Οι Καστελλορίζιοι στην Αυστραλία – Μια ιστορία πολιτισμικής αντοχής

«Δεν θα σταματήσουμε να εξερευνούμε! Και το τέλος της εξερεύνησης μας θα είναι όταν θα φτάσουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε και θα ανακαλύψουμε το μέρος για πρώτη φορά…» – T. S. Eliot

 

Όπως πολλοί από εμάς, που είμαστε προϊόντα της μεταναστευτικής εμπειρίας, πάντα ένιωθα ότι κάτι έλειπε. Ήταν σαν να υπήρχαν οικογενειακές ιστορίες που έμενε να ειπωθούν και αναμνήσεις βαθιά ριζωμένες που έπρεπε να ανασυρθούν και να ξετυλιχτούν.

Ένα παλιό ρολόι τοίχου και μια ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός νησιωτικού λιμανιού, κρεμασμένη δίπλα του, ήταν ιερά αντικείμενα μιας υλικής κληρονομιάς που μεταφέρθηκε, αλλά σπάνια συζητούνταν, τουλάχιστον όχι με τη νεότερη γενιά. Φαίνονταν να βρίσκονται εκεί για να μαρτυρούν σιωπηλά τα άρρητα γεγονότα. Για μένα, αυτό τα έκανε ακόμη πιο γοητευτικά.

Σήμερα, το Καστελλόριζο, με τα κρυστάλλινα νερά και την πολύχρωμη αρχιτεκτονική του, αποτελεί ένα κόσμημα στην ανατολική Μεσόγειο, με τη σχετική του απομόνωση να ενισχύει την αίγλη και την αίσθηση μοναδικότητας που το διακρίνει. Φωτογραφία: Supplied

Η καταγωγή μου εντοπίζεται σε ένα μικροσκοπικό νησάκι στην ανατολική Μεσόγειο – το Καστελλόριζο. Ένα νησί που έχει περίπου το μέγεθος του Centennial Park του Σίδνεϊ, το Καστελλόριζο έγινε για μένα ένα είδος επίγειου παραδείσου, ένας τόπος όπου, όπως ακούγαμε, το χρυσάφι, το ασήμι, ακόμη και το χαβιάρι αφθονούσαν. Εκεί που οι γυναίκες επιδείκνυαν τον οικογενειακό πλούτο με τα κοσμήματά τους, σαν να ήταν κινητές τράπεζες. Εκεί όπου όλα πήγαν στραβά τόσο γρήγορα, αφήνοντας μια βαθιά καταπιεσμένη λαχτάρα για «επιστροφή», τόσο σε έναν άλλο τόπο όσο και σε έναν άλλο χρόνο.

ΧΑΜΕΝΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ

Αντίθετα με αυτό που συνήθως πιστεύεται, η οικονομική και κοινωνική παρακμή του Καστελλόριζου δεν ξεκίνησε και δεν τελείωσε με την καταστροφή του νησιού κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό το τραγικό τελευταίο κεφάλαιο, με τους σφοδρούς γερμανικούς βομβαρδισμούς, ήταν στην πραγματικότητα το τελειωτικό πλήγμα για ένα υπερήφανο ελληνικό νησί που ήδη αντιμετώπιζε οικονομικές καταστροφές από τα τελευταία είκοσι χρόνια του 19ου αιώνα.

Η ιστορία του Καστελλόριζου ξεχωρίζει, γιατί δεν ακολουθεί τη συνηθισμένη πορεία των άλλων νησιών της χώρας – και όμως παραμένει βαθιά ελληνική. Ένας δυνατός συνδυασμός τοπικής εθνικής περηφάνιας, αυστηρής οθωμανικής εξουσίας, στρατηγικής σημασίας και πολιτιστικής απομόνωσης, μαζί με διάφορα ιστορικά γεγονότα, διαμόρφωσε μια μοναδική διαδρομή για το νησί: από τη μεγάλη ευημερία στα μέσα του 19ου αιώνα, μια τοπική επανάσταση κατά των Τούρκων το 1913, μια σύντομη περίοδο άτυπη ελληνικής κυριαρχίας και στη συνέχεια, διαδοχικές περίοδοι γαλλικής, ιταλικής και βρετανικής κατοχής, ώσπου το 1948 ήρθε η πολυπόθητη και θριαμβευτική de jure ένωση με την Ελλάδα.

Αυτή η φωτογραφία του 1908 από το πολυσύχναστο λιμάνι που κάποτε ήταν το Καστελλόριζο εξακολουθεί να στολίζει πολλά σαλόνια “Kazzies” μέχρι και σήμερα. Φωτογραφία: Εύα Τσολάκη

Αυτά τα διαδοχικά γεγονότα, επιπλέον των σφοδρών βομβαρδισμών και στους δύο πολέμους και ενός καταστροφικού σεισμού το 1926, προκάλεσαν κύμα μετανάστευσης από το νησί από τη δεκαετία του 1880 μέχρι και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι πρώτοι τολμηροί ταξιδιώτες από το νησί ήταν, συνήθως, νέοι άνδρες που αναζητούσαν καινούριες ευκαιρίες σε περιοχές όπως το Βελγικό Κονγκό, η Βραζιλία, η ανατολική ακτή και οι νότιες πολιτείες της Αμερικής, η Γαλλία και, κυρίως, η Αυστραλία. Σταδιακά, καθώς όλο και περισσότεροι μετακόμιζαν, το επίκεντρο της «καστελλοριζιανής εμπειρίας» μετατοπίστηκε από το ίδιο το νησί σε μια μακρινή, πολύ μεγαλύτερη, νησιωτική ήπειρο όπου η ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά του νησιού μεταφέρθηκε σταδιακά.

Το Καστελλόριζο (στο βάθος), όπως φαίνεται από την Τουρκία – η Ανατολία έχει πλέον έναν πιο αμφίσημο – και σίγουρα αβέβαιο – ρόλο. Φωτογραφία: Supplied

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ

Σήμερα, υπολογίζεται ότι πάνω από 80.000 Αυστραλοί έχουν κάποια οικογενειακή σύνδεση με το Καστελλόριζο, ένα νησί που στο απόγειό του φιλοξενούσε πληθυσμό όχι μεγαλύτερο από 10.000 άτομα. Παρόλο που μικρότερες κοινότητες Καστελλοριζιών άνθισαν για πολλές δεκαετίες σε μέρη όπως η Νέα Υόρκη και η Φλοριανούπολη (σ.μ. πρωτεύουσα της πολιτείας Σάντα Καταρίνα στη νότια Βραζιλία), δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σήμερα η καρδιά του νησιού χτυπά πιο έντονα σε πόλεις όπως το Περθ, το Ντάργουιν, το Σίδνεϊ, η Μελβούρνη, το Μπρίσμπαν και η Αδελαΐδα.

Σε αυτά τα πολυπολιτισμικά αστικά κέντρα, τα οικογενειακά ονόματα των Καστελλοριζιών, όπως Πασπάλης, Καϊλής, Λιβέρης, Μιχαήλ, Χαρμάνης, Ζέμπιλας, Μάγκος και Μπόλκας, δεν είναι μόνο συνώνυμα της επιτυχίας, αλλά βαθιά ενσωματωμένα στο σύγχρονο αυστραλιανό μωσαϊκό. Αυτό που τους συνδέει όλους είναι η νοσταλγική – ή, όπως θα έλεγε κανείς, επίμονη – προσκόλληση σε έναν ασβεστολιθικό βράχο 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην ανατολική Μεσόγειο, που έχει δημιουργήσει μια Διασπορά με μια έντονη και αδιάκοπη λαχτάρα για την κληρονομιά της.

Στα σαλόνια τους, βρίσκει κανείς την ίδια πανταχού παρούσα ασπρόμαυρη φωτογραφία του λιμανιού του Καστελλόριζου, γεμάτη από δικάταρτα και τρικάταρτα ιστιοφόρα. Το γεγονός ότι η φωτογραφία αυτή χρονολογείται από την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, τρεις ή και τέσσερις γενιές πίσω, δεν μειώνει τη δύναμή της. Για τους υπερήφανους Έλληνες της Διασποράς, η εικόνα αυτή είναι ταυτισμένη με το Καστελλόριζο, ακόμη κι αν τα χρόνια της ευημερίας αποτελούσαν ήδη από τότε μια μακρινή ανάμνηση. Ωστόσο, κοιτάζοντας τη φωτογραφία, ξυπνούν συχνά αγαπημένες μνήμες, από τις ναυτικές ιστορίες του παππού, το λεπτό κέντημα της γιαγιάς ή τη στολισμένη νυφική φορεσιά.

Εκτός από το παρελθόν των Ιθαγενών της, η Αυστραλία ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ένας λευκός καμβάς για τους πρώτους Έλληνες μετανάστες που έφτασαν όχι μόνο από το Καστελλόριζο, αλλά και από την Ιθάκη, τη Φλώρινα και τα Κύθηρα. Αυτό τους επέτρεψε να αφήσουν γρήγορα το αποτύπωμά τους στον τόπο που επέλεξαν να εγκατασταθούν. Ιδρύθηκαν ενώσεις και χτίστηκαν εκκλησίες (η παλαιότερη Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αυστραλία είναι η Αγία Τριάδα στο Σίδνεϊ, που εγκαινιάστηκε το 1898, λίγο πριν από τα εγκαίνια του Ευαγγελισμού στη Μελβούρνη το 1899). Αναμφίβολα, τέτοιες πρωτοβουλίες ήταν ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της πολιτιστικής και θρησκευτικής ταυτότητας σε μια νέα Γη.

Ωστόσο, στους συμπατριώτες τους Έλληνες, οι Καστελλορίζιοι (ή «Kazzies» όπως έγιναν γνωστοί) έμοιαζαν να προβάλλουν μια αίσθηση «αλλότητας». Μερικές φορές, η ανατολίτικη εκδοχή του «ελληνισμού» που εξέπεμπαν – ένα χαρακτηριστικό κοινό με πολλούς άλλους Έλληνες της Μικράς Ασίας – ξένιζε τους συμπατριώτες τους. Κάποιοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν την αναφορά ενός Έλληνα από έναν άλλο τόπο ως «ξένου». Αυτό, μαζί με άλλες πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, δημιούργησε ενίοτε εντάσεις, όμως με τον καιρό αυτές οι διαφορές ατόνησαν και νέες, μη τοπικές ενώσεις αναδύθηκαν για να αγκαλιάσουν μια ευρύτερη πανελλήνια κοινότητα.

Το πάθος των «Kazzies» για μια ρομαντική «επιστροφή» στο νησί τους άρχισε να αποκτά δυναμική, ακόμη και μετά τη σχετικά ομαλή ενσωμάτωσή τους στην αυστραλιανή κοινωνία. Με τον καιρό, η προσδοκία μεγάλωνε. Όσο πιο «αυστραλοποιημένοι» γίνονταν οι Καστελλορίζιοι, τόσο δυνάμωνε η λαχτάρα τους να ανακαλύψουν ξανά το «χαμένο» τους νησί.

Αξιοποιώντας τις ενθαρρυντικές πολιτικές πολυπολιτισμικότητας της Αυστραλίας, παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα των πρώτων μεταναστών ξεκίνησαν τα δικά τους «προσκυνήματα» στον τόπο όπου ξεκίνησαν όλα. Ιδιοκτησίες που είχαν εγκαταλειφθεί για χρόνια ανακτήθηκαν, νεοκλασικά σπίτια αποκαταστάθηκαν με προσοχή, και η ελληνική ταυτότητα αναβίωσε με υπερηφάνεια. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν γενεαλογικά δέντρα που φτάνουν έως τον 19ο αιώνα, ενώ παλιές φωτογραφίες ανασύρθηκαν από κασέλες, μπήκαν σε κορνίζες και τοποθετήθηκαν ξανά σε περίοπτη θέση.

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Όλα αυτά συνέπεσαν με μια αναγέννηση στο ίδιο το νησί, καθώς τα γαλάζια νερά των ανατολικότερων ελληνικών νησιών έγιναν ο νέος, ανεξερεύνητος παράδεισος για περιηγητές και τουρίστες. Στο Καστελλόριζο, άνοιξαν νέα εστιατόρια, καφετέριες και μπαρ και η προκυμαία, όπου πριν από έναν αιώνα περπατούσαν έμποροι και καπετάνιοι, μετατράπηκε σε χώρο για λουόμενους και επισκέπτες. Στα στενά του νησιού, όμως, άρχισαν πιο προσωπικές στιγμές ανακάλυψης, καθώς παλιές γειτονιές αναζωογονούνταν και οι χιλιοειπωμένες αναμνήσεις έβρισκαν το πραγματικό τους νόημα και πλαίσιο.

Σήμερα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Καστελλοριζιακή Διασπορά στην Αυστραλία είναι πιο ζωντανή από ποτέ, καθώς οι νεότερες γενιές συνδέονται με τον τόπο καταγωγής τους μέσω των τακτικών τους επισκέψεων στο νησί, ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτή η νέα πραγματικότητα διαφέρει σημαντικά από τα πρώτα χρόνια, όταν οι απόδημοι Καστελλορίζιοι είχαν περιορισμένες δυνατότητες σύνδεσης με το νησί. Εκείνη την εποχή, ο μόνος τρόπος να νιώσουν πιο κοντά στην πατρίδα τους ήταν τα απογεύματα που συγκεντρώνονταν στις λέσχες του Σίδνεϊ ή του Περθ, περιτριγυρισμένοι από έγχρωμες φωτογραφίες ενός νησιού που είχε καταστραφεί.

Σήμερα, ωστόσο, οι λέσχες και οι αδελφότητες αποκτούν νέο ρόλο, επικεντρώνοντας τις προσπάθειές τους σε αξιόλογες πολιτιστικές δράσεις, με σκοπό να διαφυλάξουν και να μεταδώσουν την κληρονομιά που οι πρόγονοί τους μετέφεραν σε μια νέα πατρίδα στην άλλη άκρη του κόσμου. Σήμερα, ωστόσο, οι λέσχες και οι αδελφότητες αποκτούν νέο ρόλο, επικεντρώνοντας τις προσπάθειές τους σε αξιόλογες πολιτιστικές δράσεις, με σκοπό να διαφυλάξουν και να μεταδώσουν την κληρονομιά που οι πρόγονοί τους μετέφεραν σε μια νέα πατρίδα στην άλλη άκρη του κόσμου. Οι δεσμοί της Διασποράς με το Καστελλόριζο ενδυναμώνονται επίσης μέσω φιλανθρωπικών οργανώσεων, όπως οι «Φίλοι του Καστελλόριζου», που κατευθύνουν την προσοχή και τη στήριξη των αποδήμων στις ουσιαστικές ανάγκες του νησιού.

Το απόφθεγμα του T. S. Eliot, με το οποίο ξεκίνησε αυτό το κείμενο, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό. Η εμπειρία της Διασποράς των Καστελλοριζιών θα ολοκληρωθεί πλήρως, μόνο όταν το ταξίδι των απογόνων τους κλείσει τον κύκλο του. Είναι μεγάλη τιμή για τους προγόνους μας που ανέλαβαν το ταξίδι εξαρχής, αλλά η πρόκληση – για εμάς και τα παιδιά μας – είναι να ολοκληρώσουμε αυτόν τον κύκλο αναζήτησης και να «γνωρίσουμε» το νησί μας – και μέσα από αυτό, την ίδια την Ελλάδα – για πρώτη φορά.

Το παλιό ρολόι και η φωτογραφία τώρα κρέμονται στο σπίτι μου, αλλά πλέον έχουν αποκτήσει φωνή, καθώς το δραματικό παρελθόν του Καστελλόριζου αποκαλύπτεται σιγά-σιγά. Εύχομαι να συνεχίσουν να αφηγούνται την ιστορία του για πάντα.

Το παραπάνω αποτελεί επεξεργασμένη έκδοση άρθρου που πρωτοδημοσιεύτηκε στο «Greece Is» – Τεύχος 45, 2020, και στη συλλογή ελληνοαυστραλιανών ιστοριών της Δρ. Ελένης Βατσικοπούλου, «Hellenic Dreaming», το 2024.

*Ο Νικόλαος Παππάς είναι συνταξιούχος δικηγόρος και Πρόεδρος των South Sydney Rabbitohs. Είναι επίσης Πρόεδρος της Hellenic Initiative Australia, Γραμματέας του Συμβουλίου της Ελληνικής Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής, διαχειριστής του Greek Orthodox Archdiocese of Australia Consolidated Trust και μη εκτελεστικός πρόεδρος της Bank of Sydney. Έχει διδακτορικό στην οικονομική ιστορία από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ και έχει συγγράψει βιβλία και άρθρα για το Καστελλόριζο.

Ο συγγραφέας Νικόλας Πάππας έχει γράψει εκτενώς για το Καστελλόριζο. Φωτογραφία: Supplied

The post Οι Καστελλορίζιοι στην Αυστραλία – Μια ιστορία πολιτισμικής αντοχής appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.