Ο θάνατος μας πάει πολύ

Βλέπω εδώ και μέρες διαδικτυακές αναρτήσεις με αφορμή την αποδημία του Μίμη Πλέσσα. Από συνεργάτες του και λοιπούς μουσικούς και τραγουδιστές έως ανθρώπους που, απλά, τους συντρόφευσαν τα τραγούδια τους. Και κάνω κάποιες παρατηρήσεις σχετικές με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε την απώλεια ενός σημαντικού καλλιτέχνη, ειδικά από τον χώρο του τραγουδιού, αφού με το συγκεκριμένο είδος και τους εκπροσώπους του έχουμε μια πολύ έντονη σχέση που «ζυμώνεται» με παραδόσεις, μνήμες, ιδεολογικές αναφορές. Το πόσο αγαπάμε το τραγούδι μπορεί εύκολα να καταμετρηθεί από τα εισιτήρια που κόβονται κάθε χρόνο ή τους πελάτες σε συναυλίες, μουσικές παραστάσεις, μουσικές σκηνές, μπουζούκια. Δεν πιστεύω ότι, συγκριτικά με τους πληθυσμούς, συμβαίνει κάτι ανάλογο σε χώρες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ. Εμείς «εδώ στον Νότο» αγαπάμε, χωρίζουμε, χαιρόμαστε, πονάμε, διαμαρτυρόμαστε, πίνουμε και τρώμε τραγουδώντας.

Γέμισε λοιπόν το Διαδίκτυο με τραγούδια του Μίμη Πλέσσα και αναφορές στον σπουδαίο συνθέτη που, σε λίγες μέρες, θα έκλεινε έναν αιώνα ζωής. Μάταια κάποιοι προσπαθούσαν να ρίξουν φως στην κάπως άγνωστη πλευρά του, στη σχέση του με την τζαζ, στις διακρίσεις του στην αλλοδαπή. Η συντριπτική πλειοψηφία πενθούσε, με τον τρόπο της, τον δικό της Πλέσσα. Τον Πλέσσα του «Δρόμου» και των μιούζικαλ του Δαλιανίδη – και είναι αυτά τα μιούζικαλ η συγκολλητική ουσία αρκετών γενεών. Τόσο των δικών μας που προλάβαμε αυτές τις ταινίες, αν όχι στην πρώτη τους προβολή, σε κάποιο καλοκαιρινό σινεμά, όσο και αυτών που τις έβλεπαν το Σαββατόβραδο στην τηλεόραση και τις κρατούν στη μνήμη τους σαν αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής ηλικίας και της οικογενειακής τρυφεράδας.

Γέμισε λοιπόν αυτές τις μέρες το Διαδίκτυο με τον Κούρκουλο (στα καλύτερά του, τότε που τον ερωτευτήκαμε δηλαδή) να χορεύει το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου». Τον Ανδρέα Ντούζο (με τη φωνή του Γιάννη Βογιατζή) να εξομολογείται τον έρωτά του στη Ζωή Λάσκαρη τραγουδώντας το «Η πρώτη μας νύχτα». Τον ίδιο τον Γιάννη Βογιατζή να τραγουδά στην Καραγιάννη το «Ενας ουρανός», τη Ρένα Βλαχοπούλου να χάνει τις στροφές στο «Εχω στενάχωρη καρδιά». Ολη την παρέα του «Ραντεβού στον Αέρα» να ξεφαντώνει (εντός ανοιχτού αυτοκινήτου) με το «Οσο έχουμε τα νιάτα» και σαν να τους καταδιώκει ένα άλλο αυτοκίνητο που τρέχει σε μια άδεια Βουλιαγμένης ενώ η Βλαχοπούλου, ο Ηλιόπουλος, η Λάσκαρη και η Λιάσκου τραγουδάνε «Σαν ξημερώνει Κυριακή» και από δίπλα τούς χαμογελά πάνω στη βέσπα του ο Βουτσάς. Και τον Γιάννη Πουλόπουλο, σε πολύ σφιχτό γκρο, να τραγουδά «Θα πιω απόψε το φεγγάρι».

Μέρες πένθους που, με αφορμή τα τραγούδια του εκλιπόντος, μας γέμισαν χαρά. Σαν να άνοιξε μια πόρτα και γέμισαν τα σπίτια μας με χρώματα, μυρωδιές και ήχους μιας εποχής που είτε τη ζήσαμε, είτε αποτελεί (εκεί ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα) το δυνατό χαρτί της νοσταλγίας. Απότιση φόρου τιμής σε αυτήν και στα νιάτα μας ήταν οι αναρτήσεις για τον Μίμη Πλέσσα. Τον τιμούμε διότι συνέβαλε καθοριστικά στο σάουντρακ της ζωής μας. Ενα σάουντρακ στο οποίο συνυπάρχουν ο Πλέσσας με τον Θεοδωράκη, ο Χατζιδάκις με τον Τσιτσάνη και τον Βαμβακάρη, οι Πολ με τον Μικρούτσικο και τον Μαχαιρίτσα, το «Μπέλα Τσάο» με το «Τόσα καλοκαίρια». Κι αυτές οι αντιφάσεις ήταν η ζωή μας. Αλίμονο με τις μονοθεματικές ζωές.

Κάθριν

Η πρώτη μαζική συμμετοχή του κόσμου σε κηδεία καλλιτέχνη ήταν το μακρινό 1982 στην κηδεία της Ελλης Λαμπέτη. Χιλιάδες είχαν συρρεύσει τότε στο Α’ Νεκροταφείο κυρίως για να δουν από κοντά τους ηθοποιούς που υπέθεταν ότι θα βρίσκονταν εκεί. Θυμάμαι να πηδάνε πάνω από τάφους για να φτάσουν την Αλίκη Βουγιουκλάκη και να της ζητήσουν αυτόγραφο. Και όταν εκείνη, δικαιολογημένα ενοχλημένη, τους είπε «Μην είστε κάφροι, σε κηδεία είμαστε», ο θαυμασμός έγινε οργή. «Ενα αυτόγραφο της ζήτησα κι αυτή με είπε Κάθριν. Ακου Κάθριν» φώναζε μια κυρία.

Λίγο μπάστα με το ρετούς στις φωτογραφίες που ανεβάζουμε στα σόσιαλ μίντια

Οσοι ανέβασαν κάποιες για να επιβεβαιώσουν τη σχέση τους με τον Μίμη Πλέσσα έκαναν ρετούς στον εαυτό

τους αλλά τα σκάγια έπαιρναν και τον εκλιπόντα. Εκατό ετών και ούτε ρυτίδα, ούτε πανάδα, ούτε τίποτα