COVID-19: Η εμπιστοσύνη προς τους κυβερνώντες… πήγε περίπατο

Η εμπιστοσύνη προς τους κυβερνώντες διαβρώθηκε και αυστηρά μέτρα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της έξαρσης COVID-19 -όπως τα lockdowns- είναι απίθανο να γίνουν και πάλι αποδεκτά από τους πολίτες, είναι ορισμένα μόνο από τα συμπεράσματα της ανεξάρτητης έρευνας για την ανταπόκριση των Αρχών στην πανδημία του κορονοϊού (COVID-19 Response Inquiry).

Διαπιστώθηκε επίσης ότι παρά τις αρχικές «επιτυχίες», οι καθυστερήσεις με τα εμβόλια κόστισαν σε ανθρώπινες ζωές -και πέρα από τον σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο, που ήταν ιδιαίτερα βαρύς για την παροικία μας- στοίχισαν στην Οικονομία της χώρας περί τα 31 δισ. δολάρια.

Ακόμα, κατά την έρευνα πάντα, σχεδόν πέντε χρόνια αργότερα, τα παιδιά εξακολουθούν να υποφέρουν από τις ψυχικές και ακαδημαϊκές συνέπειες του κλεισίματος των σχολείων, υπάρχει μία απροθυμία ως προς τους εμβολιασμούς, οι καθυστερήσεις σε χειρουργικές επεμβάσεις συνεχίζουν να ταλαιπωρούν τα νοσοκομεία και οι εργαζόμενοι στην «πρώτη γραμμή» υγείας έχουν εξαντληθεί.

Τονίζεται δε ότι «υπήρχε ελάχιστη σαφήνεια όσον αφορά τους ρόλους και τις αρμοδιότητες, ιδίως μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των Πολιτειών και των Περιοχών … [Αυτό] προκάλεσε σημαντική δυσφορία, καθυστερήσεις και αυξημένο κίνδυνο βλάβης σε βασικούς τομείς της αντιμετώπισης της πανδημίας».

«Μία από τις πιο συνηθισμένες φράσεις που ακούσαμε κατά τη διάρκεια της έρευνας ήταν «να επιδιοθρώνουμε το αεροπλάνο ενώ πετούσε».

Κατά τον ομοσπονδιακό υπουργό Υγείας, Mark Butler, μάλιστα, «το εντυπωσιακό συμπέρασμα … είναι ότι αυτή τη στιγμή, είμαστε αναμφισβήτητα σε χειρότερη θέση ως χώρα να αντιμετωπίσουμε μια πανδημία από ό,τι ήμασταν στις αρχές του 2020».

Πιο συγκεκριμέμα, όπως επισημαίνεται από την Επιτροπή που διεξήγαγε την COVID-19 Response Inquiry -την ανώτερη δημόσια υπάλληλο Robyn Kruk, την Επιδημιολόγο, καθηγήτρια Catherine Bennett και την Οικονομολόγο, Δρ Angela Jackson- αρχικά ανταπόκριση της Αυστραλίας στην πανδημία κατέγραψε επιτυχίες, με τους κυβερνώντες να λαμβάνουν «θαρραλέες αποφάσεις».

Δίχως αυτά τα μέτρα, αναφέρεται -ανάμεσα σε άλλα- ότι ο αριθμός των νεκρών από την COVID-19 θα ήταν αρκετές φορές μεγαλύτερος.

Ωστόσο, «άρχισαν να εμφανίζονται ρωγμές» στο σχέδιο ανταπόκρισης, καθώς η πανδημία συνεχιζόταν και η επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων Αρχών ήταν συχνά «ανεπαρκής», υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών.

«Η εμπιστοσύνη έχει … διαβρωθεί και πολλά από τα μέτρα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της COVID-19 είναι απίθανο να γίνουν αποδεκτά από τον πληθυσμό ξανά», υπογράμμισε η Επιτροπή.

Οι συστάσεις επικεντρώθηκαν στην καλύτερη ετοιμότητα και τον συντονισμό μεταξύ των επιπέδων διακυβέρνησης, ώστε να βελτιωθεί η ετοιμότητα για μελλοντικές πανδημίες. Συνιστώνται επίσης μελέτες για τις επιπτώσεις στα παιδιά και στην ψυχική υγεία του πληθυσμού.

«ΕΠΟΜΕΝΗ ΠΑΝΔΗΜΙΑ»

Ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας, καλωσόρισε τα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία, όπως είπε, δεν προσπάθησε να «βρει εξιλαστήριο θύμα» και «δεν έβγαλε καθόλου απωθημένα».

«Είναι πολύ ανθρώπινο … να θέλουμε να προχωρήσουμε και να αποφύγουμε να αναμοχλεύσουμε αυτό που ήταν μια πολύ οδυνηρή περίοδος για την κοινότητά μας», δήλωσε.

«Αλλά έχουμε την ευθύνη … να δημιουργήσουμε ένα εγχειρίδιο υψηλού επιπέδου για την επόμενη πανδημία, επειδή γνωρίζουμε ότι θα υπάρξει επόμενη πανδημία».

Αναφερόμενος στη διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους κυβερνώντες είπε ότι «αυτό αποτελεί σοβαρή ανησυχία, διότι θα υπάρξει και άλλη τέτοια επιδημία. Ελπίζω να μην γίνει κάτι τέτοιο για πολύ καιρό ακόμη, αλλά θα υπάρξει … Θα μπορούσε να είναι ακόμα και πιο θανατηφόρα από ό,τι ήταν η COVID-19».

«Πρέπει να ξαναχτίσουμε αυτή την εμπιστοσύνη, και κεντρικό ρόλο σε αυτό παίζει η εμπιστοσύνη που έχει η κοινότητα ότι οι αποφάσεις που λαμβάνει η κυβέρνηση εξισορροπούν τον κίνδυνο και τα οφέλη μιας συγκεκριμένης απόφασης».

Ο κ. Butler ανέφερε ότι το Υπουργικό Δυμβούλιο συμφώνησε να αναθέσει στις αρμόδιες υπηρεσίες να εξετάσουν πώς θα ενεργήσουν βάσει των συστάσεων.

Επί του παρόντος, όπως έγινε γνωστό, η κυβέρνηση θα επιδιώξει να λειτουργήσει μέχρι τον Ιανουάριο του 2026 ένα νέο Κέντρο Ελέγχου Ασθενειών (Centre for Disease Control – CDC) στην Καμπέρα, ο οποίος αποτέλεσε βασική προεκλογική υπόσχεση των Εργατικών.

Η ομοσπονδιακή υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών, Amanda Rishworth, δήλωσε ότι ένας αμερόληπτος εθνικός φορέας όπως το CDC θα μπορούσε να συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών σε περίπτωση μελλοντικών επιδημιών.

«Ελπίζω ότι καθώς θα δημιουργούμε αυτή τη … διαφάνεια (στη λήψη αποφάσεων) αλλά και την παροχή στοιχείων σε πραγματικό χρόνο, θα παρέχουν στους ανθρώπους τη διαβεβαίωση ότι αυτό που τους ζητάμε να κάνουν είναι πράγματι κάτι που πρέπει να κάνουν», δήλωσε η κα Rishworth την Τετάρτη στο ραδιόφωνο του ABC.

«Το Centre for Disease Control θα είναι ανεξάρτητο, αλλά νομίζω ότι το σημαντικότερο είναι ότι θα είναι πολύ πιο ευέλικτο και ‘διαφανές’ με τα στοιχεία».

Ο πρώην αναπληρωτής επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας της Αυστραλίας, Nick Coatsworth, αναφερόμενος στα συμπεράσματα της έρευνας, υποστήριξε ότι σε μια πιθανή μελλοντική πανδημία τα lockdowns για θα είναι πιο δύσκολο να επιβληθούν.

«Θα είχαμε μια πραγματική πρόκληση… », δήλωσε στην εκπομπή Today του Nine. «Θα έπρεπε να είμαστε εξαιρετικοί στην επικοινωνία των λόγων».

«ΕΠΙΤΥΧΙΑ» ΚΑΙ «ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ»

«Συνολικά, πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι υπερήφανοι για όσα πετύχαμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας … Η Αυστραλία ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες χώρες στην αντιμετώπιση της», ανέφερε η έκθεση της Επιτροπής για την αξιολόγηση της ανταπόκρισης στην COVID-19, προσθέτοντας ότι:

«Αυτή η έρευνα έχει ως στόχο να χρησιμοποιήσει το πλεονέκτημα της ‘εκ των υστέρων γνώσης’ για να καθοδηγήσει τις μελλοντικές ενέργειες: όχι για να ‘διορθώσει’ τις ενέργειες που έγιναν κατά τη διάρκεια της τελευταίας πανδημίας ή να χλευάσει τις αποφάσεις που ελήφθησαν…».

«Ενώ ο τύπος και ο χρόνος της επόμενης πανδημίας παραμένει αβέβαιος, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι είναι πιθανό να εμφανιστεί εντός της ζωής μας».

Πιο συγκεκριμένα, οι αξιολογήτριες επισήμαναν ότι η Αυστραλία «αναγνωρίστηκε παγκοσμίως» για τα στοιχεία της αντίδρασής της και ότι τα ποσοστά μόλυνσης με COVID-19, νοσηλείας και θανάτου ήταν από τα χαμηλότερα παγκοσμίως κατά τους πρώτους 18 μήνες της πανδημίας.

«Χάσαμε πάρα πολλές ζωές, αλλά σώσαμε επίσης χιλιάδες, και αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό καθώς προβληματιζόμαστε».

Ωστόσο, διαπιστώνεται ότι η ετοιμότητα της χώρας ήταν «ανεπαρκής», επισημαίνοντας ιδίως την έλλειψη προηγούμενης συνεργασίας σε ολόκληρη την ομοσπονδία για να συμφωνηθεί ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπιζόταν μια πανδημία.

Ο καθορισμός αυτών των ρόλων για την επόμενη φορά -συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης για την καραντίνα, τη δημιουργία ιατρικών αποθεμάτων και τις αποφάσεις για τα σύνορα- ήταν μια από τις βασικές συστάσεις της Επιτροπής.

ΤΑ ΜΕΤΡΑ

Η Επιτροπή, έκρινε και τα μέτρα ελήφθησαν, όπως το κλείσιμο των συνόρων, τα «λουκέτα» στα σχολεία, τις εντολές υποχρεωτικού εμβολιασμού και το σχέδιο αντιμετώπισης της COVID-19 στους οίκους ευγηρίας.

Διαπιστώθηκε ότι οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων, «συχνά» δεν έδιναν αρκετή βαρύτητα στις επιπτώσεις των αποφάσεών τους στους πολίτες και δεν γνωστοποιούσαν τα στοιχεία που κρύβονταν πίσω από τις αποφάσεις τους αυτές.

«Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν νομίμως να περιορίσουν ορισμένα ανθρώπινα δικαιώματα κατά την εφαρμογή της αντίδρασής τους στην COVID-19 … [Αλλά] ορισμένοι περιορισμοί ήταν ανεπαρκώς αιτιολογημένοι ως προς την έκταση και/ή τη διάρκεια, δυσανάλογοι προς τον κίνδυνο και εφαρμόζονταν με ασυνέπεια σε ολόκληρη τη χώρα», επισήμανε η Επιτροπή.

Πιο συγκεκριμένα, οι αξιολογήτριες επαίνεσαν την αρχική αντίδραση της Αυστραλίας, συμπεριλαμβανομένου του γρήγορου κλεισίματος των διεθνών συνόρων και της απόφασης του τότε πρωθυπουργού Scott Morrison να συγκροτήσει το Εθνικό Συμβούλιο (national cabinet).

Επικρότησαν «σθεναρά» την αποφασιστικότητα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και τον «ορατό και σημαντικό ηγετικό ρόλο» που ανέλαβε ο κ. Morrison.

Τα μέτρα που ελήφθησαν και το επίδομα JobKeeper, ενίσχυσε τότε την εμπιστοσύνη των πολιτών να «κάνουν το σωστό», δημιουργώντας μια αίσθηση εθνικού σκοπού (Team Australia).

Επικρίθηκε όμως ο αποκλεισμός των περιστασιακά εργαζομένων από επιδόματα και αναφέρεται ότι, αντίθετα, σε ορισμένες περιπτώσεις δόθηκαν τόσα χρήματα που οδήγησε σε «υπερβολική εξοικονόμηση».

Σημειώνεται ότι ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, δήλωσε ότι αυτή η «υπεραντιστάθμιση» με μία σειρά από επιδόματα , σήμαινε ότι «ο πληθωρισμός ήταν τουλάχιστον 2% υψηλότερος (σήμερα) από ό,τι θα μπορούσε να είναι».

Υποστήριξε ότι η οικονομική αντίδραση στην πανδημία περιλάμβανε «πολύ καλές ιδέες που εφαρμόστηκαν άσχημα και ήταν κακώς στοχευμένες».

Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Peter Dutton «απάντησε» ότι τα συμπεράσματα της Επιτροπής έχουν «πολιτικές προεκτάσεις».

«Αν οι Εργατικοί (μπορούσαν να επηρεάσουν τις αποφάσεις) … θα είχαν δαπανηθεί επιπλέον 81 δισεκατομμύρια δολάρια … Νομίζω ότι η Αυστραλία θα πρέπει να είναι υπερήφανη τελικά για ό,τι συνέβη».

Η Επιτροπή πάντωw, ακόμα και σε αυτό το «πετυχημένο» στάδιο ανταπόκρισης στην COVID-19 εντόπισαν παραλείψεις.

Αναφέρεται ότι η κήρυξη εθνικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης από τον ομοσπονδιακό υπουργό Υγείας έγινε χωρίς επαρκή αξιολόγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ότι υπήρξε κακοδιαχείριση στις εξαιρέσεις από το κλείσιμο των διεθνών συνόρων.

Χαρακτήρισαν το κλείσιμο των συνόρων μια «γενναία αλλά και δύσκολη απόφαση» με μια «αποσπασματική» εφαρμογή.

«[Αυτό] οδήγησε σε απογοήτευση, σύγχυση και άγχος (γι’ αυτούς που ταξίδευαν και) … προσπαθούσαν να περιηγηθούν στο χάος».

Υπήρχαν «υψηλά επίπεδα αγανάκτησης και θυμού», ενώ σε ορισμένους οι Αρχές αρνήθηκαν ταξιδιωτικές εξαιρέσεις για να δουν ετοιμοθάνατα μέλη της οικογένειάς τους ή να παραστούν σε κηδείες (κάτι που συνέβη και σε πολλούς συμπάροικους).

Επίσης, ασκήθηκε κριτική στο χειρισμό των ανησυχιών για την προστασία της ιδιωτικής ζωής σχετικά με την εφαρμογή παρακολούθησης σε σχέση με ην εφαρμογή COVIDsafe, η οποία, όπως επισήμανε και η Επιτροπή, ήταν τελικά ανεπιτυχής.

«ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ»

Η Επιτροπή διαπίστωσε ακόμα ότι το «πνεύμα Team Australia» διαλύθηκε με την πάροδο του χρόνου και ότι οι ενδεχόμενες δημόσιες διαφωνίες μεταξύ των αρχηγών κυβερνήσεων έπληξαν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

«Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την εμπιστοσύνη στην Επιστήμη ήταν όταν οι (κατά Πολιτείες και Περιοχές) κυβερνήσεις ακολουθούσαν διαφορετικές προσεγγίσεις σε παρόμοιες καταστάσεις, ενώ έλεγαν στο κοινό ότι έπρατταν αυτά που κατά την Επιστήμη».

Σημειώνεται ότι το Εθνικό Συμβούλιο ήταν «ανεπαρκώς προετοιμασμένο» για την καραντίνα σε ξενοδοχεία και ότι εξακολουθεί να μην είναι σαφές ποιανού ευθύνη θα έπρεπε να είναι το σύστημα αυτό.

«Πολύπλοκη υλικοτεχνική υποδομή έπρεπε να τεθεί σε εφαρμογή εντός 72 ωρών… Υπήρξε ελάχιστη σκέψη σχετικά με το κατάλληλο εργατικό δυναμικό και ελάχιστος χρόνος για σχεδιασμό», υπογραμμίζεται.

Η καραντίνα, αναφέρεται, δε θα πρέπει να εφαρμοστεί ξανά με τον ίδιο τρόπο και ότι, εκ των υστέρων, οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να είχαν κάνει καλύτερη χρήση της αυτοαπομόνωσης κατ’ οίκον.

«Η υπόθεση ότι οι Αυστραλοί που επέστρεφαν από την πατρίδα τους δεν θα έκαναν επαρκή καραντίνα [ήταν] χωρίς καλά στοιχεία… [και] βασίστηκε στην παραδοχή ότι οι πολίτες δεν μπορούσαν να είναι αξιόπιστοι».

«Αυτό αναμφίβολα ενίσχυε τα αισθήματα καταπίεσης που εξέφραζαν οι άνθρωποι που βρίσκονταν σε καραντίνα».

«LOCKDOWNS»

Παρόμοια κριτική άσκησαν και στις εντολές για lockdowns σε πολιτειακό επίπεδο (με τη Βικτώρια να «πρωταγωνιστεί») και για τη χρήση μάσκας, λέγοντας ότι αυτές συχνά δεν καθοδηγούνταν από αυστηρά στοιχεία και αξιολόγηση σε πραγματικό χρόνο.

«Η αποτελεσματικότητα συνάγεται από τον συνολικό αναφερόμενο αριθμό κρουσμάτων, αλλά αυτή είναι μια πολύ περιορισμένη προσέγγιση αξιολόγησης και δεν αποκάλυπτε ποιοι [περιορισμοί] ήταν αποτελεσματικοί και αν οι ρυθμίσεις αυστηρότητας ήταν σωστές».

Ως προς τη Βικτώρια γίνεται αναφορά στις καθημερινές συνεντεύξεις Τύπου που παραχωρούσε ο τότε πρωθυπουργός, Daniel Andrews, αλλά διαπιστώθηκε ότι οι ηγέτες «δεν εξηγούσαν με σαφήνεια τα στοιχεία που υποστήριζαν τη συνεχιζόμενη επιβολή» μέτρων όπως η παρατεταμένη απομόνωση ή τα lockdowns.

Στη Νέα Νότια Ουαλία, όπου οι αστυνομικοί είχαν την αποκλειστική αρμοδιότητα για την επιβολή των εντολών δημόσιας υγείας, τα επιτόπια πρόστιμα ήταν υψηλότερα από τις ποινές για τα υφιστάμενα ποινικά αδικήματα και επιβάλλονταν δυσανάλογα σε ορισμένες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των Ιθαγενών, των ατόμων με μη ασφαλές οικιακό περιβάλλον και των ατόμων των οποίων η κύρια γλώσσα δεν ήταν τα Αγγλικά.

Η Επιτροπή επισήμανε ακόμα ότι οι κυβερνήσεις δεν συνέλεγαν πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο σχετικά με τις επιπτώσεις των lockdowns στην ψυχική υγεία ή τις επιπτώσεις στα παιδιά από το κλείσιμο των σχολείων.

«Δεν υπήρχε συνεχής παρακολούθηση της αναλογικότητας των αντιδράσεων… Παρεμβάσεις όπως τα lockdowns θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο ως έσχατη λύση και όχι ως μέτρο πρώτης γραμμής για τον έλεγχο των ασθενειών».

Τα lockdowns, αναφέρεται, διέβρωσαν την εμπιστοσύνη του κοινού και «έχασαν την αξιοπιστία τους (ως μέτρα) στο αυστραλιανό κοινό».

«Στο μέλλον, οι πολίτες θα ανεχτούν μόνο σύντομα lockdowns, μπορεί και καθόλου, και πιθανώς θα μειωθεί η συμμόρφωση του κοινού (σε αυτά τα μέτρα)».

Οι αξιολογήτριες γράφουν ότι υπήρχε η αντίληψη ότι ορισμένοι περιορισμοί, ιδίως οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας και οι περιορισμοί μετακίνησης, αφορούσαν περισσότερο τη διευκόλυνση της αστυνόμευσης παρά την υποστήριξη της υγειονομικής αντιμετώπισης της πανδημίας.

Κατηγόρησαν δε τις πολιτειακές κυβερνήσεις για μια επικοινωνιακή στρατηγική σχετικά με την ανάγκη για μέτρα, ιδίως επειδή δεν παραδέχθηκαν πότε ότι οι περιορισμοί που επιβάλλονταν υποκινούνταν από την ανησυχία για τη δυναμικότητα των νοσοκομείων.

Όπως προστίθεται, τα δικαιώματα των παιδιών και τα δικαιώματα των ηλικιωμένων «υποβαθμίστηκαν» για να υποστηριχθεί η αντίδραση της δημόσιας υγείας.

«ΕΜΒΟΛΙΑ»

Η Επιτροπή επισήμανε επίσης τη διάβρωση της εμπιστοσύνης που προκαλείται από τις εντολές υποχρεωτικού εμβολιασμού, την οποία συνέδεσαν με τη σημερινή «κόπωση για τα εμβόλια» και την μείωση των ποσοστών εμβολιασμού κατά της COVID-19.

Επισημαίνεται ότι οι όποιες μελλοντικές εντολές θα πρέπει να είναι «προσεκτικά ισορροπημένες».

The post COVID-19: Η εμπιστοσύνη προς τους κυβερνώντες… πήγε περίπατο appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.