Ολες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις βγάζουν σε εκτίμηση ψήφου και στην αναγωγή της ένα ποσοστό για τα «δεξιά της ΝΔ» που ξεκινά αθροιστικά από το 16% και κάτι και φτάνει στο 18%. Η τάση δε, παγιώνεται ήδη από τις ευρωεκλογές και δεν αφήνει περιθώρια να «διαβαστεί» ως συγκυριακή ένδειξη διαμαρτυρίας ενός μέρους των πολιτών. Σήμερα βέβαια και σε σχέση με τις κάλπες του Ιουνίου έχουν προστεθεί κάποια νέα δεδομένα που αυξάνουν την ανησυχία για τον «δεξιό ελέφαντα» στο δωμάτιο και αναγκάζουν τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις να αναπροσαρμόζουν τη στρατηγική τους.
Το πρώτο είναι ο ευρωπαϊκός και διεθνής παράγοντας και ο ρόλος που η «Δεξιά της Δεξιάς» μπορεί να διαδραματίσει σε αυτόν. Από τη μία η στροφή στο Μεταναστευτικό-Προσφυγικό της Ευρώπης και μια τάση αυστηροποίησης της αντιμετώπισης των νέων ροών φτιάχνει την εικόνα πως ανεξάρτητα του συσχετισμού στη Γηραιά Ηπειρο μια πιο υπερσυντηρητική ατζέντα είναι εδώ και επί της ουσίας πια συνυπολογίζεται και από άλλες δυνάμεις.
Τα υπόλοιπα δύο δεδομένα είναι αυστηρώς εγχώρια αλλά σε αλληλεπίδραση με τον έξω παράγοντα (ακόμη και με την πιθανή εκλογική νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ).
Το ένα έχει να κάνει με τη φθορά της κυβέρνησης και ένα είδος «δεξιάς» διαμαρτυρίας από ένα κομμάτι της βάσης της που δείχνει και μετακίνηση σε σχήματα όπως Ελληνική Λύση, Φωνή Λογικής, αλλά και σε Νίκη και «Σπαρτιάτες» και βέβαια στη ζώνη των αναποφάσιστων, πολλοί εκ των οποίων έχουν «δεξιά ελατήρια». Η δε φθορά έχει συνδυαστεί ή συγχρονιστεί και με την πρώτη σοβαρή εσωκομματική κρίση που διανύει το κυβερνών κόμμα της ΝΔ με την ανοιχτή ρήξη του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αντώνη Σαμαρά αλλά και τον Κώστα Καραμανλή. Τουλάχιστον στην πρώτη περίπτωση, το πεδίο που καταγράφεται η αντιπαράθεση, δηλαδή τα εθνικά θέματα, είναι κατεξοχήν πεδίο εκ των δεξιών του πολιτικού χάρτη.
Το δεύτερο με την αναντιστοιχία της κυβέρνησης και με τα κοινωνικά θέματα και την απομάκρυνση από τα λαϊκά στρώματα. Τα τελευταία και λόγω κρίσης σε ένα μέρος της κεντροαριστερής πολυκατοικίας, αλλά και λόγω υποχώρησης της Αριστεράς από θέσεις πιο «ταξικές», αποδεσμεύουν χώρο για τα δεξιά του συστήματος.
Ο χάρτης «δεξιά της Δεξιάς». Στη χαρτογράφηση της «Δεξιάς της Δεξιάς» βέβαια απαιτείται μια προσοχή. Για παράδειγμα, πολλοί εκλογολόγοι για να μελετήσουν τις τάσεις πάνε στο μακρινό 2014 και στην υψηλότερη εκλογική επίδοση που είχε η ΧΑ, στις ευρωεκλογές του 2014 (9,39%). Από τότε ένα μέρος επιλέγει ή άλλον σχηματισμό, ή δεν πάει στην κάλπη. Βάσει μετρήσεων, το 4% αυτών δεν απαντούν στο πώς αυτοπροσδιορίζονται ή τι ψηφίζουν. Στον σημερινό πολιτικό χάρτη η Δεξιά της Δεξιάς πάει από την αποχή μέχρι τη Νίκη (εδώ συναντάμε και ένα κοινό ηλικιακά πιο μεγάλο από του μέσου όρου που περιγράψαμε), τους «Σπαρτιάτες» και ένα μέρος στην Ελληνική Λύση αλλά και βέβαια στη Φωνή Λογικής. Το κόμμα Βελόπουλου όμως δεν κατατάσσεται στη λεγόμενη εξτρεμιστική Δεξιά, δεν ανήκει στην παραδοσιακή ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, ενώ έχει ένα μέρος του παλιού κοινού του ΛΑΟΣ. Και το κόμμα της Αφροδίτης Λατινοπούλου το ίδιο. Περισσότερο ως στόχευση έχει το θιγμένο νεοδημοκρατικό ακροατήριο – εξού και κατά καιρούς τα καλά λόγια για Καραμανλή και Σαμαρά.
Το ερώτημα είναι αν θα εμφανιστεί εκείνο το πρόσωπο που με κοινωνικολαϊκά χαρακτηριστικά θα προσδώσει όρους σύνθεσης στη δεξιά πολυκατοικία. Η οποία μέχρι τότε – αν αυτό συμβεί και δεν συνεχίσει το δεξιό κοινό να μοιράζεται μεταξύ ΝΔ, Δεξιάς της και αποχής – θα καταγράφει και έναν ενδοσπαραγμό για τα ηνία του χώρου και την πλεύση του.