Η Ρουάντα, η Αλβανία και η Ευρώπη

Ποιο είναι το ιδανικό μοντέλο για την ΕΕ όσον αφορά το πρόβλημα της παράτυπης μετανάστευσης και της μείωσης του αριθμού όσων έχουν βρεθεί στο έδαφός της ζητώντας άσυλο, μέσω της μετεγκατάστασής τους σε ενδιάμεσα «κέντρα επαναπατρισμού» που θα βρίσκονται σε τρίτες χώρες; Είναι άραγε εκείνο της Ρουάντας, που βασίζεται στη συμφωνία την οποία έχει υπογράψει μαζί της το Ηνωμένο Βασίλειο; Ή μήπως είναι το αντίστοιχο της Αλβανίας, στο πλαίσιο της δικής της συμφωνίας με την Ιταλία;

Με βάση το ρεπορτάζ του Politico, η πρόεδρος της Κομισιόν θεωρεί πως το πρώτο βρίσκεται πιο κοντά στα «θέλω» και τα «πρέπει» των «27». Κι αυτό διότι, όπως τόνισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στόχος είναι να μεταφέρονται σε αυτά τα κέντρα όσοι κρίνονται πως δεν έχουν δικαίωμα ασύλου στην ΕΕ και όχι εκείνοι των οποίων οι υποθέσεις χρήζουν πιο ενδελεχούς αξιολόγησης.

Το σίγουρο είναι πως αρχικά ο Σαρλ Μισέλ ήθελε να αποφύγει να εντάξει τη μετανάστευση στην ατζέντα του προχθεσινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Διαισθανόταν ενδεχομένως ότι θα βρισκόταν αντιμέτωπος με μια ατέρμονη συζήτηση την ώρα που επιδίωκε ένα θετικό κλείσιμο στο τελευταίο του EUCO στις Βρυξέλλες. Ηθελε πιθανώς να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα της ανταγωνιστικότητας, όμως ο Μάριο Ντράγκι δεν μπορούσε να παρευρεθεί, και το ζήτημα ενδιαφέρει την Ουγγαρία, όπου θα γίνει το άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου.

Παράλληλα, το μέτωπο του Μεταναστευτικού είχε αρχίσει να φουσκώνει. Δεν ήταν μόνο οι μονομερείς κινήσεις, όπως το κλείσιμο των συνόρων από τη Γερμανία, το αίτημα της Ολλανδίας για ρήτρα εξαίρεσης από τους κανόνες ασύλου, οι απειλές Ορμπαν, τα «σκληρά» λόγια του Τουσκ να αναστείλει το δικαίωμα ασύλου. Με φόντο την κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή και τον φόβο για νέες μεταναστευτικές ροές, το τελευταίο διάστημα πολλοί ηγέτες σήκωναν σχεδόν καθημερινά το θέμα, διατυπώνοντας προτάσεις που έβρισκαν άλλους ομολόγους τους στην αντίθετη πλευρά. Οι εξελίξεις έδειχναν προς την κατεύθυνση μιας «συγκρουσιακής» συζήτησης για τη μετανάστευση, όπως έλεγαν χωρίς ενδοιασμούς ευρωπαίοι διπλωμάτες ακόμη και στο ξεκίνημα της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ.

Η πιθανότητα μιας συμφωνίας με συγκεκριμένες αποφάσεις και συμπεράσματα για το Μεταναστευτικό φαινόταν δύσκολη εξαρχής. Ακόμη και στην τελευταία έκδοση του προσχεδίου συμπερασμάτων, αυτά που αντιστοιχούσαν στη μετανάστευση παρέμεναν εντός παρενθέσεων, ενώ δεν υπήρχε αναφορά στο νέο Σύμφωνο. Νωρίς την Πέμπτη διπλωματικές πηγές έλεγαν ότι αναμενόταν μια «μακριά, ευρεία, στρατηγική συζήτηση» μεταξύ των ηγετών, παραπέμποντας τις όποιες αποφάσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου.

Είχε προηγηθεί νωρίτερα η διερεύνηση «καινοτόμων λύσεων» με επίκεντρο την εξωτερική διάσταση της μετανάστευσης στη διευρυμένη συνάντηση των ηγετών δέκα χωρών, που διήρκεσε κάπου πενήντα λεπτά – Ιταλίας, Ολλανδίας, Δανίας, Ελλάδας, Πολωνίας, Τσεχίας, Μάλτας, Ουγγαρίας, Κύπρου, Αυστρίας, Σλοβακίας –, με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στα γραφεία της ιταλικής αντιπροσωπείας στο κτίριο Europa του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ασκήθηκε κριτική στη Γερμανία, ακούστηκαν ιδέες για την εθελούσια επιστροφή σύρων μεταναστών στη Συρία σε συνεργασία με την UNHCR, την αναθεώρηση της οδηγίας επιστροφών, για «κόμβους επιστροφών», αλλά και «κόμβους» κατά μήκος των μεταναστευτικών διαδρομών. Συμφωνήθηκε μάλιστα το μοντέλο της συνάντησης να διατηρηθεί και σε επόμενες συνόδους.

Ενόχληση. Τελικά, η συζήτηση για τη μετανάστευση ξεκίνησε το απόγευμα, λίγο μετά τις 3, ώρα Βρυξελλών, μετά την ολοκλήρωση αφενός της συζήτησης για την Ουκρανία παρουσία Ζελένσκι και αφετέρου για το Μεσανατολικό. Η αδυναμία εξεύρεσης κοινού τόπου ήταν εμφανής από το ξεκίνημα. Μακρόν, Σολτς και Σάντσεθ είχαν ενοχληθεί από τη «μίνι σύνοδο» των «10» νωρίτερα. Ο Τουσκ εξέφρασε αντιρρήσεις για την επίσπευση της εφαρμογής του νέου Συμφώνου, που είχαν ζητήσει Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία. Γερμανία και χώρες υποδοχής με προεξάρχουσα την Ιταλία ήταν σε αντίθετες πλευρές για την εφαρμογή της διαδικασίας μεταφοράς μεταναστών βάσει του Κανονισμού του Δουβλίνου. Στις παρεμβάσεις τους οι ηγέτες επικεντρώθηκαν ο καθένας στο να περιγράψει την κατάσταση και τα προβλήματα στη χώρα του, αρχής γενομένης από τον Τουσκ, ο οποίος πάντως «κέρδισε» τη στήριξη των ομολόγων του περιγράφοντας το σχέδιό του να αντιμετωπίσει την εργαλειοποίηση των μεταναστών από τη Λευκορωσία. Αλλωστε, οι «27» επέδειξαν διάθεση συμβιβασμού και οι τόνοι δεν κινήθηκαν σε συγκρουσιακό επίπεδο, όπως είχε αρχικά εκτιμηθεί. Το δείπνο πάντως «βρήκε» τους ηγέτες να μην έχουν κλείσει ακόμη τη συζήτηση για τη μετανάστευση και την ομάδα του Σαρλ Μισέλ να κάνει μια απόπειρα επαναδιατύπωσης των σχετικών συμπερασμάτων.

Την ώρα εκείνη όλα τα ενδεχόμενα παρέμεναν ανοιχτά, έλεγαν διπλωματικές πηγές και κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί ότι οι ηγέτες θα τα υιοθετούσαν. Το μόνο σίγουρο ήταν, όπως έλεγαν, ότι υπάρχει ευρύτερη αποδοχή από τους «27» μιας σκληρότερης μεταναστευτικής πολιτικής. Τελικά, προς έκπληξη αρκετών, τα συμπεράσματα υιοθετήθηκαν, ίσως όμως διότι δεν κατέληγαν σε αποφάσεις, εκτός πιθανόν από την έμφαση στην ανάγκη αύξησης των επιστροφών, επιτρέποντας ωστόσο αργότερα στον απερχόμενο πρόεδρο του EUCO να μιλήσει για μια «εις βάθος» και «ποιοτική» συζήτηση.