«Είμαστε προετοιμασμένοινα αντιμετωπίσουμε τον Τραμπ»

Η Κομισιόν είναι καλά προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τον Τραμπ, δηλώνει η εκτελεστική αντιπρόεδρος Ανταγωνισμού και Ψηφιακής Πολιτικής Μαργκρέτε Βεστάγκερ σε συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ» και σε μικρή ομάδα ανταποκριτών ευρωπαϊκών εντύπων στις Βρυξέλλες. Καθώς ετοιμάζεται να αποχωρήσει από την Κομισιόν έπειτα από δύο θητείες σε ένα από τα ισχυρότερα χαρτοφυλάκια, αφήνοντας πίσω μια σημαντική παρακαταθήκη με γνωστότερη τη δράση της κατά των big tech, η δανή επίτροπος τονίζει επίσης ότι αν η ΕΕ αποκτήσει νέα Συνθήκη θα πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα αποπομπής ενός κράτους-μέλους.

Αν μετάνιωσε για κάτι είναι ο πολύς χρόνος που χρειάστηκε ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές (DMA). «Μακάρι να ήμασταν πιο τολμηροί, να είχαμε ολοκληρώσει τον DMA σε προγενέστερο στάδιο. Είναι πραγματικά οδυνηρό, καθώς χρειάζεται τόσος χρόνος για μια υπόθεση ανταγωνισμού, οι επιχειρήσεις υποφέρουν και οι καταναλωτές δεν έχουν την επιλογή, την καινοτομία, την προσιτή τιμή που θα έπρεπε. Αν ήμασταν πιο γρήγοροι θα είχαμε ήδη μπει στον ρυθμό της επιβολής του». Ως επιτυχία ξεχωρίζει ότι «δείξαμε πως αυτοί που έχουν δύναμη στην αγορά έχουν ευθύνη και ότι μπορούν να τεθούν ενώπιον της ευθύνης τους. Η πρόσφατη νίκη στις υποθέσεις της Google και της Apple το επιβεβαιώνει. Οι άνθρωποι εκτιμούν το μήνυμα “δεν είστε τόσο μεγάλοι για να είστε υπεράνω του νόμου”» λέει, ελπίζοντας ότι οι μικρές επιχειρήσεις αισθάνονται έτσι ότι «θα έχουν ευκαιρίες να τα καταφέρουν».

Τη ρωτάμε για την κριτική που ασκείται για την επιβολή προστίμων. «Είναι σημαντικό να μη δούμε το πρόστιμο ως κάτι που θα αλλάξει την αγορά. Οι αγορές αλλάζουν μόνο όταν αλλάζει η συμπεριφορά. Το πρόστιμο υπάρχει, πρώτον, για να τιμωρήσει τη συμπεριφορά του παρελθόντος, δεύτερον, να βάλει τέλος σε αυτό που γίνεται και να μην αντικατασταθεί, και τρίτον, να ξεκινήσει η εταιρεία τη διόρθωση. Το τελευταίο είναι δύσκολο ειδικά αν η υπόθεση διαρκεί πολύ, γιατί πώς διορθώνεις μια αγορά όταν έχει προχωρήσει. Είναι σημαντικό να έχουμε ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Στην υπόθεση Google AdSense, παρότι προχώρησε γρήγορα, όταν τελειώσαμε η Google ήδη κυριαρχούσε σε αυτή την αγορά. Το παράδοξο είναι ότι ακόμη και στις αγορές που κινούνται γρήγορα, αυτός που έχει δύναμη εδραιώνεται γρήγορα» λέει.

Ποιες υποθέσεις λυπάται ότι χάθηκαν δικαστικά;

Ξεχώρισε «μια κατηγορία χαμένων φορολογικών υποθέσεων», όπου το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Κομισιόν μπορεί να χρησιμοποιήσει τους κανόνες για κρατική βοήθεια μόνο αν αποδείξει ότι τα κράτη-μέλη δεν ακολουθούν τους δικούς τους κανόνες. «Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μια σειρά από υποθέσεις που δεν μπορούμε να κάνουμε» είπε. Ξεχώρισε επίσης την υπόθεση Illumina και GRAIL. «Ηλπιζα ότι θα κερδίζαμε αυτή την υπόθεση, διότι δεν νομίζω ότι θα εξαφανιστεί ο κίνδυνος να αγοράζουν μεγάλες εταιρείες μικρότερες για λόγους που μπορεί να βλάψουν τον ανταγωνισμό» είπε, τονίζοντας ότι εδώ υπάρχει ένα «σαφές κενό».

Πώς, όμως, τότε θα αποκτήσει η ΕΕ εταιρείες – ευρωπαίους πρωταθλητές;

«Το κάνουμε συνεχώς, εγκρίνοντας συγχωνεύσεις. Η πιο πρόσφατη είναι η περίπτωση Novozymes και Chr. Hansen, μια πολύ μεγάλη συγχώνευση, η μεγαλύτερη στη δανέζικη ιστορία, όπου δημιουργήθηκε ένας σαφής παγκόσμιος ηγέτης. Αλλο παράδειγμα είναι η Stellantis. Εχουμε αρκετά παραδείγματα όπου μέσω μιας συγχώνευσης δημιουργείται μια μεγάλη εταιρεία, η AB Inbev, η μεγαλύτερη ζυθοποιία στον κόσμο, μια άλλη είναι η Bayer Monsanto. Υπάρχουν πολλοί ευρωπαίοι πρωταθλητές σε επίπεδο μεγάλης εταιρείας, αλλά και πολλές μικρές εταιρείες είναι ευρωπαϊκοί πρωταθλητές. Το πραγματικό ερώτημα αφορά τους κανόνες συγχώνευσης». Στο πλαίσιο αυτό αναφέρεται στην απαγόρευση της εξαγοράς της Alstom από τη Siemens. «Δεν είχαμε πρόβλημα με το 85%-90% της συγχώνευσης. Είχαμε δύο ζητήματα, το ένα αφορούσε τη σηματοδότηση κύριας γραμμής, όπου θα παρέμενε ελάχιστος ή καθόλου ανταγωνισμός στην Ευρώπη, και το δεύτερο την αγορά τρένων πολύ υψηλής ταχύτητας. Αντιπροσώπευαν μόνο το 10% της συναλλαγής, αλλά οι επιχειρήσεις είπαν ότι δεν μπορούσαν να το λύσουν, οπότε δεν είχαμε άλλη επιλογή» είπε.

Πώς διασφαλίζεται

ο ανταγωνισμός και ταυτόχρονα ενισχύεται η ανταγωνιστικότητα;

«Δεν θα θέλατε οι γραφειοκράτες στο Berlaymont να αποφασίζουν για το ποιες επιχειρήσεις θα πρέπει να αναπτυχθούν. Είμαι εδώ 10 χρόνια. Αυτό που θα θέλατε είναι εμείς με τα κράτη-μέλη να οικοδομήσουμε ένα πλαίσιο για ισχυρότερη ανταγωνιστικότητα και ο ανταγωνισμός είναι ουσιαστικό μέρος αυτού. Δεν μπορείς να έχεις ανταγωνιστικότητα χωρίς ανταγωνισμό» είπε, τονίζοντας ότι «η οικοδόμησή του χρειάζεται εστίαση σε διάφορους τομείς: πολλούς ειδικευμένους ανθρώπους, υποστηρικτικό φορολογικό σύστημα, μεγάλες υποδομές, κεφάλαια, η κεφαλαιαγορά είναι καλύτερη τώρα, αλλά όχι πραγματικά καλή, πρόσβαση στην καινοτομία και την έρευνα, και εύκολη μεταφορά από το στάδιο αυτό στο επιχειρηματικό επίπεδο». Σημειώνει πάντως ότι «βλέπουμε αυξανόμενη συγκέντρωση στην Ευρώπη και δεν οφείλεται στην έλλειψη επιβολής του ανταγωνισμού, αλλά στη δυναμική της αγοράς. Τα αποτελέσματα είναι αυξανόμενα κέρδη, αύξηση της μισθολογικής ανισότητας».

Παραδέχεται ότι υπήρξε μεγάλη χρήση κρατικής βοήθειας στη θητεία της, αλλά ελεγχόμενα, χωρίς να προκαλέσει αθέμιτο ανταγωνισμό. «Θα υπάρξει ενδιαφέρουσα συζήτηση σχετικά με την πρόταση Ντράγκι για λιγότερες κρατικές ενισχύσεις και περισσότερες ευρωπαϊκές επενδύσεις» προέβλεψε, ενώ όσον αφορά τη «φιλόδοξη» πρότασή του για 5% περισσότερες επενδύσεις, είπε ότι θα προτιμούσε να μιλούσε για συγκεκριμένα έργα. «Θα με παρακινούσε περισσότερο αν έλεγε χρειαζόμαστε ένα πανευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα υψηλής ταχύτητας και ένα ενεργειακό δίκτυο πλήρως ψηφιοποιημένο, που να μεταφέρει ηλεκτρισμό παραγόμενο από ανανεώσιμες πηγές» είπε.

Σχετικά με την επανεκλογή Τραμπ τόνισε ότι, πρώτον, η Κομισιόν «είναι καλά προετοιμασμένη». Δεύτερον, ότι «η εστίασή μου είναι τι μπορεί να κάνει η Ευρώπη για τον εαυτό της. Ακόμα και αν ο Τραμπ δεν είχε εκλεγεί, η Ευρώπη θα έπρεπε να κάνει περισσότερα για τον εαυτό της, να βρει και να εφαρμόσει συμφωνίες, πολύ πιο γρήγορα. Δεν έχουμε έλλειψη ιδεών, έχουμε έλλειψη εφαρμογής». Οσον αφορά την άμυνα εκτιμά ότι «υπάρχει μια νέα αίσθηση επείγοντος, που παίρνει τη μορφή εκθετικής καμπύλης, αν και δεν βρίσκεται ακόμη εκεί», όπως αποτυπώνεται και από την απήχηση των κρατών-μελών στο πρόγραμμα (EDIRPA) που επιχορηγεί την κάλυψη των εξόδων συντονισμού κοινών προμηθειών. Πάντως, θεωρεί ότι «εάν ποτέ αποκτήσει η ΕΕ άλλη Συνθήκη, πρέπει να περιληφθεί ένα άρθρο, που θα αντικατοπτρίζει αυτά που χρησιμοποίησε το Ηνωμένο Βασίλειο για να εξέλθει, ένα άρθρο που θα επιτρέπει να διωχθεί ένα κράτος, να μπορούν να πουν τα άλλα μέλη, μέχρι εδώ».