Ανάλυση: Πότε εκτιμάται να τελειώσει ο πόλεμος στη Ουκρανία – Οι αριθμοί και το διπλωματικό σκηνικό

Πότε θα εξαντληθούν τα ρωσικά αποθέματα αρμάτων μάχης – Οι διπλωματικές ζυμώσεις – Σε σημείο καμπής Ουκρανία και Ρωσία 

Του Αντρέα Πογιατζή

Όποιος είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τα δεδομένα που παρέθεσε ο Κιρίλο Μπουντάνοφ επικεφαλής των ουκρανικών στρατιωτικών υπηρεσιών Πληροφοριών, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης για την Ευρωπαϊκή Στρατηγική στη Γιάλτα, αντιλαμβάνεται ότι η Ουκρανία, βλέπει το τέλος του πολέμου και εισέρχεται στα τελευταία στάδια του, περί τα τέλη του 2025, αρχές 2026.

Η πραγματική ουσία στη συζήτηση βρίσκεται στους αριθμούς. Καθώς ο πόλεμος διανύει τον τρίτο χρόνο, αποτελεί πλέον πόλεμο φθοράς και η πολυτιμότερη πληροφορία, είναι ο χρόνος που μπορούν τα αντιμαχόμενα μέρη να αντικαθιστούν τις απώλειες τους. Οι αριθμοί που κατέθεσε ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Πληροφοριών της Ουκρανίας, Κυρίλο Μπουντάνοφ , η οποίοι υποστηρίζονται και επιβεβαιώνονται από ανεξάρτητους αναλυτές αποκαλύπτουν τα χρονοδιαγράμματα του πολέμου.

Ρωσική Αμυντική Βιομηχανία

Η ικανότητα της ρωσικής βιομηχανίας να παράγει οπλικά συστήματα, ίσως να είναι το κυριότερο στοιχείο / πληροφορία στην εξίσωση, για το πότε θα μπορούσε να τερματιστεί ο πόλεμος. Όπως έχουμε αναφέρει, ο πόλεμος φθοράς, είναι ουσιαστικά ένας πόλεμος αντοχής στους τομείς της οικονομίας, της διπλωματίας και της ικανότητας αντικατάστασης απωλειών.

Με το πέρας του χρόνου ωστόσο, αυτοί οι τομείς επιβαρύνονται ασφυκτικά, φέρνοντας είτε τη μια πλευρά είτε την άλλη, κοντά στο σημείο καμπής όπου η συνέχιση του πολέμου θα επιδείνωσε την θέση της.

Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο που παρέθεσε ο Μπουντάνοφ, είναι ότι η Μόσχα θα παράξει συνολικά 149 άρματα μάχης T-90M μέσα στο 2024.

Σύμφωνα με τα δεδομένα της ανοικτής πλατφόρμας Rosso-Ukranian War Warspotting, η Ρωσία έχασε στα ουκρανικά μέτωπα περί τα 47 άρματα μάχης T-90M φέτος, αριθμός πολύ χαμηλότερος από την προβλεπόμενη παραγωγή, γεγονός που καθιστά δελεαστικό να υποθέσει κανείς ότι η παραγωγή αρμάτων μάχης της Ρωσίας συμβαδίζει με τις απώλειές του στο πεδίο της μάχης

Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί αναλυτές OSINT, υποστηρίζουν ότι αυτή είναι μια επιφανειακή και λανθασμένη προσέγγιση και ότι η πραγματικότητα, είναι πολύ χειρότερη για την Μόσχα.

Σήμερα, η ραχοκοκαλιά του στόλου Αρμάτων Μάχης της Ρωσίας, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό ανασκευή παλαιότερων μοντέλων T-72, T-62 και T-55/54, από τα τεράστια σοβιετικά αποθέματα που διαθέτει. Οπόταν το μεγαλύτερο μέρος των αρμάτων της Ρωσίας σήμερα, στηρίζεται σε μοντέλα που δεν παράγονται πλέον.

Ενώ λοιπόν η Μόσχα έχει τη δυνατότητα να διατηρεί τα προηγμένα άρματα μάχης όπως το T-90M, τα σοβιετικά αποθέματα στερεύουν επικίνδυνα. Σύμφωνα με τον λογαριασμό OSINT @Highmarsed, ο οποίος μέσω δορυφορικών εικόνων εξετάζει τα σοβιετικά αποθέματα (υπαίθριες αποθήκες) παρέχοντας λεπτομερείς αξιολογήσεις, μέχρι τις 6 Ιουλίου 2024 τα αποθέματα των T-55 της Ρωσίας έχουν μειωθεί κατά 31%, των T-62 κατά 37%, και των T-80B κατά 79%, με μόνο το 9% των T-72 να έχουν αφαιρεθεί από την αποθήκευση.

1/ This thread aims to provide some open-source and reproducible facts about Russian pre-war tank storage. ⬇️ pic.twitter.com/W4OZEpOScQ

— Highmarsed (@HighMarsed) July 30, 2024

Σίγουρα τα στοιχεία που παρέχουν αυτοί οι λογαριασμοί, δεν είναι στο 100%, ωστόσο παρέχουν μια εικόνα για τα ρωσικά αποθέματα.

Σύμφωνα με το συγκεκριμένο δίκτυο αναλυτών OSINT, οι οποίοι παρακολουθούν και παρουσιάζουν τις απώλειες στο πεδίο της Ουκρανίας, εκτιμάται ότι από το 2023 μέχρι τις αρχές Οκτώβρη 2024, ο ρωσικός στρατός, έχασε πάνω από 539 άρματα μάχης και 1.830 οχήματα διαφόρων τύπων στην κατεύθυνση Αβντιίβκα στο Ντονέτσκ, αριθμοί που ξεπερνούν δραματικά την παραγωγική ικανότητα της Ρωσίας.

Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, η Ρωσία έχει χάσει από την αρχή του πολέμου, περισσότερα από 3 χιλιάδες άρματα μάχης, (κάτι που επιβεβαιώνεται από πολλούς ανεξάρτητους παρατηρητές) δηλαδή περισσότερα από όσα διατηρούσε εν ενεργεία πριν από την έναρξη του πολέμου, όπως επίσης και πάνω από 30% του αυτοκινούμενου της Πυροβολικού.

Σύμφωνα με την Dara Massicof, και την έκθεση της “Russia’s War Against Ukraine: Where Are We Headed?”, η οποία δημοσιεύθηκε από το Carnegie Endowment for International Peace, τα σοβιετικά αποθέματα της Ρωσίας, θα εξαντληθούν το 2026.

Σύμφωνα ωστόσο με τις ίδιες πηγές, δεν είναι όλα μαύρα για την Μόσχα. Η παραγωγή βαλιστικών πυραύλων Iskander-M, έχει αυξηθεί κατακόρυφα, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται από την ευρεία χρήση τους στο πεδίο.

Πρόκειται για ένα σοβαρό κώλυμα για την Ουκρανία, η οποία δεν μπορεί να αναχαιτίσει πλήρως και παντού αυτούς τους πυραύλους, με τα περιορισμένα αντιαεροπορικά συστήματα της, τα οποία ούτως ή άλλως πολλές φορές ήταν ο στόχος των Iskander-M.

Ένα μέτρο για την αντιμετώπιση αυτής της απειλής που θα μπορούσε να λάβει το Κίεβο, θα ήταν η ανάπτυξη ικανοτήτων “βαθιάς κρούσης”, με κάποιους τύπους δυτικών πυραύλων για να εξουδετερώσει αυτές τις αποθήκες πυραύλων στην αποθήκευση τους. Οι δυτικοί σύμμαχοι ωστόσο βρίσκονται μέχρι στιγμής απέναντι από τέτοιες ιδέες και παρουσιάζονται απρόθυμοι να χαρίσουν και να επιτρέψουν στην Ουκρανία, αυτές τις δυνατότητες.

Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι: Μπορεί η Μόσχα να αυξήσει την παραγωγή της; Σύμφωνα με την Dara Massicof, η αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας έχει “πιάσει ταβάνι” και η περαιτέρω επέκταση και ανάπτυξη της θα απαιτούσε την ανέγερση νέων μεγάλων εργοστασίων ή την κατάργηση των εξαγωγών αμυντικού εξοπλισμού. Προστίθεται ότι η οποιαδήποτε απόπειρα ανάπτυξης των σημερινών παραγωγικών δυνατοτήτων της Ρωσίας θα απαιτούσε το κλείσιμο εργοστασίων για μήνες, για τον εκσυγχρονισμό τους όπως και εκπαίδευση νέων τεχνικών σε μεγάλους αριθμούς. Επίσης η παύση της εξαγωγικής δραστηριότητας θα αφαιρούσε σημαντικά κονδύλια από την Ρωσική Οικονομία. Βεβαίως από την αμυντική βιομηχανία εξαιρούνται τα drones, για πασιφανές λόγους.

Όσον αφορά την κατασκευή νέων εργοστασίων – ας υποθέσουμε – από σήμερα, με όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό και προσωπικό, οι εργασίες θα ολοκληρώνονταν στην καλύτερη περίπτωση σε ένα χρόνο. Οπόταν οποιαδήποτε σημαντική επέκταση, η οποία θα ήταν καταλύτης και στην έκβαση του πολέμου, θα ήταν εφικτή όχι νωρίτερα πριν το 26.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, δικαιολογείται η στροφή της Ρωσίας και η εξάρτηση της στην βοήθεια από τους συμμάχους της, ούτως ώστε να γεφυρώσει το χάσμα των αναγκών της. Επί αυτού, ο Μπουντάνοβ, ανέφερε ότι η Βόρεια Κορέα είναι ο μεγαλύτερος στρατιωτικός εταίρος της Ρωσίας, παρέχοντας της μεγάλους αριθμούς βλημάτων Πυροβολικού.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ξεκινάει να παρατηρείται μια “μαύρη τρύπα”, διότι δεν γνωρίζουν την παραγωγική ικανότητα της Βόρειας Κορέας, ούτε το αν προμηθεύει τη Μόσχα απευθείας από τα αποθέματα της, ούτε το χρονικό διάστημα το οποίο είναι διατεθειμένη η Πιονγκγιάνγκ να συντηρεί την Μόσχα.

Η αμυντική βιομηχανία της Ουκρανίας

Παρ’ όλο που το Κίεβο δεν έχει την παραγωγική δύναμη της Μόσχας, τα εγχώρια έργα είναι πολύ σημαντικά για την άμυνα της Ουκρανίας.

Ενώ η δυτική τεχνολογία που χαρίζεται στο Κίεβο από τους συμμάχους του, λαμβάνει μεγάλο μέρος της προσοχής στους πολιτικούς, διπλωματικούς και ειδικούς κύκλους, η επίδραση της εγχώριας παραγωγής, της εγχώριας τεχνολογίας της Ουκρανίας έχει υποτιμηθεί.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο Μπουντάνοβ ανέλυσε τη στρατηγική σημασία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών μεγάλης εμβέλειας για βαθιά πλήγματα σε ρωσικό έδαφος. Πρόκειται για πλήγματα που κλονίζουν την εμπιστοσύνη του ρωσικού λαού, υπονομεύοντας την πεποίθηση ότι η ηγεσία του παρέχει την απόλυτη ασφάλεια και διασφαλίζει τη στρατιωτική ισχύ της Ρωσίας.

Πέραν των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, σημαντικής στρατηγικής σημασίας ρόλο έπαιξαν και τα μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας (Sea Drones /USV), τα οποία αμφισβητούν την κυριαρχία της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα και πλέον υπολογίζονται ως παράγοντες A2/AD (Anti Access/Area Denial). Τα ουκρανικά USV κατέστρεψαν το ένα τέταρτο του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, επιτρέποντας στο Κίεβο να εξάγει με ασφάλεια τα σιτηρά και τα προϊόντα της.

Εξέχουσας σημασίας και πλέον απαραίτητα στον πόλεμο για την Ουκρανία, είναι και τα drones FPV, τα οποία έχουν αυξηθεί από μερικές χιλιάδες σε δεκάδες χιλιάδες μέσα σε ένα χρόνο. Πρόκειται για ένα όπλο το οποίο αν και αρχικά είχε υποτιμηθεί, κατέλειξε να αντικαθιστά τις μεγάλες ελλείψεις βλημάτων πυροβολικού, για την αναχαίτιση μεγάλων τεθωρακισμένων σχηματισμών, μερικές φορές σε βάθος 20 χιλιομέτρων.

Όπως έχουν αναφέρει πάμπολλες φορές, με κόστος λιγότερο από 1000 δολάρια ανά μονάδα, τα FPV drones, έχουν κυριαρχήσει ως το κύριο μέσο για την εμπλοκή του εχθρού σε μεγαλύτερες αποστάσεις.

Σε αυτό το πεδίο, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις από τους δυτικούς συμμάχους, οι οποίοι αφενός επιθυμούν να συνεχίσουν να βοηθούν το Κίεβο, αφετέρου, δεν θέλουν οι δικοί τους πυραυλοι να πλήττουν ρωσικό έδαφος. Αναμένεται λοιπόν ότι στο άμεσο μέλλον θα παρουσιαστούν κοινά έργα μέσα στα πλαίσια ενός ακόμη πακέτου βοήθειας προς το Κίεβο.

Πέραν από τα όπλα και τους στρατούς….

Όπως υποστήριξε ο Μπουντάνοφ, εαν η Ρωσία δεν τερματίσει τον πόλεμο εντός του αναμενόμενου χρονικού πλαισίου, οι απώλειες της, ακόμη και σε άλλους τομείς πέραν της άμυνας, θα την υποβαθμίσουν από «υπερδύναμη», σε περιφερειακό ηγεμόνα αφήνοντας τις ΗΠΑ και την Κίνα ως τους μοναδικούς παγκόσμιους παίκτες.

Αυτό το σενάριο δεν τροφοδοτείται αποκλειστικά από τις εξελίξεις στο πεδίο, αλλά και από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χρηματοπιστωτική και οικονομική κατάσταση της Ρωσίας.

Στοιχεία της Ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας, του 2023, αποκαλύπτουν απότομη πτώση των ρωσικών εξαγωγών (μείωση κατά 29% σε αγαθά και 17% σε υπηρεσίες) και αύξηση εισαγωγών 10% και 5% αντίστοιχα, κάτι το οποίο προκάλεσε την πτώση του εμπορικού πλεονάσματος. Επιπλέον, τον περασμένο Σεπτέμβριο η Μόσχα αύξησε το βασικό επιτόκιο στο 19%, με τους ρυθμούς πληθωρισμού να ξεπερνούν το 7%.

Η ζοφερή εικόνα αναμένεται να επιδεινωθεί, αν υπολογίσουμε ότι πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού βασίζεται σε κρατικές επιδοτήσεις, το ποσοστό φτώχειας ξεπέρασε το 13% το 2021 (ακόμη και με πολύ χαμηλότερα όρια φτώχειας από ό,τι στη Δύση) και όπου το 62% των Ρώσων δεν έχει αποταμιεύσεις ή τα μέσα για να αντέξει οικονομικά περισσότερα από τα βασικά είδη ανάγκης, η Ρωσία κινδυνεύει να αντιμετωπίσει μια μακροπρόθεσμη οικονομική κρίση που θυμίζει εκείνη που προηγήθηκε της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης

Όλα αυτά, οφείλονται και στις δυτικές κυρώσεις, οι οποίες ναι μεν δεν τερμάτισαν τον πόλεμο, ωστόσο “στραγγαλίζουνσιγά-σιγά την ρωσική οικονομία.

Οι συνομιλίες…

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, δημιουργούνται προοπτικές για μελλοντικές συνομιλίες και διαπραγματεύσεις, με ορόσημο τον Νοέμβριο του 24 και την Σύνοδο Κορυφής για την Ειρήνη, μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ.

Επί τούτου, ο Μπουντάνοφ υποστήριξε ότι δεν πρέπει να υπάρχουν μεγάλες ελπίδες για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, εξαιτίας της ουκρανικής εισβολής στο Κουρσκ, η οποία διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο.

Εαν πραγματοποιηθούν συνομιλίες αυτή την περίοδο, η Ρωσία δεν θα προσέλθει στο τραπέζι από θέση ισχύος. Επιπλέον, θα κλονιστεί το στάτους της, αφού θα παρουσιαστεί πιο αδύναμη για να διαπραγματευτεί δικό της έδαφος. Επομένως, η Ρωσία θα αναζητήσει να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις, όταν θα έχει μια πιο ευνοϊκή θέση.

Αυτά τα δεδομένα, υποδηλώνουν ότι η Μόσχα, δεν αναμένεται να εμπλακεί σοβαρά σε διαπραγματεύσεις τον προσεχή Νοέμβριο, καθυστερώντας τα γεγονότα, μέχρι να ανακαταλάβει το Κούρσκ. Επί του παρόντος ο Ρωσικός Στρατός προετοιμάζεται για μια μεγάλη επιχείρηση στην περιοχή.

Σε διαφορετική περίπτωση, δηλαδή η Μοσχα να μην καταφερει την ανακατάληψη του Κούρσκ, η θέση του Κρεμλίνου και ειδικά του Προέδρου Πούτιν, δυσχαιρένει ακόμη περισσότερο. Η εικόνα του Ρώσου προέδρου θα στιγματιστεί αφού όχι μόνο απέτυχε να προστατέψει ρωσικό έδαφος, αλλά και αναγκάστηκε να διαπραγματευτεί γι’ αυτό. Η αποτυχία ανακατάληψης του Κουρσκ θα μπορούσε να εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για το Κρεμλίνο υπονομεύοντας την εσωτερική εικόνα του Πούτιν.

Από την άλλη, οι ρωσικές πολιτικές ελιτ θα μπορούσαν να παραβλέψουν το Κούρσκ μέχρις ότου η κατάσταση να μετατραπεί σε ένα αποδεκτό και άσχετο γεγονός και δευτερεύων παράγοντας στη λήψη αποφάσεων στη Ρωσία. Αυτό το σενάριο θα ήταν αποδεκτό εαν και εφόσον ο Ρωσικός Στρατός παρουσιάσει μια μεγάλη νίκη σε άλλο μέτωπο.

Εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά τα σενάρια δεν μπορούν να θεωρηθούν ακριβείας. Όλα τα προβλήματα τα οποία αναφέραμε, μπορεί να μην λειτουργήσουν ως παράγοντας εξαναγκασμού του Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμο.

Ο Ρώσος Πρόεδρος, μπορεί κάλλιστα να κεφαλαιοποιήσει τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας, να μειώσει στο ελάχιστο τις κοστοβόρες επιθετικές επιχειρήσεις, εδραιώνοντας την παρουσία του ρωσικού στρατού σε αυτές τις περιοχές. Οι πυραυλικές επιθέσεις θα μπορούσαν να συνεχιστούν κρατώντας την Ουκρανία σε μια κατάσταση αδιεξόδου, περιμένοντας καλύτερες συνθήκες για διαπραγμάτευση.

Όπως αναφέρουν πάντως αρκετοί αναλυτές, ο Πούτιν έχει πλήρη επίγνωση της κούρασης από τον πόλεμο στη Δύση και λειτουργεί με την υπόθεση ότι οι δυτικοί ηγέτες μπορεί να μην έχουν την αποφασιστικότητα και τα κίνητρα να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα βοήθειας προς την Ουκρανία.

Παρ’ όλα αυτά είναι ευρέως αποδεκτό ότι εάν ο πόλεμος δεν τελειώσει, η έντασή του πιθανότατα θα μειωθεί. Αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία χρειάζεται ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο δράσης, είτε αυτό περιλαμβάνει την προετοιμασία για μια πιθανή δεύτερη εισβολή είτε τη διατήρηση ενός πολέμου χαμηλής έντασης.

Με πληροφορίες από: euromaidanpress, ukr.warpotting, carnegieendowment.org