Η εσωκομματική πίεση ζορίζει το Μαξίμου

Το εσωκομματικό ζήτημα παραμένει για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που κρατά το βλέμμα στραμμένο στις κινήσεις των προκατόχων του, όσο κι αν το Μέγαρο Μαξίμου παλεύει να σβήσει τον προβολέα από το εσωτερικό πεδίο, προσδοκώντας ηπιότερους τόνους – τουλάχιστον δημοσίως προς… καθησυχασμό της γαλάζιας βάσης –, με αφετηρία τις πρόσφατες (τυπικές) χειραψίες του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά. Παραμένει επίσης όσο κι αν πρωθυπουργικοί συνεργάτες επιδιώκουν να θολώσουν την εικόνα κοινού «μετώπου» των δύο πρώην Πρωθυπουργών, αντιμετωπίζοντάς τους σαν ξεχωριστές περιπτώσεις. Αλλωστε το ζήτημα προκαλείται από τη σαφή και, επί του παρόντος χωρίς επιστροφή, απόσταση ανάμεσά τους. Αυτή δεν κατέστη δυνατόν να κρυφτεί (πόσω μάλλον να υπάρξουν σημάδια ότι καλύπτεται κιόλας) ούτε καν όταν ήρθαν κοντά ύστερα από μήνες αποξένωσης: η δυσμενής πορεία των σχέσεων δεν ανακόπηκε ούτε στο ραντεβού των τριών στο Ιδρυμα Κωνσταντίνος Καραμανλής στη Φιλοθέη, ούτε στη συνύπαρξη Μητσοτάκη και Σαμαρά στο «Σπίτι του Ελύτη» στην Πλάκα. Με φόντο εκείνα τα ευγενικά αλλά αμήχανα και βιαστικά ενστατανέ και ύστερα από την κοινή απουσία Καραμανλή – Σαμαρά από (νέα) ομιλία του Μητσοτάκη στο Ωδείο Αθηνών (στη γιορτή της ΟΝΝΕΔ), λειτουργεί ως νέο crash test η σημερινή παρέμβαση του Καραμανλή. Και μάλιστα από τη Θεσσαλονίκη.

Είναι η πρώτη φορά στην πενταετία διακυβέρνησης του Μητσοτάκη που ο μακεδόνας πολιτικός στέλνει μηνύματα από την περιοχή όπου πολιτευόταν, καθώς τελευταία φορά είχε μιλήσει σε κομματικό ακροατήριο προεκλογικά, Ιούνιο του 2019, αποχωρώντας τριάμισι χρόνια μετά από το γαλάζιο ψηφοδέλτιο της Α’ Θεσσαλονίκης. Εχουν περάσει επίσης μόνο λίγα 24ωρα από τον «σφιγμένο» χαιρετισμό του Καραμανλή στον Μητσοτάκη στα ορεινά της Φιλοθέης (με φευγαλέα οπτική επαφή, καθώς τράβηξε το βλέμμα του από τον Πρωθυπουργό) αλλά και λίγοι μήνες από την παρέμβαση στο Πολεμικό Μουσείο. Τότε ο Καραμανλής, διαδεχόμενος στο πόντιουμ τον Σαμαρά, είχε αφήσει για το τέλος τις αναφορές του στο «μείζον εθνικό θέμα» – την Τουρκία. Το ίδιο αναμένεται σήμερα στην αίθουσα εκδηλώσεων της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, όπου παρουσιάζεται το βιβλίο του δημοσιογράφου Βαγγέλη Πλάκα «Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Θεσσαλονίκη». Οι πληροφορίες κάνουν λόγο για σύντομη ομιλία, όμως το ενδιαφέρον, όπως παραδέχονται στην κυβερνητική και την κομματική έδρα, κρύβεται στις ακριβείς διατυπώσεις.

Αναφορά στα ελληνοτουρκικά

Με δεδομένες τις κόκκινες γραμμές που έβαλε ο Μητσοτάκης στα περί «πατριωτισμού» στον απόηχο των τοποθετήσεων του Σαμαρά από τη Λευκωσία, γαλάζια στελέχη περιμένουν ότι ο Καραμανλής θα χαράξει τα δικά του όρια. Συνομιλητές του επιβεβαιώνουν ότι θα κάνει αναφορά στα ελληνοτουρκικά, που έστω και σύντομη θα καταγραφεί σε ένα ευαίσθητο τάιμινγκ λόγω της έλευσης του Χακάν Φιντάν στην Αθήνα την Παρασκευή. «Η όποια συγκυριακή ύφεση στην ρητορική και τις έμπρακτες προκλήσεις, υπαγορευόμενη από πρόσκαιρες σκοπιμότητες, δεν πρέπει να συσκοτίζουν την αλήθεια. Οτι δηλαδή η Τουρκία έχει ξεκάθαρο αναθεωρητικό σχέδιο» έλεγε ο ίδιος τον Ιούλιο, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο «στο όνομα των ήρεμων νερών, να δημιουργείται σταδιακά η εντύπωση της αποδοχής της διευρυνόμενης τουρκικής ατζέντας».

Η στάση των Καραμανλή – Σαμαρά αποτελεί σημαντική παράμετρο στις επερχόμενες εξελίξεις, όσο η κυβερνητική παράταξη ξορκίζει τις εικόνες εσωστρέφειας. Και ενώ ο Σαμαράς δεν έχει προσώρας προγραμματισμένη την επόμενη παρέμβασή του, αναμένοντας το ελληνοτουρκικό ραντεβού και τις αμερικανικές εκλογές, ο Καραμανλής προετοιμάζει άλλες δύο ομιλίες – στις 22 Νοεμβρίου στην Πάτρα, στις 8 Δεκεμβρίου στην Παλαιά Βουλή. Ενδεικτική η προσπάθεια του Μητσοτάκη για άλλο ένα μήνυμα προς το εσωτερικό. «Πιστεύω ότι όλοι αντιλαμβάνονται την ευθύνη την οποία έχουν να διαφυλάξουμε και την ενότητα και την πολιτική σταθερότητα» είπε (Σκάι). Και διαχώρισε με νόημα, ενόψει εξελίξεων με σοβαρή εσωκομματική διάσταση, όπως η προεδρική εκλογή, ο προϋπολογισμός, η ελληνοτουρκική προσέγγιση, τη διατύπωση μιας άποψης «έστω και αν διαφωνώ με αυτή» και τις «ενέργειες που να τραυματίζουν τη συνοχή της Κοινοβουλευτικής Ομάδας».