Η ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας δυο ημέρες μετά την απόφαση του Ανωτάτου για το Πόθεν Έσχες – Είχε προηγηθεί ανακοίνωση-εξήγηση ότι με δική τους παρότρυνση η αναφορά ΠτΔ
Με… καθυστέρηση δύο ημερών ήρθε η ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας για την απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου να απορρίψει την αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας για το πόθεν έσχες του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.
- Ομόφωνα απορρίφθηκε η αναφορά ΠτΔ για Πόθεν Έσχες Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού ΓE
- Αντιδράσεις κομμάτων μετά την απόφαση για Πόθεν Έσχες: «Διπλά εκτεθειμένος ο ΠτΔ»
Αμέσως μετά την απόφαση ότι είναι συνταγματικός ο νόμος που ψήφισε στη Βουλή και πλέον Γενικός και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας υποχρεούνται να υποβάλουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, η Νομική Υπηρεσία είχε εκδώσει ανακοίνωση την οποία ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η αναφορά που καταχωρίσθηκε εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και των δύο εξωτερικών δικηγόρων, έγινε στη βάση ισχυριζόμενης παραβίασης συνταγματικών αρχών και με γνώμονα τη διασαφήνιση της θεσμικής διάστασης του θέματος.
Σήμερα ωστόσο επανήλθε με νέα ανακοίνωση στην οποία αναφέρεται «Ότι δεν αντιβαίνει στο Σύνταγμα και δεν καταστρατηγεί την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, αποφάσισε η Ολομέλεια του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στις 20 Νοεμβρίου 2024, εξετάζοντας την Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας στην πρόταση νόμου με τίτλο «Ο περί Ορισμένων Αξιωματούχων και Ορισμένων Δημόσια Εκτεθειμένων Προσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Υποβολή και Έλεγχος Δήλωσης Περιουσιακών Στοιχείων και Καταστάσεων Προσωπικής και Επαγγελματικής Περιουσίας) Νόμος του 2024». Με την απόρριψη της Αναφοράς, η πρόταση νόμου που κατατέθηκε από βουλευτές και ψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, καθίσταται σε νόμο της Δημοκρατίας».
To Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, σημείωνει, τόνισε το ύψιστο του πολιτειακού αξιώματος που ενδύεται ο θεσμός του Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, του κεντρικού ρόλου που συνταγματικά αποδίδεται στους θεσμούς αυτούς και την πλήρη θεσμική αυτοτέλειά τους χωρίς όμως να ανήκουν ή να υπάγονται στη δικαστική εξουσία ούτε και να ταυτίζονται με αυτήν.
«Ερμήνευσε το Άρθρο 112.4 του Συντάγματος σε συνδυασμό με τα Άρθρα 153.11 και 192.7 του Συντάγματος και τα άρθρα 2 και 8 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, καταλήγοντας ότι ο θεσμός του Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα υπηρετεί με τους ίδιους όρους υπηρεσίας ως οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου καθόσον αφορά ζητήματα όπως η μισθοδοσία, ο χρόνος αφυπηρέτησης, η σύνταξη, χορηγήματα ή άλλα ωφελήματα που καταβάλλονται σε Δικαστή κατά τον χρόνο της αφυπηρέτησης καθώς και σύνταξη που καταβάλλεται στη χήρα και στα τέκνα Δικαστή, αλλά δεν επεκτείνεται σε άλλους όρους όπως η υποχρέωση και ο τρόπος υποβολής της δήλωσης περιουσιακών στοιχείων, ζήτημα το οποίο δεν θεωρήθηκε ότι μεταβάλλει ή αλλοιώνει όρο υπηρεσίας».
Την Αναφορά, εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, χειρίστηκαν τα δικηγορικά γραφεία Χρυσαφίνης και Πολυβίου ΔΕΠΕ και Α. & Α.Κ. Αιμιλιανίδης ΔΕΠΕ, και η κα Έλενα Παπαγεωργίου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.