Στην εποχή της προόδου και της εξέλιξης, ζούμε σε μία κοινωνία εγκλωβισμένη στο εγώ της, με ευερέθιστους ενήλικες και παντοδύναμα παιδιά. Μιλάμε για ανήλικη βία χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για τον καθρέφτη των ενηλίκων. Καταδικάζουμε κάτι που εμείς πλάσαμε χωρίς την πρόθεση να αναλάβουμε την ευθύνη.
Της Γεωργίας Μιχαήλ
Απουσία ταυτότητας, ορίων, κάθαρσης και διαφάνειας. Τίποτα δεν είναι τυχαίο για την κοινωνία του σήμερα. Τα παιδιά είναι το μέλλον αλλά οι ενήλικες είναι ο πλάστης για τη ζύμωση.
Όλα αυτά είναι το πώς το δικό μου είναι, απορροφά τα όσα βιώνω, βλέπω, παρατηρώ γύρω μου. Υπερβολές; Απαισιοδοξία; Κυρίως μία προσπάθεια ώστε να δημιουργηθεί ένα πιο όμορφο μονοπάτι για το αύριο με πιο ισορροπημένους συναισθηματικά ανθρώπους.
Με αυτούς τους προβληματισμούς, σκέψεις αλλά και απορίες επικοινώνησα με τη Ψυχολόγο και Ψυχαναλύτρια Γεωργία Ναθαναήλ ώστε να κάνουμε μία όμορφη κουβέντα για το πώς φτάσαμε στο σήμερα, αγγίζοντας κομμάτια της κοινωνίας και της οικογένειας με αφετηρία το χθες.
Ψυχολόγος, ψυχαναλύτρια Γεωργία Ναθαναήλ
Εν έτει 2024 ζούμε σε μία κοινωνία φαινομενικά ελεύθερη αλλά με ανθρώπους που δείχνουν εγκλωβισμένοι στον εαυτό τους;
Πολλοί προβάλλουν ότι είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι όταν κάνουμε απλώς και μόνο αυτό που θέλουμε αλλά αυτό δεν είναι στην πραγματικότητα μία κοινωνία που προάγει την ελευθερία. Αν δε σκεφτούμε ο ένας το καλό του άλλου με σεβασμό απέναντι στην κάθε μορφή ύπαρξης τότε δε ξέρω αν η ελευθερία μπορεί να δημιουργήσει τις συνθήκες για μία κοινωνία ζωής και ελευθερίας.
Τι είναι αυτό που μας έφερε στα σημερινά δεδομένα;
Αν και όλη αυτή η σύγχυση που υπάρχει είναι πιο οικουμενική και κυρίως στη Δύση, ας βάλουμε στο πλαίσιο μόνο την Κύπρο. Συνέβησαν τόσο σοβαρά και τρομερά πράγματα για την κοινωνία μας στο παρελθόν και ποτέ δεν υπήρξε λύτρωση ή κάθαρση. Έγινε ένας πόλεμος, χάσαμε τόσους ανθρώπους, πολλοί υποφέρουν μέχρι και σήμερα. Το τραύμα συνεχίζει στις επόμενες γενιές με ένα πάλι επώδυνο τρόπο. Πολλές φορές μάλιστα είναι δύσκολο να εντοπίσει κάποιος από πού προέρχεται αλλά ο πόλεμος του 1974 είναι ένα τραγικό συμβάν που επηρεάζει και θα επηρεάζει τις ζωές μας.
Είναι πολύ πρόσφατο για να επουλώσει πληγές;
Θεωρώ ότι πλέον δεν είναι πρόσφατο για να ανοίξει αυτή η συζήτηση, να μιλήσουν οι άνθρωποι, να πουν ή να γράψουν τι έγινε, το τραύμα τους. Δε μπορούμε να βγούμε από αυτό το πένθος και την καθήλωση εάν δε μιλήσουμε. Πρέπει να μιλήσουμε, πρέπει να αποδοθούν ευθύνες και να ξέρουμε και γιατί δίδονται. Δε γίνεται να είναι τόσο μπερδεμένη η ιστορία. Δεν είναι μία εύκολη υπόθεση αλλά πρέπει να αποδοθούν ευθύνες αλλιώς θα ζούμε σε μία κοινωνία που φαινομενικά όλα είναι εντάξει με αποτέλεσμα να μη μπορούμε να έχουμε μία ηθική κατεύθυνση. Αυτό είναι ένα κομμάτι του παζλ για το πώς φθάσαμε στο σήμερα. Υπάρχουν κι άλλα χαρακτηριστικά είτε ιστορικά είτε κοινωνικά που παίζουν ρόλο. Για παράδειγμα, η απουσία περηφάνιας για το ποιοι είμαστε ως λαός. Ένας λαός που αποτελείται από διαφορετικά συστατικά αλλά δεν έχει ταυτότητα. Ένας τέτοιος λαός είναι πολύ πιθανόν να αρχίσει να φοβάται πολύ άλλους λαούς. Έχει την αίσθηση ότι μειονεκτεί με αποτέλεσμα να πιστεύει ότι είναι και το κέντρο του κόσμου. Υποτιμούμε πάρα πολύ άλλους λαούς που έρχονται στην Κύπρο ως οικονομικοί μετανάστες. Τους βλέπουμε αφ’ υψηλού κάτι που θεωρούμε κάνουν άλλοι λαοί με εμάς. Το ισότιμο μας δυσκολεύει πάρα πολύ. Κοιτάμε λες και είμαστε σε μία παιδική κατάσταση. Ένα παιδί που κλείνεται στον εαυτό του και ο άλλος είναι είτε καλός είτε κακός. Δε μπορεί να πάρει θέση και ευθύνη απέναντι στα πράγματα.
Από το Δημοτικό ακόμη διδασκόμαστε ότι είμαστε ένα μικρό νησί που η γεωγραφική του θέση είναι πολύ σημαντική και αυτό μας κάνει ποθητούς. Έχει αυτό κάποιο αντίκτυπο έστω και υποσυνείδητα;
Μας περνάνε μία ιδέα ότι είμαστε μικροί αλλά σημαντικοί, με την έννοια ότι όλοι ήθελαν να μας κατακτήσουν ή έστω να έχουν βάσεις στο νησί. Μου ακούγεται μία απόλαυση του πόσο καημένοι είμαστε αλλά την ίδια στιγμή του πόσο σημαντικούς μας θεωρούν οι άλλοι. Για ποιο σκοπό όμως είμαστε σημαντικοί; Σημαντικοί για να επιτεθεί κάποιος στον εχθρό του πιο εύκολα; Έχουμε μία καλή γεωγραφική θέση για να ενισχυθούν οι πόλεμοι; Για τα συμφέροντα; Με αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να προσδιορίσουμε μία ταυτότητα; Είμαστε μία καλή γέφυρα προς την Ευρώπη για όποιον θέλει να εξυπηρετηθεί με το ευρωπαϊκό κεκτημένο; Όλα αυτά είναι επιφανειακά. Είναι μία άδεια ταυτότητα που δε νομίζω ότι μπορεί να μας εξυπηρετήσει ουσιαστικά στο να έχουμε ένα περιεχόμενο.
«Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα»;
Αν θέλουμε να είμαστε τέκνα, μια χαρά μας βολεύει και αυτό. Αν το δούμε και εκτός αυτού του ιστορικοπολιτικού πλαισίου και το εντάξουμε στο οικογενειακό και πάλι στην Κύπρο συνεχίζουμε και μετά την ενηλικίωση μας να είμαστε ο γιος ή κόρη κάποιων. Ελάχιστοι άνθρωποι φεύγουν πέρα από αυτό και ορίζουν μία ταυτότητα μόνοι τους.
Αυτό είναι κακό; Ο θεσμός της οικογένειας ήταν πάντα μία ισχυρή αξία στην Κύπρο που κρατούσε τους ανθρώπους ενωμένους.
Δε ξέρω αν μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε καλό ή κακό αλλά αν σκεφτούμε ότι η ενηλικίωση θεωρείται μία πορεία μέσα από την οποία έναν άτομο καλείται να βρει καινούργιες αρχές, είτε κρατώντας παλαιότερες εμπλουτίζοντας τες είτε να αφαιρέσει κάποιες που δεν του ταιριάζουν. Είναι μία διαδικασία που καλείται να αυτονομηθεί και να πλαισιώσει τη ζωή του με βάση κάποιες αρχές που θέλει να υιοθετήσει, του ταιριάζουν καλύτερα και μέσω αυτών βλέπει τον κόσμο. Δε μπορεί να είναι οι ίδιες γιατί αλλιώς πώς θα έρθει η εξέλιξη. Κάθε θεσμός που υπάρχει, όπως ο οικογενειακός, υπάρχει γιατί κάτι εξυπηρετεί. Ωστόσο πρέπει να ερωτηθούμε ποιος ο σκοπός τους.
Αφού βρισκόμαστε στο οικογενειακό πλαίσιο. Τα πάντα λέμε ξεκινούν από την οικογένεια. Βλέπουμε ωστόσο να αλλάζει το μοντέλο σε σχέση με παλαιότερα και πολύ συχνά κάνουμε λόγο για απουσία καθορισμού ορίων στα παιδιά;
Απουσιάζει η εφαρμογή του νόμου. Το βλέπουμε σε διάφορους τομείς αυτό. Η ικανότητα να πούμε μέχρι εδώ, να σεβαστούμε ότι κάποια πράγματα είναι για το κοινό καλό, ακόμη κι αν αυτό είναι εις βάρος του δικού μας προσωρινού καλού. Επίσης συχνά μιλάμε για ανήλικη βία. Η βία τι εκφράζει; Μία οργή που πιθανόν να είναι για κάτι που δε μπορούν να εκφράσουν. Είναι πολύ σημαντικό να καθίσουν οι γονείς να δουν τι συμβαίνει. Αλλά για να το κάνουν αυτό πρέπει να μπορούν να ακούσουν υπεύθυνα και να μιλήσουν υπεύθυνα. Να μπορέσουν να αντέξουν τα λάθη που έκαναν οι ίδιοι.
Εκτιμώ ότι υπάρχουν οξύμωρες καταστάσεις στον τρόπο που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Από τη μία υπάρχουν οι διατροφικές απαγορεύσεις οι οποίες τα τελευταία χρόνια ακολουθούνται ωσάν ευαγγέλιο από πολλούς γονείς ώστε τα παιδιά να έχουν μία πιο υγιεινή ζωή, από την άλλη όμως σε άλλους τομείς τα αφήνουμε ανεξέλεγκτα χωρίς περιορισμούς. Τους δημιουργούμε μία εικόνα παντοδυναμίας.
Ακριβώς. Η παντοδυναμία όμως δημιουργεί τεράστιο άγχος στα παιδιά. Ένας άνθρωπος χωρίς όρια δε μπορεί να ηρεμήσει. Ειδικά τα παιδιά που δεν έχουν ακόμη την ικανότητα να διαμορφώσουν δικά τους. Είναι διαφορετικό να ακούμε τα παιδιά για να μας πουν τι πρέπει να κάνουμε. Αρκετοί γονείς θεωρούν ότι τα παιδιά είναι ισότιμοι συνομιλητές. Περιμένουν να τους πει το παιδί πώς θα ζήσουν. Κάποτε με τον ίδιο τρόπο περίμεναν να τους πουν οι γονείς τους. Το παιδί δεν είναι για να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα. Εμείς πρέπει να ακούσουμε τι είναι αυτό που αγαπάει. Δυσκολευόμαστε να ακούσουμε τη γλώσσα της επιθυμίας, το τι νιώθει. Να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματα και να τους δώσουμε χώρο. Πολλές φορές λέμε στα παιδιά ‘μη νιώθεις αυτό ή νιώθε έτσι’. Τα συναισθήματα δεν είναι κάτι που εκβιάζονται. Δε μπορούμε να τους βάλουμε λογική. Το συναίσθημα είναι αυτό που είναι ανεξάρτητα του πως θα συμπεριφερθούμε. Μπορεί να ενεργήσουμε και κόντρα στο συναίσθημα μας. Εντούτοις είναι κάτι που πρέπει να το αναγνωρίσουμε ως αυτόνομη κατάσταση και να του δώσουμε χώρο. Το τι αγαπά είναι μία άλλη διάσταση. Να δούμε αυτό το παιδί πότε νιώθει χαρούμενο. Πότε ξυπνά με όρεξη; Ποιο είναι το ταλέντο του; Που το ίδιο θέλει να πάει; Να του επιτρέψουμε να διαφοροποιηθεί με βάση αυτό που του δίνει χαρά, ηρεμία, διασκέδαση. Στην Κύπρο δυσκολευόμαστε πολύ να επενδύσουμε στα πράγματα που αγαπάμε.
Μήπως οι γονείς έχουν παρεξηγήσει την έννοια του ‘ακούμε το παιδί’; Εννοώντας ότι πολλές φορές δεν τους χαλάμε χατίρι για να μην τους προκαλέσουμε κάποιο τραύμα.
Ναι όντως. Όλα αυτά όμως είναι και λίγο βιωματικά. Δεν είναι κάτι που διδάσκεται. Γίνεται μέσα από μία διαδικασία όπου μας χτυπάει η ζωή, εμείς παίρνουμε λίγο χρόνο, κάνουμε μία παύση για να δούμε τι πήγε λάθος. Να μην είμαστε παρατηρητές μίας κατάστασης και να λειτουργούμε μηχανικά. ‘Κάνε αυτό, κάνε εκείνο’, απλά και μόνο επειδή έτσι κινείται η κοινωνία. “Πρέπει μετά το σχολείο τα παιδιά να πάνε σε φροντιστήρια, πρέπει οι γονείς να μετατρέπονται σε ταξιτζήδες, πρέπει να μην τρώνε ζάχαρη αλλά μέλι, πρέπει…”. Δηλαδή μία επανάληψη χωρίς να τα φιλτράρουμε μέσα από την ίδια την ύπαρξη μας. Εκεί που χρειάζεται να κάνουμε μία παύση να γίνει ώστε να δούμε τι συμβαίνει, πως θέλουμε να ζούμε εμείς. Αν δε θέσουμε αυτό το ερώτημα, πώς μπορούμε μετά να ακούσουμε κάτι άλλο. Δηλαδή οι ίδιοι οι γονείς καλούνται να θέσουν ερωτήματα στους εαυτούς τους. Δε μπορούμε να κινούμαστε στη λογική του ‘αν δεν κάνω αυτό θα δημιουργήσω τραύμα στο παιδί’. Η ίδια η ύπαρξη μας είναι τραύμα. Δε μπορούμε να το αποκλείσουμε αυτό γιατί μετά θα δημιουργήσουμε φοβιστικούς ανθρώπους. Δε θα ξέρουν τι πάει να πει απώλεια, ματαίωση, ψυχικός πόνος. Άρα πώς θα συσχετιστούν.
Το κεφάλαιο σχολεία. Δίδεται η εικόνα της αναρχίας χωρίς να υποδεικνύουμε ότι τα παιδιά είναι οι αποκλειστικά υπαίτιοι. Δε ξέρω αν η αταξία είναι λόγω της ανομίας που προαναφέραμε.
Γενικά έχουμε μία δυσκολία να μιλήσουμε για δικαιοσύνη και τις αρχές του ανθρωπισμού χωρίς να οδηγηθούμε σε μία μεταμοντέρνα ανάλυση ότι όλα είναι σχετικά. Γενικότερα χάσαμε την ικανότητα μας να αξιολογούμε στην προσπάθεια μας να δούμε από διάφορες οπτικές. Έχουμε αφαιρέσει την αυστηρότητα. Δεν εννοώ την τιμωρία αλλά το να μπορεί να ξέρει ένα παιδί ποιες θα είναι οι συνέπειες των πράξεων του. Με αυτό τον τρόπο θα γίνουν συνυπεύθυνα και θα καταλάβουν ότι το πλαίσιο δεν επιτρέπει κάποιες συμπεριφορές. Πρέπει οι ενήλικες να μπορούν να επιβληθούν στα παιδιά. Να ξέρει το παιδί ότι μία πράξη του μπορεί να μην είναι ανεκτή. Άλλο είναι να αναγνωρίσουμε τις δυσκολίες ενός παιδιού και να κατανοήσουμε από που προκύπτει και άλλο να μη μπορούμε να ήμαστε αυστηρή απέναντι σε μία συμπεριφορά που επηρεάζει άλλους. Είναι διαφορετικά πράγματα. Έχουμε μπερδέψει το δίνω μία δικαιολογία με το πώς χειρίζομαι την ίδια την πράξη/ συμπεριφορά. Ίσως τα παιδιά να αντανακλούν και τη δυσκολία των ενηλίκων να πάρουν τον χρόνο που χρειάζονται και να συζητήσουν μπροστά στα παιδιά. Να φέρουν μέσα στο σπίτι συζητήσεις για τέχνη, πολιτική, αθλητισμό. Να πάνε πέρα από το πώς πήγε η μέρα, ποιες είναι οι υποχρεώσεις του κάθε μέλους της οικογένειας. Θα φέρουν μέσα στο σπίτι και την οικογένεια τον ίδιο τον κόσμο, να αναπτυχθούν κάποιες συζητήσεις χωρίς να υπάρχει κάποιος στόχος. Ποιος έχει σήμερα τον χρόνο ή τη διάθεση να κάνει μία φιλοσοφική συζήτηση μέσα στο σπίτι; Να μιλήσει για την επιστήμη. Τα παιδιά να έχουν κι άλλα ερεθίσματα πέραν από το ‘κάνε αυτό, κάνε το εκείνο’ και ούτω καθεξής. Οι ίδιοι οι γονείς μεταξύ τους είναι σα να δίνει ο ένας στον άλλο εντολές για το πώς θα καταφέρουν να βγάλουν τη μέρα.
Επί της ουσίας κάνουμε πράγματα στο πλαίσιο του να τα διεκπεραιώσουμε ώστε να τελειώσει «επιτυχώς» η μέρα;
Ακριβώς, για να τελειώνουμε. Τι να τελειώνουμε όμως; Αφού η ουσία είναι να ζήσουμε, όχι να τελειώσουμε. Ακόμη και οι λέξεις προδίδουν αυτή την ανάγκη διεκπεραίωσης. Η βασική διαφορά του ανθρώπου είναι ότι δεν είναι διεκπεραιωτικός αλλά πρέπει να δει πώς μπορεί να απολαύσει τη ζωή του υπεύθυνα. Να φέρουμε στην οικογένεια συζητήσεις που ανέκαθεν ήταν η παρηγοριά μας. Δεν έχουμε πάρα πολλά πράγματα αλλά έχουμε αυτά που χρειαζόμαστε για να καλλιεργήσουμε τις συνειδήσεις των παιδιών. Σαφώς και δεν καλλιεργούνται από τη μία ημέρα στην άλλη.
Ποιο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα της σημερινής κοινωνίας μας;
Θα το στην κυπριακή διάλεκτο. Είναι μία «αππωμάρα του μη μου άπτου». Λες και πρέπει να είμαστε όλοι σε έναν αναβρασμό, σε έναν συνεχόμενο άγχος. Άλλο οι υπαρξιακές αγωνίες του ανθρώπου κι άλλο το «άππωμα» μιμητισμού, μίας συνεχής βίας, βγαλμένη από το ρήμα βιάζομαι. Είναι μία μορφή καταπίεσης που με κάποιον τρόπο αντανακλάται και στα παιδιά. Βλέπουν γύρω τους ανθρώπους που δε ζουν, δε χαίρονται, δεν περιμένουν να συναντηθούν, να αλληλοεπιδράσουν ουσιαστικά, να διασκεδάσουν, να πληγωθούμε ανοίγοντας κάποια σημαντικά ζητήματα. Συνεχώς αποφεύγουμε να μείνουμε στα ζητήματα που μας απασχολούν ως κοινωνία, να δούμε την ευθύνη μας και να μπορέσουμε συλλογικά να δώσουμε κάποιες κατευθύνσεις. Επίσης στερούμαστε επιθυμίας και αισθητικής που συνοδεύουν άψογα αυτό το «άππωμα του μη μου άπτου». Με τον όρο επιθυμία εννοώ ένα τρόπο ζωής πέρα από διεκπεραιώσεις και επαναλήψεις. Προς αυτό που αγαπά κάποιος να πράττει. Αυτό που κάνοντας το αυτόματα γίνεται προσφορά στο είναι του και στον συνάνθρωπο. Αυτό που δεν έχει σκοπό πέρα από το ίδιο το βίωμα. Η αισθητική είναι η ανάγκη για ομορφιά και για τέχνη. Η αισθητική καλλιεργείται. Έτσι μαλακώνει η επιθετικότητα που είναι ένα ανθρώπινο στοιχείο.
Βλέπουμε γύρω μας και πολλούς ευερέθιστους ενήλικες. Μήπως έχουμε πολύ ψηλά το εγώ μας και ενοχλούμαστε ακόμη και με την πιο μικρή παρατήρηση/υπόδειξη;
Όταν είναι πολύ ψηλά το εγώ, είμαστε ‘μη μου άπτου’ και δε μπορούμε να δεχθούμε την υπόδειξη κάποιου λάθους μας, σκέψου πόσο ευάλωτοι είμαστε. Πόσο φοβισμένοι πρέπει να είμαστε ώστε να μη μπορούμε να ακούσουμε ότι κάναμε ένα λάθος, να το απορροφήσει το είναι μας για να μη θεωρήσει ότι είμαστε εμείς το λάθος και να το διορθώσουμε. Μπορεί να διαισθανόμαστε ότι δε μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό το λάθος και είμαστε σε ετοιμότητα ώστε να μην αποκαλυφθεί. Δείχνει μία αδυναμία να πιστέψουμε ότι μπορούμε να το διορθώσουμε, να έχουμε πίστη στον εαυτό μας και στους γύρω μας. Γιατί όταν υπάρχει πίστη δεν υπάρχει τόση μεγάλη ανάγκη εξιδανίκευσης του εγώ.
Εκτιμάτε ότι κάποια στιγμή μπορεί να υπάρξει μία ισορροπημένη συναισθηματικά κοινωνία;
Για το συνολικό επίπεδο δεν είμαι αισιόδοξη γιατί δεν αποκαθίσταται η δικαιοσύνη ώστε να έρθει μία κατάσταση ηρεμίας και ειρήνης που θα μας επιτρέψει να χτίσουμε κάτι δικό μας. Στο συλλογικό συνεχώς δεχόμαστε ήττες. Για το πόση διαφθορά υπάρχει, πόσα εγκλήματα δεν τιμωρούνται, από την κατάσταση με το Κυπριακό, το πολεμικό σκηνικό γύρω μας. Τώρα σε ατομικό επίπεδο αυτός που πραγματικά θέλει να αναρωτηθεί ποια είναι η δική του ευθύνη σε όλα αυτά που συμβαίνουν, είναι μία άλλη διαδικασία. Πρέπει να αφήσουμε πίσω τα ελαφρυντικά και τις δικαιολογίες ώστε να αποδεσμευτούμε και να μην ενεργούμε με βάση την αντίδραση/εκδίκηση αλλά χαράζοντας κάτι νέο.