Η χθεσινή βραδιά ήταν ξεχωριστή. Προσωπικώς, ακύρωσα μια συναυλία τζαζ και κάθισα στο σπίτι να παρακολουθήσω το υπερθέαμα που είχαν υποσχεθεί να μας χαρίσουν οι άνθρωποι του θεάματος, του ακροάματος και γενικώς της τέχνης που είναι υποψήφιοι για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ηθοποιός Απόστολος Γκλέτσος, ο ποιητής και μουσικός Νικόλας Φαραντούρης, ο μαντιναδόρος Παύλος Πολάκης (που στον μονόλογο ήταν καλύτερος κι από τον ηθοποιό αντίπαλό του) και ο αδελφός τραγουδιστή Σωκράτης Φάμελλος διασταύρωσαν τα ξίφη τους σε ένα ντιμπέιτ, που διοργανώθηκε στην κρατική τηλεόραση όπως ακριβώς είχε διοργανωθεί και το προεκλογικό ντιμπέιτ του ΠΑΣΟΚ.
Δεν ξέρω βέβαια αν αυτό που είδαμε ήταν αριστερή τηλεόραση, με τον τρόπο που επιδίωκαν να φτιάξουν αριστερή τηλεόραση κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι όμως κάτι που μοιάζει με τηλεόραση-αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν περιμένει τον σύντροφο Γκλέτσο, που οχυρώνεται πίσω από την Ευρώπη, να σχολιάσει τον προϋπολογισμό. Κανείς δεν λυπάται τον σύντροφο Πολάκη που αυτοοικτίρεται γιατί δεν μοίρασε λεφτά το 2018 για να μη χαθούν οι εκλογές ή που δεν έχει πλέον δημόσια τράπεζα να νταραβερίζεται. Κανείς μη φανατικός δεν συμπαρατάσσεται με τον σύντροφο Φάμελλο που εμφανίζεται φιλελεύθερος, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι ηθελημένα αυξάνει τις τιμές για να εξυπηρετήσει τα ολιγοπώλια. Και κανείς δεν πιστεύει ότι τα προβλήματα λύνονται με την ψευδοτεχνοκρατική ρητορική του σύντροφου Φαραντούρη – μπορεί όμως έστω για μια στιγμή να τον πιστέψει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα της αριστείας. Και τελικά, κανείς δεν μπορεί να μη σκεφτεί ότι η ενιαία πολιτική στάση οδηγεί στο 2015 και στην υπόσχεση να τα κάνουν όλα κόλαση, όπως στην αρχή.
Ο πιο ωραίος κύκλος συζήτησης είναι πάντα η εξωτερική πολιτική. Εχει γούστο να ακούς πρόσωπα τα οποία, παρότι παριστάνουν τους ευρωπαϊστές, υιοθετούν την πιο αντιδυτική προσέγγιση στους μεγάλους πολέμους που αυτή τη στιγμή ξετυλίγονται στον πλανήτη: «γενοκτονία στη Γάζα» και ναι μεν κατά της Ρωσίας αλλά, κατά τα άλλα, «τάγμα Αζόφ» και διεκδίκηση απαντήσεων στις στρατηγικές του ΝΑΤΟ. Και ακόμα πιο ενδιαφέρον να ακούς τους θεωρούμενους διεθνιστές να πλειοδοτούν σε πατριωτισμό, να εκπροσωπούν διαφορετικές εκδοχές ενός είδους «πατριωτικού ΣΥΡΙΖΑ». Ή, μάλλον, με τον τρόπο που προσπαθούν να δείξουν ότι μπορούν να συμβιβάζουν πολλά θέματα αποφεύγοντας ρήξεις μοιάζουν να συνδυάζουν το πατριωτικό με το συνδικαλιστικό ΠΑΣΟΚ.
Ο Παύλος Πολάκης είχε έναν πολύ ωραίο τρόπο να λέει «στοιχεία» και αριθμούς χωρίς να μπορεί κανείς να τα ελέγξει (αν όμως τα αριθμητικά του στοιχεία είναι σαν τον μακάβριο απολογισμό των βομβαρδισμών της Γάζας, που τον ανέβασε απολύτως αυθαίρετα σε 200.000 νεκρούς, κατανοεί κανείς την εγκυρότητα των στοιχείων του). Αλλά το βασικότερο χαρακτηριστικό του ντιμπέιτ ήταν ότι δεν ήταν ντιμπέιτ. Οι τέσσερις σύντροφοι υποψήφιοι διαφώνησαν με τον Μητσοτάκη, με το ΝΑΤΟ, με τον Κασσελάκη αλλά στους μεταξύ τους διαξιφισμούς ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο. Και οι τέσσερις ήταν ένας, όπως παρατήρησε ένας φίλος με τον οποίο παρακολουθούσαμε τη συζήτηση. Οι μοναδικές διαφορές ήταν ότι μόνο οι δύο φορούσαν γραβάτα, ο σύντροφος Γκλέτσος και ο σύντροφος Φαραντούρης. Ο πρώτος πρέπει να έκανε μεγάλη προσπάθεια να μπει στον ΣΥΡΙΖΑ της γραβάτας επειδή ήταν δεμένη άτσαλα: ψηλά ένας κόμπος και χαμηλά κάτι σαν πετσέτα. Α, και ο Πολάκης βγήκε πιο λαϊκός, λιγότερο δικαιωματιστής και εχθρός των ανεμογεννητριών – δηλαδή περισσότερο πρωθυπουργήσιμος.
Αυτό που είδαμε, πάντως, δεν έκρυψε ό,τι είναι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ: ένα ιδεολογικά φτωχό κόμμα, που εξηγεί την πολιτική συρρίκνωσή του. Ενα κόμμα χωρίς νόημα.