Ολοκληρώθηκε η 4η ανασκαφική περίοδος για το 2024 από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στην θέση Κούκλια-Μάρτσελλο – «Αινιγματική» παραμένει επί του παρόντος η χρήση των τούνελ τα οποία διασχίζουν εγκάρσια ένα μνημειακό τείχος
Tην εύρεση μίας αποσπασματικά σωζόμενης μικρής επιγραφής σε κυπριακό συλλαβάριο, η οποία βρέθηκε σε δεύτερη χρήση, εντοιχισμένη σε τοίχο της Κυπροαρχαϊκής περιόδου, στην θέση Κούκλια-Μάρτσελλο, ανακοίνωσε το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υφυπουργείου Πολιτισμού με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης της τέταρτης ανασκαφικής περιόδου για το έτος 2024 από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) στην εν λόγω τοποθεσία.
«Αινιγματική» παραμένει επί του παρόντος η χρήση των τούνελ τα οποία διασχίζουν εγκάρσια ένα μνημειακό τείχος, συνολικού μήκους 168 μέτρων, του οποίου η πρωιμότερη φάση ανήκει στην Υστεροκυπριακή ΙΙΓ περίοδο (13ος αι. π.Χ.), σημειώνεται σε δελτίο Τύπου του Τμήματος Αρχαιοτήτων.
Συγκεκριμένα, το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ανακοινώνει την ολοκλήρωση της τέταρτης ανασκαφικής περιόδου για το έτος 2024 στην θέση Κούκλια-Μάρτσελλο από το ΕΚΠΑ. Η ανασκαφή, σημειώνεται, χρηματοδοτήθηκε από το ΕΚΠΑ και πραγματοποιήθηκε από ομάδα 12 προπτυχιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών φοιτητών υπό την διεύθυνση του Καθηγητή Αρχαιολογίας Κωνσταντίνου Κοπανιά.
Όπως αναφέρεται, στο Μάρτσελλο έχει πραγματοποιηθεί σειρά ερευνών από μία Βρετανική (1950-55) και μία Γερμανοελβετική αρχαιολογική αποστολή (1966-73, 1985, 1992-95), καθώς και πιο πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο Κύπρου (2006-08). Οι παλαιότερες έρευνες έφεραν στο φως τμήμα ενός μνημειακού τείχους, συνολικού μήκους 168 μέτρων, δίχως όμως να ολοκληρωθεί η ανασκαφή του, ενώ αδιευκρίνιστη παραμένει ακόμη η χρονολόγηση των επιμέρους οικοδομικών φάσεων του τείχους, αλλά και η συνολική ερμηνεία του, προστίθεται.
«Η ανασκαφή των προηγούμενων ετών προσέφερε σημαντικά νέα στοιχεία, που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μίας πρωιμότερης φάσης του τείχους, η οποία ανήκει στην Υστεροκυπριακή ΙΙΓ περίοδο (13ος αι. π.Χ.). Ωστόσο, προβληματική παρέμενε η χρονολόγηση των υστερότερων οικοδομικών φάσεων», αναφέρει το δελτίο Τύπου.
Κατά την διάρκεια της ανασκαφικής περιόδου του 2024, σημειώνεται, έμφαση δόθηκε αρχικά στην διερεύνηση ενός ορύγματος (τούνελ), το οποίο διασχίζει εγκάρσια το τείχος σε βάθος 2,3 μέτρων. «Η προσεκτική ανασκαφή του τούνελ επέτρεψε την πληρέστερη κατανόηση της στρωματογραφίας, αλλά και την χρονολόγηση των υστερότερων φάσεων του τείχους», αναφέρεται, προσθέτοντας ότι προέκυψαν νέα δεδομένα που ενισχύουν την άποψη του F. Maier, ότι το τείχος επισκευάσθηκε στην Κυπροαρχαϊκή και αργότερα στην Κυπροκλασική περίοδο. «Ωστόσο, δεν επιβεβαιώθηκε η παλαιότερη θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα τούνελ που έχουν εντοπισθεί σε διάφορα σημεία του τείχους είχαν κατασκευασθεί το 499/498 π.Χ., κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Παλαιπάφου από τους Πέρσες», σημειώνεται. «Επί του παρόντος η χρήση αυτών των τούνελ παραμένει αινιγματική. Ελπίζουμε ότι μελλοντικά ευρήματα θα προσφέρουν νέα στοιχεία για την ερμηνεία τους», αναφέρεται.
Σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων, η ανασκαφή του 2024 επικεντρώθηκε, επίσης, στην διερεύνηση ενός μνημείου βόρεια του τείχους και σε μικρή απόσταση από αυτό, το οποίο έχει το σχήμα του γράμματος «Π» και είναι στραμμένο προς την θάλασσα. «Παλαιότερα είχε θεωρηθεί ότι αυτή η κατασκευή αποτελούσε τμήμα της οχύρωσης και λειτουργούσε ως αμυντικός πύργος. Ωστόσο, η νέα ανασκαφή έδειξε ότι δεν συνδέεται με το τείχος και πως μάλλον είχε λατρευτικό χαρακτήρα», προστίθεται. Τα μέχρι τώρα διαθέσιμα ανασκαφικά στοιχεία δείχνουν ότι είχε θεμελιωθεί σε στρώμα της Υστεροκυπριακής ΙΙΙ περιόδου (12ος-11ος αι. π.Χ.), περιέπεσε σε αχρηστία κατά την Κυπρογεωμετρική περίοδο και στην συνέχεια επισκευάσθηκε κατά την Κυπροαρχαϊκή περίοδο (6ος αι. π.Χ.), αναφέρει. Προσθέτει ότι το 2023 εντοπίσθηκαν στην εξωτερική πλευρά αυτής της αινιγματικής κατασκευής οι παραστάσεις δύο εγχάρακτων πλοίων, τα οποία μοιάζουν με αντίστοιχες απεικονίσεις σκαφών στο Κίτιον. «Το 2024 εντοπίσθηκε μία ακόμη παράσταση πλοίου, το οποίο όμως παρέμεινε ημιτελές», αναφέρεται.
«Η φετινή ανασκαφική περίοδος επεφύλασσε μία ιδιαίτερη έκπληξη, δηλαδή την εύρεση μίας αποσπασματικά σωζόμενης μικρής επιγραφής σε κυπριακό συλλαβάριο, η οποία βρέθηκε σε δεύτερη χρήση, εντοιχισμένη σε τοίχο της Κυπροαρχαϊκής περιόδου. Τα πορίσματα που θα προκύψουν από την μελέτη της επιγραφής αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον», λέει το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Σημειώνεται ότι η έρευνα του ΕΚΠΑ πραγματοποιείται «σε αγαστή συνεργασία» με το υφιστάμενο Πρόγραμμα Διερεύνησης του Αστικού Τοπίου Παλαιπάφου του Πανεπιστημίου Κύπρου, που διευθύνει η Καθηγήτρια Μ. Ιακώβου. «Η στενή συνεργασία των δυο ερευνητικών ομάδων συνεισφέρει στη διάσωση και επιστημονική προβολή του αρχαιολογικού πλούτου της περιοχής της Παλαιπάφου», αναφέρεται.
Σημειώνεται ότι η πέμπτη ετήσια αποστολή του ΕΚΠΑ θα πραγματοποιηθεί εντός του 2025, ενώ το Τμήμα Αρχαιοτήτων εκφράζει «θερμές ευχαριστίες» στην κοινότητα Κουκλιών, καθώς, όπως αναφέρει, ανέλαβε το κόστος της σίτισης και προσέφερε την δυνατότητα φιλοξενίας των φοιτητών.