Ραντεβού με το βλέμμα στις θαλάσσιες ζώνες

Ενα τετ α τετ με φειδώ ως προς την ατζέντα και τη διάρκειά του αναμένεται να είναι το σημερινό ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο κτίριο του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη στις 18.40 ώρα Ελλάδας. Το έκτο ελληνοτουρκικό ραντεβού μέσα σε 15 μήνες θα αποτελέσει ακόμη ένα κρας τεστ στη διατήρηση λεπτών ισορροπιών ανάμεσα στις δύο πλευρές του Αιγαίου, με απίθανη ωστόσο την προοπτική να λειτουργήσει ως ορόσημο για το μεγάλο βήμα στα… βαθιά: την εκκίνηση συζήτησης δηλαδή, έστω σε επίπεδο διερεύνησης, για τις θαλάσσιες ζώνες. «Θα αξιολογήσουμε τα γεγονότα μετά τη συνάντηση και θα δούμε το βάθος των θεμάτων» σχολιάζει ανώτατη κυβερνητική πηγή, ενώ χαρακτηριστική είναι και η τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη: «Δεν πρόκειται ποτέ να συμφωνήσουμε σε κάτι άλλο, πέρα από τη μοναδική διαφορά, που είναι ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας (…) Το αν είμαστε πιο κοντά ή όχι, αυτό αξιολογείται από την κάθε συνάντηση ξεχωριστά, είναι δεδομένο ότι υπάρχει πολύς δρόμος για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο».

Εμφαση θα δοθεί ξανά σε όσα μπορούν να φέρνουν κοντά την Αθήνα και την Αγκυρα, όπως δείχνει η αποστροφή ενημερωμένης πηγής ότι «μπορούμε να συνομιλούμε σε μια ταραγμένη περίοδο», και αυτό έχει «αποτελέσματα» στη θετική ατζέντα και «ακόμη και σε ζητήματα στα οποία διαφωνούμε να μην οδηγούμαστε σε κλιμάκωση στο πεδίο». Βασική επιδίωξη συνεπώς είναι η ανανέωση της δέσμευσης για ανοιχτούς διαύλους και για ήρεμα νερά. Εκτός απροόπτου, οι δύο ηγέτες, παρουσία των υπουργών Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν και των επικεφαλής των διπλωματικών τους γραφείων Αννας Μαρίας Μπούρα και Ακίφ Τσαγατάι Κιλίτς, θα δρομολογήσουν τα επόμενα στάδια, ώστε να στρωθεί ο δρόμος για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας.

Ολα δείχνουν άρα ότι είναι αμφίβολο ο Σεπτέμβριος να αποτελέσει παραγωγικό μήνα «θεαματικών» εξελίξεων. Πάντως το Κυπριακό, που ήταν ο… ελέφαντας στο δωμάτιο στην τελευταία συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν τον περασμένο Ιούλιο, θα το θέσει ο Μητσοτάκης σήμερα. Η Αθήνα δείχνει να κρατά την – έστω συγκρατημένη – αισιοδοξία της για επανέναρξη των συνομιλιών, προσδοκώντας να υπάρξει σύντομα μια τριμερής υπό την αιγίδα του ΟΗΕ σε ουδέτερο έδαφος, παρότι παραμένει αδιάλλακτη η τουρκική οπτική περί αναζήτησης λύσης στη βάση των δυο κρατών. Σε πρώτη φάση μένει να φανεί εάν και ποια περιθώρια θα ανοίξουν από τις μεμονωμένες επαφές του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.

Ψηλά στην ατζέντα θα είναι επίσης το Μεταναστευτικό. Η Αθήνα δεν θέλει να «ξεφύγει» μια κρίση, κρίνοντας προσώρας ικανοποιητική τη συνεννόηση με την Αγκυρα, αλλά διπλωματικές πηγές επισημαίνουν ότι είναι αναγκαία η εμβάθυνση της ελληνοτουρκικής συνεργασίας, καθώς οι διακινητές αναπροσαρμόζουν τις μεθόδους τους και ταυτόχρονα εντείνεται η ανησυχία για διάχυση του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Συνολικά η προσοχή της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Νέα Υόρκη είναι σε μεγάλο βαθμό στραμμένη στη Μέση Ανατολή, με την Αθήνα να επικεντρώνεται στις σχέσεις με τον αραβικό κόσμο και να αναδεικνύει τον ρόλο της (και) ως μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας (2025-2026), παρακολουθώντας και την τουρκική δραστηριότητα. Σε συνάντηση με εκπροσώπους αμερικανοεβραϊκών οργανώσεων ο Μητσοτάκης επανέλαβε τη στήριξη της Ελλάδας στο δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, αλλά μίλησε για την ανάγκη να επιτευχθεί άμεσα συμφωνία εκεχειρίας για απελευθέρωση των ομήρων και παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Στην επείγουσα ανάγκη κατάπαυσης του πυρός αναφέρθηκε και ο Γεραπετρίτης σε δείπνο εργασίας υπουργικού επιπέδου για τη Μέση Ανατολή, τονίζοντας ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να συμβάλει στις ειρηνευτικές προσπάθειες ως έντιμος διαμεσολαβητής, όπως είπε, που απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των εμπλεκόμενων μερών.

Τριμερής

Στο μεταξύ σήμερα θα γίνει και η τριμερής Μητσοτάκη, Εμανουέλ Μακρόν και Νίκου Χριστοδουλίδη με αντικείμενο (και) το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου. Στην κυβέρνηση θεωρούν το πρότζεκτ ως μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας, ιδίως για την Κύπρο, ενώ σύμφωνα με ανώτατη κυβερνητική πηγή, «έχουμε καταλήξει στον οικονομικό επιμερισμό, πραγματικό γεωπολιτικό ρίσκο δεν θα υπάρξει».