Είχε κυκλοφορήσει ως αστείο, αλλά, δεδομένων το συνθηκών, κάποιοι το πήραν στα σοβαρά: ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαταλείπει τα γραφεία της Κουμουνδούρου καθώς αδυνατεί να συντηρήσει ένα τόσο μεγάλο κτίριο. Χρειάστηκε να υπάρξει διάψευση από το προεδρικό περιβάλλον καθώς, στο πλαίσιο της πλάκας, κάποιοι μίλησαν για διάθεση του κτιρίου σε υπηρεσίες Airbnb. Οχι πως κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο. Το ακίνητο βρίσκεται σε προνομιακή θέση, κοντά στο κέντρο και σε αρχαιολογικούς χώρους, ενώ οι πάνω όροφοι διαθέτουν τη θέα που ψάχνει ο τουρίστας στην Αθήνα. Ενδεχομένως η σκέψη να πέρασε από το επιχειρηματικό μυαλό του προέδρου Κασσελάκη. Στέκει. Νοικιάζεις το κτίριο και πληρώνεις εργαζόμενους. Αλλά, από την άλλη, η εγκατάλειψη του κτιρίου θα έριχνε βαριά σκιά. Θα ήταν μία δήλωση αποδοχής του μοιραίου. Η εγκατάλειψη του κάστρου την ώρα της μάχης. Αλλά και τι σου μένει όταν ο εχθρός βρίσκεται εντός των τειχών; Φεύγεις και, το πολύ, κάνεις μουσείο το προεδρικό γραφείο, εκεί που ο Αλέξης Τσίπρας και ο Πάνος Καμμένος έδωσαν τα χέρια.
Αντιθέτως, οι γάλλοι σοσιαλιστές δεν είχαν αντίστοιχες αναστολές. Μετά την εκλογική κατάρρευση του 2017 τα γραφεία του κόμματος ανά τη χώρα έκλειναν με τον ρυθμό που κάποτε χάναμε τα βίντεο κλαμπ. Και αν μπορούσε, ο Μακρόν, θα πήγαινε να τους πάρει και τα έπιπλα. Αλλωστε ήδη είχε πάρει τους ψηφοφόρους.
Αρκετοί συγκρίνουν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ με τον καθίζηση του PS, του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος. Εντάξει, υπάρχουν κοινά στοιχεία, όλες οι τραγωδίες έχουν δάκρυα, αλλά και μία βασική διαφορά. Οι γάλλοι σοσιαλιστές έζησαν το δράμα τους. Στον ΣΥΡΙΖΑ παίζουν την κωμωδία τους. Και κάτι ακόμα, πιο σημαντικό. Το PS είναι ένα κόμμα με ιστορικές ρίζες και πρωταγωνιστικό ρόλο τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα ήταν παιδί της συγκυρίας, γέννημα της κρίσης, μία δεξαμενή που συγκέντρωσε την οργή, την απελπισία, αλλά και συνάμα την ελπίδα. Και όπως αποδείχθηκε, σε συνθήκες ομαλότητας δεν είχε ή δεν κατάφερε να βρει λόγο ύπαρξης. Σήμερα είναι ένα κόμμα άλλης εποχής, με ηγέτη από άλλο κόσμο. Οι Γάλλοι πλήρωσαν τον Ολάντ, τη γοητεία του Μακρόν και την αδυναμία συρραφής των επιμέρους κομματιών τους. Και τρώγονται μεταξύ τους ακόμα και σήμερα καθώς η συνύπαρξη με τους ακραίους του Μελανσόν δεν ενθουσιάζει το κομματικό ακροατήριο, αυτό που απέμεινε δηλαδή. Και μη λησμονούμε ότι η καμπάνα της διάλυσης ακούστηκε και για το UMP των Σιράκ και Σαρκοζί που αργότερα έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Γαλλίας με βραχιολάκι επιτήρησης και κατ’ οίκον περιορισμό.
Βέβαια με ιστορικούς όρους δεν συμβαίνει και κάτι το εξωφρενικό. Τα κόμματα είναι οργανισμοί που εξαλείφονται όταν δεν απαντούν σε κρίσιμα ή κοινωνικά ερωτήματα ή απλώς μένουν πίσω από την εποχή τους. Εκτός και αν ένα πρωί χτυπήσει η πόρτα και δουν από το ματάκι τον εισαγγελέα. Οι Χριστιανοδημοκράτες στην Ιταλία ήταν για δεκαετίες ένα κόμμα με κυρίαρχο λόγο στη διακυβέρνηση της χώρας. Και διαλύθηκαν περίπου ως εγκληματική οργάνωση καθώς η εισαγγελική έρευνα, υπό την επωνυμία «Καθαρά Χέρια», απέδειξε ότι δεν ήταν ούτε καλοί χριστιανοί, ούτε και τόσο δημοκράτες. Κάποιοι δε, αποδείχθηκαν εξαιρετικοί μαφιόζοι. Το 1994 κατέβασαν τα ρολά του κόμματος καθώς πολλά από τα στελέχη δεν αναζητούσαν ψηφοφόρους, αλλά δικηγόρους, με πρώτο τον πρώην πρωθυπουργό Τζούλιο Αντρεότι.
Πολύ καλό μαγαζί ήταν και η Ενωση Δημοκρατικού Κέντρου της Ισπανίας που έζησε μόλις έξι χρόνια, ως κυβερνητικός συνασπισμός επιμέρους δυνάμεων. Ηταν το σχήμα που ανέλαβε την αποκατάσταση της δημοκρατίας και τη σύνταξη του ισπανικού συντάγματος μετά την πτώση του Φράνκο. Οι παλαιότεροι θα θυμάστε, ίσως, τον Αδόλφο Σουάρες που ηγήθηκε του σχήματος. Στις εκλογές του 1982 έχασαν 28 ποσοστιαίες μονάδες και εκατό έδρες. Σαν να τους έλεγαν οι ψηφοφόροι ότι ήρθε η ώρα να το διαλύσουν. Και το διέλυσαν. Οι περισσότεροι οδηγήθηκαν προς τα δεξιά και στο Λαϊκό Κόμμα. Αντίστοιχα μαντάτα μπορεί να πάρουμε κάποια στιγμή και από τη Γερμανία. Εκεί οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς βρίσκονται σε εκλογική περιδίνηση, ο κυβερνητικός συνασπισμός έχει γκρίνιες και εσωτερικές συγκρούσεις, ενώ η άνοδος της Ακροδεξιάς στη Θουριγγία και στη Σαξονία μαζεύει μαύρα σύννεφα πάνω από το κτίριο της καγκελαρίας στο Βερολίνο. Ούτως ή άλλως η Ακροδεξιά έχει διαμορφώσει τάση στην Ευρώπη.
Η πολιτική είναι εμπόριο. Πουλάς ελπίδες και πληρώνεσαι με εξουσία. Και τα κόμματα είναι μαγαζιά. Οταν η βιτρίνα πάψει να είναι ελκυστική ή το εμπόρευμα θεωρείται ξεπερασμένο, ο πελάτης θα σταθεί στο διπλανό κατάστημα ή θα περάσει απέναντι, να κοιτάξει και στην άλλη πλευρά του δρόμου. Και καθώς οι καιροί μας τρέχουν με κινηματογραφική ταχύτητα, λίγες σταθερές μένουν ανεπηρέαστες απέναντι στον ισχυρό άνεμο. Λέμε ότι οι κοινωνίες αλλάζουν. Αυτό που δεν λέμε είναι ότι πλέον οι αλλαγές θα είναι η κανονικότητα του μέλλοντός μας. Αυτό, όταν το παρατηρείς, όταν το ζεις, δείχνει σοκαριστικό, ενίοτε και οδυνηρό. Ομως πώς θα γεννηθεί το νέο αν δεν πεθάνει το παλιό;