωνία και η Ρουμανία, που αναλογίζονται τη ρωσική απειλή και την ανάγκη αμυντικής τους ενίσχυσης.
Όλες οι προαναφερθείσες χώρες έχουν κρίνει πως η τουρκική αμυντική βιομηχανία έχει ισχυρές δυνατότητες, ιδίως στην αεροδιαστημική και στα ηλεκτρονικά. Ο τουρκικός εξοπλισμός έχει κριθεί πως είναι ικανός στη μάχη, καλής ποιότητας, χαμηλού κόστους και πωλείται χωρίς περιορισμούς στην τελική χρήση – δηλαδή ανταγωνιστικός, αναφέρεται.
Οι χώρες που συνεργάζονται βλέπουν επίσης ευκαιρίες κοινής επιτυχίας σε εξαγωγές σε χώρες όπου η Τουρκία έχει κάνει πωλήσεις, όπως στην Αφρική, στην κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή και στη νοτιοανατολική Ασία, προστίθεται
Η συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα μεταγωγικών αεροσκαφών A400M είναι η σημαντικότερη συμμετοχή της χώρας σε ένα ευρωπαϊκό πολυεθνικό πρόγραμμα μέχρι σήμερα, επισημαίνει η έκθεση.
Ωστόσο, συνεχίζει το IISS, είναι απίθανο ότι η μελλοντική εμπλοκή με την Τουρκία θα έχει παρόμοια πολυεθνική μορφή. Αντ’ αυτού, οι συνεργασίες πιθανότατα θα συνεχιστούν σε διμερές επίπεδο. Εκτός κοινών προγραμμάτων των χωρών-μελών της ΕΕ, επομένως, η Τουρκία θα μπορούσε να κοιτάξει ευκαιρίες πολυμερούς αμυντικής συνεργασίας στο πλαίσιο του Οργανισμού Συνεργασίας Κοινού Εξοπλισμού (OCCAR) και της Υπηρεσίας Υποστήριξης και Προμηθειών του ΝΑΤΟ (NSPA).
Εξετάζοντας πιο αναλυτικά τις αμυντικές σχέσεις με συγκεκριμένες χώρες, η έκθεση αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως στη Γαλλία η Τουρκία δεν εμπνέει πολιτική εμπιστοσύνη και ότι αντίθετα η αμυντική συνέργεια με το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πολυετής και θεωρείται αμοιβαία ωφέλιμη, παρά τις πηγές διαφωνιών.
Πηγή: ΚΥΠΕ