Ανεβαίνουν γολγοθά για να πάνε σχολείο

Ο Αλέξανδρος ταξιδεύει από το Φλαμπουράρι στη Χρυσοβίτσα, σε δρόμους κακοτράχαλους και παγωμένους. Η Ελένη από το Μάρκου στη Βυτίνα και το απόγευμα πάλι πίσω για το φροντιστήριο. Ο Στέλιος και ο Αντώνης χρειάζονται 45 λεπτά για να περάσουν απέναντι, με το καΐκι, από τον Κάλαμο στον Μύτικα. Η Ιωάννα τσεκάρει κάθε πρωί τα μποφόρ για να πάει από την Αντίπαρο στην Πάρο και το «σχολικό του Αιγαίου» μεταφέρει τους μαθητές από τη Θύμαινα στους Φούρνους με μπουνάτσα ή τρικυμία, με 6 και 7 μποφόρ.

Μικροί μαθητές, μαθητές-ήρωες, ταλαιπωρούνται καθημερινά διεκδικώντας το δικαίωμα στη γνώση, το δικαίωμα να έχουν όνειρα και να τα κάνουν πραγματικότητα. Τα αυτονόητα δεν είναι πάντα αυτονόητα, κάποιες φορές θέλουν κόπο. Τα παιδιά θυσιάζουν τον ύπνο τους, τον χρόνο και την ενέργειά τους για να φτάσουν σε ένα σχολείο χιλιόμετρα μακριά. Πολλές φορές στερούνται και το παιχνίδι, απαραίτητο σε αυτές τις ηλικίες. Αλλά είναι πάντα εκεί, στη στάση του λεωφορείου ή στο λιμανάκι περιμένοντας το καΐκι, για να μη χάσουν το πρώτο κουδούνι.

Πίσω από τους μαθητές βρίσκονται πάντα οι γονείς τους, ανεβαίνουν και αυτοί τον δικό τους γολγοθά. Αποζημιώνονται μόνο με το χαμόγελο των παιδιών τους όταν παίρνουν το απολυτήριο, όταν μπαίνουν στο πανεπιστήμιο, όταν παίρνουν το πτυχίο τους, όταν ανοίγουν τα δικά τους φτερά.

Στο μεταξύ, η περιφέρεια ερημώνει, το Δημογραφικό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, κίνητρα για την επιστροφή στα χωριά δεν δίνονται και τα σχολεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο…

Αλέξανδρος, 15 ετών

Φλαμπουράρι – Χρυσοβίτσα

«Ξυπνάω στις 6.30 το πρωί. Ετοιμάζομαι γρήγορα και πηγαίνω στην πλατεία. Στις 6.45 φεύγουμε για τα υπόλοιπα χωριά. Κάνουμε 5 στάσεις». Αυτή είναι η οδύσσεια του 15χρονου Αλέξανδρου Βλαχιώτη. Διανύει καθημερινά 112 χιλιόμετρα από το Φλαμπουράρι του Ανατολικού Ζαγορίου μέχρι το γυμνάσιο της Χρυσοβίτσας Μετσόβου, σε έναν δύσβατο δρόμο. «Γι’ αυτό δεν τρώει πρωινό. Ζαλίζεται στο λεωφορείο» λέει η μητέρα του, η κυρία Μαρία. Στη διαδρομή ο Αλέξανδρος ακούει μουσική. Σπανίως τον παίρνει ο ύπνος, αλλά ακόμα και αν κοιμηθεί θα ξυπνήσει στην επόμενη λακκούβα. Και όταν χιονίζει; «Ο δρόμος έχει πάγο και γλιστράει. Γίνεται μερικές φορές λίγο φοβιστικό. Κάποιες φορές λόγω του χιονιού το λεωφορείο δεν μπορεί να φτάσει στο χωριό» απαντά. Οι γονείς του δεν μπορούν να εγκαταλείψουν το χωριό. Λειτουργούν τον κοινοτικό ξενώνα και ασχολούνται με ξυλουργικές εργασίες. Η μητέρα του σκέφτεται μήπως καταφέρουν να νοικιάσουν μια μικρή γκαρσονιέρα στα Γιάννενα για να μείνει με τον μεγαλύτερο αδερφό του. Ο ίδιος, ο μοναδικός σήμερα μαθητής από το Φλαμπουράρι, θέλει να γίνει δάσκαλος για παιδιά σε απομακρυσμένα χωριά. «Θέλω να δώσω κατανόηση και αγάπη σαν αυτή που πήρα εγώ από τους καθηγητές μου».

Ελένη, 16 ετών

Ράφτησ Γορτυνίας – Βυτίνα

80 χιλιόμετρα την ημέρα πηγαινέλα. Τόση είναι η απόσταση που διανύουν καθημερινά οι μαθητές από τον Ράφτη Γορτυνίας για να φτάσουν στο σχολείο της Βυτίνας. Το ταξί τούς παίρνει από το χωριό αξημέρωτα. Από εκεί περνούν ένα ένα τα χωριά Μελισσόπετρα, Μάρκου, Ζάτουνα, μέχρι να φτάσουν στη Δημητσάνα, από όπου περνάει το λεωφορείο. Η Ελένη από το χωριό Μάρκου είναι 16 ετών, μαθήτρια της Β’ Λυκείου. Κάθε πρωί ξυπνάει στις 6.30 για να φτάσει στη Βυτίνα. «Τον περασμένο χειμώνα είχε χιονίσει και ο δρόμος είχε πάγο και γλιστρούσε. Το ταξί μας πήγε στη Δημητσάνα, το λεωφορείο όμως είχε κολλήσει και δεν μπορούσε να έρθει. Περιμέναμε μιάμιση ώρα στο κρύο για να έρθει άλλο. Εννοείται ότι χάσαμε τις πρώτες ώρες» λέει. Η Ελένη θέλει να γίνει περιβαλλοντολόγος. «Μεγάλωσα στο χωριό, μέσα στη φύση, και αγαπώ το περιβάλλον». Τα απογευματινά φροντιστήρια είναι επίσης στη Δημητσάνα. «Μερικές φορές μένω εκεί και μου φέρνουν οι γονείς μου φαγητό εκεί. Αλλες φορές επιστρέφω στο χωριό και το απόγευμα κάνω το ίδιο ταξίδι» λέει. «Παρά την ταλαιπωρία δεν θα άλλαζα το σχολείο μου! Με τους συμμαθητές μου και τους καθηγητές μου είμαστε μια οικογένεια» τονίζει κατηγορηματικά.

Ιωάννα

Αντίπαρος – Πάρος

Θυμάστε τη «Μανταλένα» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ; «Οποιος πάει με εμένα πάει γρήγορα» έλεγε ο Λάμπης (Παπαμιχαήλ). «Οποιος πάει με εμένα πάει σίγουρα» απαντούσε η Μανταλένα (Βουγιουκλάκη). Τα χρόνια πέρασαν και το φέριμποτ από την Αντίπαρο στην Πάρο πηγαίνει πλέον και γρήγορα και σίγουρα. Η Ιωάννα το παίρνει κάθε πρωί για να πάει στο λύκειο της Πάρου. «Συχνά βγαίνει απαγορευτικό και το φέριμποτ δεν πηγαίνει μέχρι απέναντι. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, οι απουσίες είναι δικαιολογημένες» λέει. Στην Πούντα την περιμένει το λεωφορείο για να προλάβει την πρώτη ώρα.Μέχρι και την Α’ Λυκείου μπορεί ένας μαθητής να φοιτήσει στην Αντίπαρο, για τη Β’ και τη Γ’ Λυκείου, όμως, πρέπει να πηγαίνει αναγκαστικά στην Πάρο. Η Ιωάννα βλέπει και τα θετικά. «Η Αντίπαρος είναι ένα πολύ μικρό νησάκι με ελάχιστους μόνιμους κατοίκους. Στην Πάρο κοινωνικοποιήθηκα, γνώρισα και άλλα παιδιά, καινούργιους συμμαθητές, και αυτό είναι κάτι που μου αρέσει» λέει η ίδια, που θέλει να μπει στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων.

Στέλιος – Αντώνης

Κάλαμος – Μύτικας  

Ο Στέλιος και ο Αντώνης είναι αδέρφια. Πηγαίνουν στην Α’ και τη Β’ Λυκείου. Ο μητέρα τους, η Τούλα Αϊβαλιώτη, ξυπνάει στις 5.30 το πρωί για να ετοιμάσει τα αγόρια της. Το καΐκι χρειάζεται 45 λεπτά για να περάσει απέναντι, από τον Κάλαμο στον Μύτικα. Οσα παιδάκια πηγαίνουν στο γυμνάσιο παίρνουν το λεωφορείο για Κανδύλα. Οι υπόλοιποι μαθητές περιμένουν να χτυπήσει το πρώτο κουδούνι μέσα στο καΐκι. Κάποιες φορές, όμως, πρέπει να φύγει για τη Λευκάδα και τότε τα παιδιά περιμένουν στο κρύο. Συχνά βγαίνει απαγορευτικό, «οι απουσίες ευτυχώς είναι δικαιολογημένες» λέει η κυρία Αϊβαλιώτη, που θα ήθελε τουλάχιστον τα παιδιά να περνούσαν με το γρήγορο για να κερδίσουν μισή ώρα ύπνου. «Τώρα το καΐκι πληρώνεται από την περιφέρεια. Κάποτε το πλήρωνε η Εκκλησία» προσθέτει.