Tα παιδιά μεταναστών και προσφύγων που γεννήθηκαν στην Ελλάδα μοιάζουν μετέωρα ανάμεσα σε δύο πατρίδες: εκείνη που αποχωρίστηκαν και εκείνη που τα φιλοξενεί. Ειδικά στην περίπτωση των Αλβανών, της πολυπληθέστερης κοινότητας στη χώρα μας, τα μικρής και νεαρής ηλικίας παιδιά αντιλαμβάνονται πλέον ως μητρική γλώσσα τους την ελληνική. Λόγω αυτού, η επικοινωνία με τους συγγενείς και φίλους τους που ζουν στην Αλβανία αλλά και με τους οικείους τους που δεν γνωρίζουν ελληνικά καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη. «Οι συγγενείς που ζουν στην Αλβανία είναι δύσκολο να επικοινωνήσουν με τα παιδιά που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και δεν γνωρίζουν την αλβανική γλώσσα», εξομολογείται στα «ΝΕΑ» η Rovena Xhori, μητέρα ενός 12χρονου αγοριού και πρόεδρος της Αλβανικής Κοινότητας Ελλάδας.
«Οταν ήμουν μικρός, μαθητής της Τρίτης Δημοτικού στην Αλβανία, αγαπούσα πολύ τον Ομηρο και συνήθιζα να τον διαβάζω στη μητέρα μου. Στο σχολείο τα αναγνώσματα αυτά ήταν ανάμεσα στα εξωσχολικά βιβλία που μας πρότειναν να διαβάζουμε». Ο Pjerin Lleshi σπούδασε Λογοτεχνία στην Αλβανία, ενώ αργότερα, εγκαταλείποντας τη χώρα του ως οικονομικός μετανάστης, χρειάστηκε να περάσει τη δική του «οδύσσεια» προκειμένου να εγκατασταθεί και να ριζώσει στην Ελλάδα, τη νέα του πατρίδα. Εχοντας περάσει παραπάνω από τη μισή του ζωή εδώ και έχοντας δημιουργήσει οικογένεια, λέει στα «ΝΕΑ»: «Οταν ο γιος μου ήταν τριών ετών, εγώ έκανα δύο δουλειές την ημέρα όπως και η γυναίκα μου κι έτσι δεν είχαμε τον χρόνο να του μάθουμε την αλβανική γλώσσα».
«Ντροπή σου που έγινες δάσκαλος και το παιδί σου δεν ξέρει να μιλάει μαζί μου», είχε πει ο πατέρας του Pjerin στον ίδιο – κι έτσι ο αλβανός εκπαιδευτικός αποφάσισε να κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι του ώστε η μητρική του γλώσσα να επιβιώσει. Αυτή τη στιγμή είναι πρόεδρος του Συλλόγου Αλβανών Εκπαιδευτικών, ο οποίος λαμβάνει πρωτοβουλίες ώστε τα παιδιά από την πατρίδα του που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία να έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν και δωρεάν μαθήματα αλβανικής γλώσσας.
Το «παράδειγμα». Πριν από λίγο καιρό, το 40ό Δημοτικό Σχολείο Αθηνών δημοσιοποίησε μια ανακοίνωση η οποία έγραφε μεταξύ άλλων: «Αγαπητοί γονείς, έχουμε τη χαρά να σας ανακοινώσουμε ότι φέτος στο σχολείο μας για πρώτη φορά θα γίνουν μαθήματα αλβανικής γλώσσας. Τα μαθήματα θα γίνουν δωρεάν τα Σαββατοκύριακα στους χώρους του σχολείου από καταξιωμένους δασκάλους/δασκάλες της αλβανικής γλώσσας για διάφορα επίπεδα».
Η Lindita Vendresha, η οποία διδάσκει στο σχολείο, εξομολογείται: «Είχα εμπειρία στην εκμάθηση της αλβανικής γλώσσας σε παιδιά αλβανών μεταναστών στις περιοχές της Μάνδρας και της Μαγούλας. Εκεί, συνεργαστήκαμε με τον Σύλλογο Αλβανών Μεταναστών και μέσα από τις γνωριμίες τους μας παραχωρήθηκε η Βιβλιοθήκη του Δήμου για την πραγματοποίηση των μαθημάτων. Μετά την αλλαγή Δημαρχίας δεν μας δόθηκε εκ νέου η άδεια». Σήμερα, στο φιλόξενο 40ό Δημοτικό Σχολείο Αθηνών πραγματοποιούνται μαθήματα σε δύο τμήματα μία φορά την εβδομάδα για δύο ώρες. «Πολύ ευγενικά μάς παραχωρήθηκε μία αίθουσα, αν και καλό θα ήταν να έχουμε δύο. Εκδήλωσαν ενδιαφέρον γύρω στα είκοσι παιδιά, αν και γονείς άλλων παιδιών από άλλες περιοχές ρωτούσαν αν μπορούν να συμμετέχουν κι εκείνα». Οπως υπογραμμίζει και ο πρόεδρος του Συλλόγου Αλβανών Εκπαιδευτικών, ανάλογα μαθήματα λαμβάνουν χώρα και σε άλλες περιοχές εκτός Αθηνών. «Αυτή τη στιγμή γίνονται σε Κρήτη, Θεσσαλονίκη, Κόρινθο, Ξυλόκαστρο, Καβάλα, Ραφήνα».
Η διαδικασία για τη λήψη σχετικής άδειας δεν είναι πάντα απλή. Το δύσκαμπτο γραφειοκρατικό πλαίσιο δεν αποθαρρύνει τους εκπαιδευτικούς, αναγκάζοντάς τους ωστόσο συχνά να παραδίδουν μαθήματα σε χώρους εκτός σχολείου. Κάτι που ισχύει και για άλλες γλώσσες και εθνικότητες, όπως τα βουλγαρικά, για τη διδασκαλία των οποίων έχει στηθεί ένα αυτοσχέδιο «σχολείο» στην περιοχή της Πλατείας Αττικής.
«Τις περισσότερες φορές τα μαθήματα γίνονται σε χώρους που μας παραχωρούν απλοί πολίτες. Εχει τύχει να διαθέσω και το σπίτι μου», παραδέχεται ο Pjerin Lleshi, εξηγώντας πως «δεν έχουμε νιώσει το χέρι του κράτους στην πλάτη μας. Σε άλλες χώρες της ΕΕ, με μία απλή αίτηση, αν μαζευτούν πάνω από πέντε παιδιά, δίνεται αμέσως η άδεια να γίνει το μάθημα εντός σχολικής αίθουσας. Οι καθηγητές αυτοί πληρώνονται από το κράτος για τις εκπαιδευτικές τους υπηρεσίες, ενώ εμείς τις παρέχουμε δωρεάν». Στο ίδιο μήκος κύματος και η Rovena Xhori, μητέρα 12χρονου μαθητή στο 40ό: «Είναι πολύ σημαντικό τα μαθήματα να γίνονται εντός του σχολικού περιβάλλοντος. Και οι γονείς νιώθουν ασφάλεια, αλλά και τα παιδιά νιώθουν οικεία».
Οι ευθύνες του κράτους
Η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας δεν αφορά μόνο παιδιά με καταγωγή από την Αλβανία. «Στη χώρα υπάρχουν χιλιάδες μεταναστόπουλα 2ης και 3ης γενιάς, που δεν γνωρίζουν τη μητρική τους γλώσσα. Πολλές οργανώσεις, σύλλογοι, ΜΚΟ που έχουν συγκροτηθεί ειδικά γι’ αυτό τον λόγο, έχουν αναλάβει να καλύψουν το κενό. Πολλοί γονείς μετανάστες σε συνεργασία με τους συλλόγους των σχολείων που φοιτούν τα παιδιά τους, βάζουν δασκάλους για να τα μάθουν ρουμανικά, λιθουανικά, ουκρανικά, αραβικά», διευκρινίζει στα «ΝΕΑ» η Ντίνα Ρέππα, δασκάλα και μέλος του Συλλόγου Εκπαιδευτικών «Αριστοτέλης», αποτυπώνοντας τη μεγάλη εικόνα μίας πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Ως προς τη σημασία της εκμάθησης της γλώσσας προέλευσης, η ίδια επισημαίνει: «Η σημασία της εκμάθησης της μητρικής γλώσσας για τα μεταναστόπουλα είναι τεράστια. Είναι βασικός όρος για τη συγκρότηση της σκέψης τους και της μορφωτικής τους εξέλιξης. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και το κράτος, με ευθύνη του υπουργείου Παιδείας, θα έπρεπε να έχει ενσωματώσει τη διδασκαλία της μητρικής στο υπάρχον εκπαιδευτικό πρόγραμμα και να διευκολύνει τους μετανάστες».