Πού «βραχυκυκλώνει» – μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας – το φιλόδοξο έργο

Το φιλόδοξο project της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου (Great Sea Interconnector) έχει χαρακτηριστεί ένα στρατηγικό έργο, το οποίο θα διασυνδέσει τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας των δύο χωρών και σε δεύτερο χρόνο του Ισραήλ, µέσω ενός υποθαλάσσιου καλωδίου υψηλής τάσης, συνεχούς ρεύµατος (HVDC), προσφέροντας πολλαπλά οφέλη στην ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα, η ολοκλήρωσή του θα σημάνει το τέλος της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, καθώς η Μεγαλόνησος είναι το μόνο κράτος-μέλος που δεν είναι διασυνδεδεμένο με τη Γηραιά Ηπειρο.

Την προώθηση και τη διαχείριση του έργου, το οποίο εκτιµάται ότι θα κοστίσει περίπου 1,9 δισ. ευρώ, έχει αναλάβει ο ΑΔΜΗΕ, ενώ ο γαλλικός κολοσσός παραγωγής και κατασκευής καλωδιακών διασυνδέσεων (Nexans) εμπλέκεται στην υλοποίηση τμήματος του project, συνολικού µήκους περίπου 1.200 χιλιοµέτρων, το οποίο θα µπορεί να µεταφέρει 2.000 MW ηλεκτρικής ισχύος.

Υπενθυμίζεται ότι η Κύπρος αναμένεται να διαθέσει για το έργο ένα ποσό της τάξης των 100 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και παράλληλα η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ήδη δεσµεύσει χρηµατοδότηση ύψους 657 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, παρά τις συνεχείς διαβουλεύσεις των εμπλεκόμενων μερών, οι κυβερνήσεις και οι ρυθμιστικές αρχές των δύο χωρών, ο ΑΔΜΗΕ και η Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της ΕΕ δεν έχουν καταλήξει σε οριστική συμφωνία για το τελικό περιεχόμενο του ρυθμιστικού πλαισίου του συγκεκριμένου έργου.

Πληροφορίες από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας επισημαίνουν ότι ένα σημαντικό «αγκάθι» αποτελεί η πρόβλεψη στην απόφαση για ανατροπή του επιμερισμού του κόστους της διασύνδεσης, στην περίπτωση που αυτό υπερβεί τον αρχικό προϋπολογισμό των 1,9 δισ. ευρώ. Η αρχική συμφωνία προέβλεπε ότι η ανάκτηση θα γίνει κατά 37% από την Ελλάδα και κατά 63% από την Κύπρο, με τη Λευκωσία να αντιδρά με στόχο – όπως λέει – την προστασία των κύπριων καταναλωτών.

Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές και προκειμένου να προχωρήσει το έργο, η ελληνική κυβέρνηση φέρεται να έχει αποδεχθεί να επιμεριστεί κατά 50% στις δύο πλευρές το όποιο κόστος από ενδεχόμενη διακοπή ή μη λειτουργία της διασύνδεσης για λόγους που δεν θα ευθύνεται ο φορέας υλοποίησης. Δεν είναι όμως γνωστό πότε και με ποια διαδικασία θα ενσωματωθεί στο ρυθμιστικό πλαίσιο αυτή η συμφωνία.

Τα δύσκολα σημεία

Την ίδια στιγμή, το κείμενο της απόφασης από το Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, που είδε το φως της δημοσιότητας την Τρίτη, φαίνεται να περιέχει αστερίσκους και στα σημεία σύγκλισης ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία. Για παράδειγμα, στο κείμενο αναφέρεται πως το ποσό ανάκτησης εσόδου και από την Κύπρο κατά την περίοδο κατασκευής του έργου μπορεί να φτάσει «μέχρι τα 125 εκατ. ευρώ» και όχι ότι θα ανέλθει σε αυτό το ύψος. Πρόκειται για χρήματα που δεν θα επιβαρύνουν τελικά τους κύπριους καταναλωτές αλλά θα προέλθουν από το ταμείο των δικαιωμάτων ρύπων.

Πάντως, από την ελληνική πλευρά προκύπτει μια συγκρατημένη αισιοδοξία σε ό,τι αφορά την υλοποίηση του έργου, κάτι που είχε γίνει εμφανές και από τις παρεμβάσεις των υπουργών Ενέργειας και Εξωτερικών την περασμένη εβδομάδα από το στούντιο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» στη ΔΕΘ.

Συγκεκριμένα, ο Θεόδωρος Σκυλακάκης υπογράμμισε – μεταξύ άλλων – ότι «από πλευράς διεθνούς δικαίου δεν υπάρχει πρόβλημα, έτσι όπως είναι το συγκεκριμένο έργο», ενώ κατά τι πιο αισιόδοξος εμφανίστηκε ο Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος επισήμανε ότι «το καλώδιο θα γίνει και εμείς θα το διασφαλίσουμε γεωπολιτικά».