Στον πυρήνα της στρατηγικής της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς υπήρξε πάντα η διαρκής προσπάθεια διαμόρφωσης ενός πλειοψηφικού μπλοκ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων ως βασική προϋπόθεση σε μια πορεία μικρών και μεγάλων αλλαγών με στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Με άλλα λόγια, η διαρκής έγνοια για τη συγκρότηση πολύμορφων και πολυεπίπεδων συμμαχιών. Αυτή η στρατηγική διαφοροποιούσε την ανανεωτική Αριστερά – και του αείμνηστου Γιάννη Μπανιά, ιστορικού προσώπου του ανανεωτικού κομμουνιστικού ρεύματος και επιδραστικής φυσιογνωμίας για όλους μας – από τη στρατηγική του ΚΚΕ, που πάντα χαρακτηριζόταν από τη λογική της περιχαράκωσης και της αυτοαναφορικότητας, αλλά και την έλλειψη σεβασμού στην αυτονομία των κινημάτων και των μαζικών χώρων. Επίσης διαφοροποιούνταν από την παλαιάς κοπής πολιτική συμμαχιών εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, που στη βάση ενός ακραίου ηγεμονισμού θεωρούσε πως οι όποιες συμμαχίες μπορούσαν να πραγματοποιηθούν κατά βάση μέσα από τις γραμμές του, μακριά από οποιαδήποτε αντίληψη ισότιμης συνεργασίας. Ακόμα και στις πιο δύσκολες εποχές της ανανεωτικής Αριστεράς, δεν εγκαταλείφθηκε η στρατηγική επιλογή της διαμόρφωσης του κοινωνικού και πολιτικού μπλοκ, μόνο που αυτή την επιλογή ποτέ δεν την κατανόησε ως μια απλή άθροιση πολιτικών δυνάμεων στο επίπεδο της κεντρικής πολιτικής σκηνής, δηλαδή χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Ας δούμε λοιπόν το σημερινό πολιτικό σκηνικό. Το ΚΚΕ παραμένει δέσμιο μιας παρωχημένης στρατηγικής και παρά τη σοβαρή παρουσία του στον συνδικαλιστικό χώρο κάνει πολύ λιγότερα από αυτά που θα μπορούσε. Αρκείται στο να σωρεύει δυσαρέσκεια και δυνάμεις, χωρίς όμως να τις αξιοποιεί για την κατάκτηση συγκεκριμένων αλλαγών στο σήμερα. Από την άλλη το ΠΑΣΟΚ, που πριν λίγα χρόνια κινδύνευσε να αφανιστεί, φαίνεται ότι δεν «έμαθε» από την υιοθέτηση βασικών πλευρών του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού στο πλαίσιο του παλαιού συναινετικού δικομματισμού. Εμφανίζεται σήμερα χωρίς να είναι ικανό να υποσχεθεί μια ανταγωνιστική στρατηγική απέναντι στη ΝΔ και να σχεδιάσει μια πολιτική «out of the box».
Οσον αφορά τον χώρο της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, περνά μια υπαρξιακή κρίση χωρίς προηγούμενο. Η στροφή προς το Κέντρο μετά το 2019, η πορεία αποαριστεροποίησης και η αποϊδεολογικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ τον οδήγησαν στην πλήρη ρευστοποίηση και τον εκφυλισμό. Ενώ ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και μετά τον Κασσελάκη, δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα μιας νέας αυτόνομης πορείας της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς ως ένα διακριτό κόμμα που εκπροσωπεί ένα διακριτό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα.
Ωστόσο την ίδια στιγμή η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώνεται ως αποτέλεσμα της ακρίβειας και των διευρυνόμενων ανισοτήτων. Τα δημόσια αγαθά γίνονται δυσπρόσιτα για τα λαϊκά στρώματα, ενώ η κρίση εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη και τους θεσμούς δικαιολογημένα ενισχύεται. Η κυβέρνηση στην οικονομία ακολουθεί παλιές συνταγές που μπορούν να μας ξαναφέρουν σύντομα αντιμέτωπους με μια νέα κρίση. Στο πεδίο της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης δεν διανοείται να ακολουθήσει μια στρατηγική φιλική στο περιβάλλον κινούμενη στη λογική της μη διατάραξης των κανόνων της κερδοσκοπίας και της ανεξέλεγκτης αγοράς. Στο δε κορυφαίο ζήτημα της ειρήνης συντάσσεται με τη λογική της οικονομίας του πολέμου και κατατάσσεται ως μια από τις πλέον φιλοπόλεμες φωνές. Το ξέφρενο κυνήγι των εξοπλισμών υπονομεύει κάθε έννοια κοινωνικού κράτους, δημόσιου συστήματος υγείας και εκπαίδευσης.
Υπάρχει λοιπόν σήμερα ένα πολιτικό κενό. Κενό σε σχέση με μια αξιόπιστη και μαχητική αντιπολίτευση που θα εμπνέει και θα συσπειρώνει, κενό εκπροσώπησης μιας διάσπαρτης ανένταχτης Αριστεράς αλλά και η απουσία μιας συγκολλητικής ύλης που θα ενοποιούσε τις κατακερματισμένες φωνές κοινωνικής διαμαρτυρίας.
Η Νέα Αριστερά στο πρόσφατο συνέδριό της επιχείρησε να δώσει μια σειρά απαντήσεις για το πώς φθάσαμε μέχρι εδώ. Μια οφειλόμενη πολιτική απάντηση που την αρνήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2019 και το 2023. Ταυτόχρονα διατύπωσε την ανάγκη ανασυγκρότησης και ενδυνάμωσης της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς σε μια νέα φερέγγυα βάση. Παράλληλα η Νέα Αριστερά θα αναλάβει πρωτοβουλίες διαλόγου και κοινής δράσης όχι για να αναπαραχθούν μοντέλα συναινετικής δικομματικής αντίληψης, τίποτα άλλωστε δεν έχουν να περιμένουν οι πολίτες από την αναβίωση ενός χρεοκοπημένου δικομματισμού, αλλά για να διαμορφωθούν οι όροι για τη συγκρότηση μιας ανταγωνιστικής πρότασης απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό, που θα εμπνέει, θα συσπειρώνει, θα δίνει φωνή σε όσους αδικούνται αλλά και θα χαράσσει μια άλλη προοπτική. Η πολιτική βάση μιας τέτοιας συνάντησης δεν μπορεί να κινείται σε μια λογική μέσων όρων. Απέναντι στη Δεξιά και στην άνοδο της Ακροδεξιάς θα σταθεί η Αριστερά. Δεν θα σταθεί ένας χυλός, ούτε μια πολιτική που θέλει να τα έχει καλά με όλους, όταν δεν μπορεί και δεν πρέπει να τα έχουμε καλά με όλους. Καταλύτης σε αυτή την πορεία μπορεί να είναι μια ισχυρή αυτόνομη σύγχρονη ριζοσπαστική Αριστερά.
Ο Πάνος Σκουρλέτης είναι μέλος του ΠΓ της Νέας Αριστεράς, πρώην υπουργός