Οι «Διασπορικοί Διάλογοι» του Θεματικού Δικτύου για την Ελληνική Διασπορά έχουν σκοπό να διαδώσουν στην Ελλάδα αλλά και ευρύτερα τις απόψεις και το έργο εκπροσώπων της κοινωνίας πολιτών, θεωρητικών, ακαδημαϊκών και ερευνητών που ασχολούνται ενεργά με την ελληνική διασπορά.
Προωθώντας τον διάλογο και την αλληλεπίδραση, οι «Διασπορικοί Διάλογοι» επιδιώκουν να αναδείξουν τις φωνές όλων των Διασπορών (ελληνοαυστραλιανής, ελληνοαμερικανικής κ.λπ.) και να συζητήσουν εναλλακτικές προτάσεις και πρωτοβουλίες για το μέλλον τους.
Στο πλαίσιο αυτό φιλοξένησαν και την ακόλουθη συνέντευξη με τη Σοφία Χανιωτάκη, υποψήφια διδάκτορα του Πανεπιστημίου Complutense της Μαδρίτης και τέως αντιπρόεδρο του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Νεοελληνικών Βικτώριας:
–Με βάση την εμπειρία σας στη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στο εξωτερικό και τον πολυετή ρόλο σας στον Σύλλογο Εκπαιδευτικών Νεοελληνικών Βικτώριας, ποιες πιστεύετε ότι είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας/μία εκπαιδευτικός από την Ελλάδα όταν διδάσκει την ελληνική γλώσσα ως δεύτερη γλώσσα στα σχολεία της ελληνικής παροικίας και ποιες πρωτοβουλίες πρέπει να παρθούν;
-Ο ρόλος των σχολείων της ομογένειας όπου διδάσκονται τα ελληνικά είναι πολύ σημαντικός. Τα σχολεία αυτά συμβάλλουν στην ενίσχυση του αισθήματος της ταυτότητας και του ανήκειν, καθώς οι μαθήτριες και οι μαθητές αισθάνονται ότι συνδέονται με την ελληνικότητά τους μέσα από την ενασχόληση με την ελληνική γλώσσα, το θέατρο, τους ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς και την αλληλεπίδραση με συμμαθήτριες και συμμαθητές του ιδίου γλωσσικού και πολιτισμικού υποβάθρου. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προκλήσεις για τις/τους εκπαιδευτικούς από την Ελλάδα ενδέχεται να ποικίλλουν. Το κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον της Αυστραλίας είναι διαφορετικό από αυτό της Ελλάδας, γεγονός που αποτελεί από μόνο του μια πρόκληση. Οι εκπαιδευτικοί, λοιπόν, χρειάζεται να γνωρίσουν και να κατανοήσουν το αυστραλιανό εκπαιδευτικό σύστημα και να βρουν τα εργαλεία και τις μεθόδους ώστε να διδάξουν τη μητρική τους γλώσσα σε παιδιά που, είτε είναι δίγλωσσα, είτε μαθαίνουν τα ελληνικά ως δεύτερη ή ως ξένη γλώσσα. Η πρόσβαση σε κατάλληλες πηγές και εκπαιδευτικό υλικό, καθώς και η εκπαίδευση και η εξειδίκευση των διδασκόντων στη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας, είναι καθοριστικής σημασίας ώστε να καλύπτονται οι γλωσσικές και διαπολιτισμικές ανάγκες των μαθητών, αλλά και οι ίδιοι να είναι αποτελεσματικοί στο έργο τους.
–Θα μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί να είναι αποτελεσματικότεροι αν αξιοποιούσαν συχνότερα λογοτεχνικά κείμενα για τη διδασκαλία των ελληνικών ως δεύτερης γλώσσας στα σχολεία του εξωτερικού; Μιλήστε μας για την έρευνα που έχετε πραγματοποιήσει σχετικά με τη χρήση της λογοτεχνίας στη διδασκαλία της νέας ελληνικής στα σχολεία του εξωτερικού.
-Η αξία της λογοτεχνίας στη διδασκαλία και τη μάθηση μιας δεύτερης ή ξένης γλώσσας έχει αναγνωριστεί μέσω της έρευνας. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η αξιοποίηση λογοτεχνικών κειμένων στη διδασκαλία της γλώσσας μπορεί να ενισχύσει τα κίνητρα των μαθητών. Επίσης, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση, καθώς συνδυάζει την εστίαση στον τύπο με την εστίαση στο νόημα. Μέσω των λογοτεχνικών κειμένων μπορούμε να διδάξουμε γραμματική και λεξιλόγιο, καθώς και να καλλιεργήσουμε τη δεξιότητα της δημιουργικής γραφής. Σχεδιάζοντας δραστηριότητες με βάση τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των μαθητών στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου περιεχομένου, μπορούμε να αυξήσουμε τα κίνητρά τους για μάθηση. Η διδασκαλία μιας γλώσσας μέσω της λογοτεχνίας δίνει στους μαθητές την ευκαιρία να επεξεργαστούν όλα τα κειμενικά είδη και να γνωρίσουν τους διαφορετικούς τρόπους και ύφη γραφής μέσα από αυθεντικά κείμενα. Έτσι, οι μαθητές κατακτούν τη γλώσσα εστιάζοντας στο περιεχόμενο, το οποίο μπορεί να σχετίζεται με πολιτισμικά, κοινωνικά ή ιστορικά θέματα, μεταξύ άλλων, γεγονός το οποίο μπορεί να ενισχύσει τη φαντασία τους, αλλά και το ενδιαφέρον τους για μάθηση. Η λογοτεχνία ως πηγή πολιτισμικής γνώσης καταλαμβάνει σημαντική θέση στην ελληνική κουλτούρα, παρέχοντας στους μαθητές την ευκαιρία να μάθουν για τη μυθολογία, την ιστορία, τα έθιμα και τις παραδόσεις μιας χώρας, εν προκειμένω της Ελλάδας. Για τους μαθητές της Διασποράς μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο σύνδεσης με την ταυτότητα και την πολιτιστική κληρονομιά τους, καθώς τα λογοτεχνικά κείμενα μπορούν να μεταδώσουν πολιτισμική γνώση, ενώ επίσης αποτελούν μοντέλα γλωσσικής αριστείας. Ταυτόχρονα, λοιπόν, η ενσωμάτωση λογοτεχνικών κειμένων στη διδασκαλία της γλώσσας συμβάλλει στην ανάπτυξη του γραμματικού συστήματος και άλλων δεξιοτήτων, όπως η προφορική και η γραπτή ικανότητα. Επιπλέον, η μάθηση μιας νέας γλώσσας μέσω της λογοτεχνίας μπορεί να προσφέρει στους μαθητές την ευκαιρία να καλλιεργήσουν τη συναισθηματική τους επίγνωση και να αναπτύξουν ερμηνευτικές και κριτικές ικανότητες, καθώς συμμετέχουν ενεργά στη διατύπωση υποθέσεων, εικασιών και απόψεων για το νόημα των κειμένων ή των ποιημάτων που μελετούν.
-Στις δημοσιεύσεις σας έχετε μιλήσει επίσης για την ανάγκη αξιοποίησης ψηφιακών μέσων στη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας καθώς έχει αναγνωριστεί η παιδαγωγική αξία τους. Μιλήστε μας για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών από τα απογευματινά/Σαββατιανά σχολεία της Διασποράς.
-Η χρήση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση δεν αποτελεί πλέον προνόμιο, αλλά θεωρείται απαραίτητη ώστε να επιτυγχάνονται καλύτερες συνθήκες μάθησης και διδασκαλίας. Όσο οι τεχνολογίες συνεχίζουν να εξελίσσονται, τόσο οι εκπαιδευτικοί αναμένεται να προσαρμόζουν τη διδασκαλία τους σύμφωνα με τους πιο αποτελεσματικούς διαθέσιμους πόρους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών, η χρήση των ψηφιακών μέσων, όπως υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, προγράμματα επεξεργασίας εικόνας και ήχου, ψηφιακά εκπαιδευτικά παιχνίδια κ.ά., διευκολύνουν τη διαδικασία της μάθησης, καθώς την καθιστούν περισσότερο ευχάριστη, ενώ ενισχύουν τη μαθησιακή αυτονομία των μαθητών, αλλά και τις γλωσσικές και συνεργατικές δεξιότητες, καθώς και τις δεξιότητες ψηφιακού γραμματισμού.
Στις εν λόγω δημοσιεύσεις γίνεται αναφορά σε ορισμένα ψηφιακά εργαλεία, πλατφόρμες και εφαρμογές, όπως το Wordwall και το Kahoot, μεταξύ άλλων, οι οποίες χρησιμεύουν στη δημιουργία εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, που μπορούν να έχουν ως στόχο την ανάπτυξη των τεσσάρων βασικών γλωσσικών δεξιοτήτων. Μέσω των συγκεκριμένων εργαλείων, οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να αλληλεπιδρούν λαμβάνοντας οπτικοακουστικά ερεθίσματα, γεγονός που καθιστά τη διαδικασία της μάθησης περισσότερο ενδιαφέρουσα. Πρόκειται για ψηφιακά εργαλεία τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τον σχεδιασμό δραστηριοτήτων που πραγματοποιήθηκαν σε κοινοτικά σχολεία της Μελβούρνης πριν (αλλά και κατά τη διάρκεια) της διδασκαλίας εξ αποστάσεως λόγω της πανδημίας. Ως εκ τούτου, οι συγκεκριμένες πλατφόρμες και εφαρμογές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σχεδιασμό διά ζώσης και εξ αποστάσεως εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, αρκεί κάποιος/α να έχει κίνητρο για τη δημιουργία τέτοιων δραστηριοτήτων και να έχει πρόσβαση σε έναν υπολογιστή, ένα Tablet ή iPad με σύνδεση στο διαδίκτυο.
-Πώς απαντάτε στο δίλημμα «νέες τεχνολογίες ή ενσωμάτωση λογοτεχνικών κειμένων στη διδασκαλία των νέων ελληνικών στο εξωτερικό»;
-Όπως ήδη ανέφερα, η χρήση των νέων τεχνολογιών στη διδασκαλία μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας είναι απαραίτητη στις μέρες μας. Ωστόσο, συνυπολογίζοντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση θα έλεγα ότι η λέξη-κλειδί είναι η «ισορροπία» ανάμεσα σε δύο παράγοντες: πόσο και πώς χρησιμοποιούμε την τεχνολογία και το διαδίκτυο κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Σκεπτόμενη κριτικά τα πλεονεκτήματα της διδασκαλίας με βάση τη λογοτεχνία, κατέληξα στη θέση ότι η ενσωμάτωση της λογοτεχνίας στα ψηφιακά μέσα πρέπει να γίνεται με τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων που θα έχουν ως στόχο να γνωρίσουν και να αγαπήσουν οι μαθητές τη λογοτεχνία μέσα από έναν οικείο και διασκεδαστικό τρόπο, μαθαίνοντας παράλληλα τη γλώσσα κληρονομιάς τους μέσα από ποιήματα και αποσπάσματα λογοτεχνικών έργων.
-Ως μέλος, γραμματέας και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Νεοελληνικών Βικτώριας (Αυστραλία) για πολλά χρόνια, πιστεύετε ότι οι συνεργασίες ανάμεσα σε διασπορικούς συλλόγους εκπαιδευτικών ελληνομάθειας και διαμορφωτές πολιτικών στην Ελλάδα μπορούν να αναδείξουν τα παραπάνω ζητήματα; Γενικότερα, είναι απαραίτητο να μετέχουν τακτικότερα τέτοιου είδους σύλλογοι στη διαμόρφωση και προώθηση πολιτικών ελληνομάθειας στην Ελλάδα;
-Η συνεργασία των διασπορικών συλλόγων εκπαιδευτικών ελληνομάθειας και των παροικιακών οργανισμών με φορείς στην Ελλάδα θα μπορούσε να φανεί πολύτιμη και για τις δύο πλευρές. Ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Νεοελληνικών Βικτώριας (ΣΕΝΒ) δραστηριοποιείται εδώ και σαράντα και πλέον χρόνια στον χώρο της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού. Ο ΣΕΝΒ είναι σε επαφή με τις αυστραλιανές και τις ελληνικές εκπαιδευτικές αρχές για την προώθηση και διατήρηση του ελληνικού πολιτιστικού και του ελληνικού γλωσσικού στοιχείου στη Βικτώρια και αντιπροσωπεύει εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων και φορέων της ελληνομάθειας.
Σημαντική πρωτοβουλία του ΣΕΝΒ αποτελεί η σύσταση της ομάδας «Φάρος» υπό τον συντονισμό του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης Joseph Lo Bianco, με τη συμμετοχή εκπροσώπων παροικιακών οργανισμών για τη διατήρηση και διάδοση της ελληνικής γλώσσας στην Αυστραλία. Σύλλογοι όπως ο ΣΕΝΒ ή ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Νεοελληνικών της Δυτικής Αυστραλίας, καθώς και άλλοι σύλλογοι της ομογένειας, έχουν –και είναι χρήσιμο να έχουν– λόγο στη διαμόρφωση και προώθηση πολιτικών ελληνομάθειας.
Η δημιουργία ενός διεθνούς δικτύου ελληνομάθειας για την προώθηση πολιτικών ελληνομάθειας στην Ελλάδα, αλλά και για την υποστήριξη και προώθηση της ελληνομάθειας στη διασπορά, ίσως να αποτελούσε μέρος της λύσης, αν και ακούγεται φιλόδοξο σχέδιο. Ωστόσο, θα μπορούσε να συμβάλει στην απαιτούμενη εξωστρέφεια και στη διεύρυνση των διεθνών συνεργασιών, οι οποίες θα μπορούσαν να ωφελήσουν τους φορείς ελληνομάθειας και, κατ’ επέκταση, να ενισχύσουν τη διαμόρφωση και προώθηση πολιτικών ελληνομάθειας στην Ελλάδα αλλά και στη Διασπορά.
The post Η διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στα σχολεία της παροικίας appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.