Οι απάτες «ανθούν» στο διαδίκτυο και τα θύματα -συχνά οι πιο ευάλωτοι πολίτες, όπως ηλικιωμένοι που δεν τα πάνε και τόσο καλά με την τεχνολογία- βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, οικονομική και ψυχολογική.
Δεν πάει πολύ καιρός που η Επιτροπή Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών της Αυστραλίας (ACCC), δήλωνε ενώπιον του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου ότι οι μισές διαφημίσεις κρυπτονομισμάτων που εμφανίζονται στο Facebook, είτε παραβιάζουν τους όρους χρήσης της πλατφόρμας, είτε είναι δυνητικά απάτες.
Ο ισχυρισμός αυτός, τον περασμένο Αύγουστο, ήταν στο πλαίσιο μιας υπόθεσης που ξεκίνησε η ACCC κατά της Meta (της μητρικής εταιρίας του Facebook) το 2022, υποστηρίζοντας ότι ο τεχνολογικός γίγαντας επιτρέπει εν γνώσει του διάφορες διαφημίσεις απάτης, παρά το γεγονός ότι διαθέτει τις τεχνικές δυνατότητες για την προστασία των καταναλωτών.
Η Meta, από την πλευρά της, ισχυρίζεται ότι η καταπολέμηση αυτών των «διαφημίσεων» είναι πιο δύσκολη από ό,τι νομίζει η ACCC και υποστηρίζει ότι έχει λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση του ζητήματος, συμπεριλαμβανομένης της ανάληψης νομικών ενεργειών κατά χρηστών που παραβιάζουν τους όρους χρήσης της.
Οι διαφημίσεις στις οποίες εστιάζει η ACCC χρησιμοποιούν συχνά εικόνες από διάσημους ανθρώπους υψηλού προφίλ, όπως των Mel Gibson, Eddie McGuire, Russell Crowe, Waleed Aly, αλλά πιο πρόσφατα και του πρωθυπουργού, Anthony Albanese, για να προωθήσουν απάτες.
Η ACCC ισχυρίζεται ότι ενώ η Meta συχνά αφαιρεί μεμονωμένες διαφημίσεις απάτης στο Facebook μόλις αναφερθούν και μερικές φορές απαγορεύει λογαριασμούς χρηστών, δεν κάνει αρκετά για την καταπολέμηση τους και συνεχίζει να κερδίζει από την προώθηση των απατών.
ΕΡΕΥΝΑ
Επί του θέματος, όπως έγινε γνωστό, θα διεξάγει έρευνα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Ειδικότερα, όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Υπηρεσιών, Stephen Jones, ζήτησε από το Υπουργείο και το Γραφείο του να εξετάσουν αν η Meta παραβιάζει τους υφιστάμενους νόμους, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών και αστικών υποχρεώσεών της.
«Κάθε ώρα που μια διαφήμιση απάτης είναι ‘ζωντανή’ σε μια πλατφόρμα της Meta προκαλεί ζημιά», είπε.
«Δεν είναι αρκετό το γεγονός ότι δεν διαθέτουν ένα σύστημα που να επιτρέπει την αφαίρεση κατάφωρα εγκληματικού υλικού».
Τα σχόλια του κ. Jones ήρθαν μετά τη δημοσίευση από την The Age έρευνας που έδειξε ότι η Meta «’σερβίρει’ διαφημίσεις που προωθούν διαβόητες πλατφόρμες εικονικών επενδύσεων», για τις οποίες υπάρχουν πολυάριθμες επίσημες προειδοποιήσεις περί απάτης.
«Παρά την επιμονή της τεχνολογικής εταιρίας ότι είχε αφαιρέσει έκτοτε πολλές παραβατικές διαφημίσεις και λογαριασμούς, νέες διαφημίσεις εμφανίστηκαν τις τελευταίες ημέρες χρησιμοποιώντας τις ίδιες τεχνικές και λέξεις-κλειδιά όπως και πριν» επισήμανε το σχετικό άρθρο, αναφέροντας ότι «μεταξύ των διαφημίσεων που δημοσιεύτηκαν αυτήν την εβδομάδα ήταν παραδείγματα που χρησιμοποιούσαν καταχρηστικά τις εικόνες του πρωθυπουργού Anthony Albanese, του τραγουδιστή Guy Sebastian και εκείνες που συνδέονταν με μια ψεύτικη προσφορά δανείου από το Salvation Army».
«Υπήρχαν επίσης πολυάριθμες διαφημίσεις που προωθούσαν την Quantum AI, την οποία η ACCC έχει χαρακτηρίσει ως την ‘πιο διαδεδομένη απάτη σε διαδικτυακή πλατφόρμα συναλλαγών επενδύσεων’ που πλήττει τους Αυστραλούς».
Η Meta δεν απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με τις συνεχιζόμενες διαφημίσεις απάτης, έως την ώρα της έκδοσης, επισήμανε η The Age.
Υπογράμμισε ωστόσο την είδηση ότι πρόσφατα «κατέβασε» 2 εκατομμύρια λογαριασμούς που συνδέονταν με κέντρα απάτης στη Νοτιοανατολική Ασία και τη Μέση Ανατολή.
Επιβεβαίωσε επίσης ότι είχε μοιραστεί προειδοποιήσεις με τους χρήστες του Facebook στην Αυστραλία από τον Οκτώβριο, λέγοντάς τους να «προσέχουν τις απάτες που χρησιμοποιούν εικόνες διασημοτήτων για να σας εξαπατήσουν».
Ο αξιωματικός της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας, Alexander Kazagrandi, (Australian Federal Police’s Joint Policing Cybercrime Co-ordination Centre), δήλωσε ότι η διαφήμιση απάτης είναι διαδεδομένη στην Αυστραλία και χρησιμοποιείται «όλο και πιο εκτεταμένα από οργανωμένες εγκληματικές ομάδες».
Όπως είπε περισσότερες από 90.000 αναφορές σχετικά με διαδικτυακό έγκλημα υπεβλήθησαν στο ReportCyber πέρυσι, μεγάλο ποσοστό των οποίων ήταν επενδυτικές απάτες.
«Κατά μέσο όρο, μια επενδυτική απάτη στην Αυστραλία θα αποφέρει στον εγκληματία περίπου 81.000 δολάρια», δήλωσε.
ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ
Την περασμένη μόλις εβδομάδα συζητήθηκαν στο Κοινοβούλιο νέοι νόμοι για τις απάτες που θα αναγκάσουν τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, τις τράπεζες και τις τηλεπικοινωνιακές εταιρείες να καταβάλλουν αποζημιώσεις στα θύματα.
Την ίδια ώρα πάντως, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εγκατέλειψε το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης.
Η υπουργός Επικοινωνιών Michelle Rowland δήλωσε ότι δεν υπήρχε «καμία διέξοδος» για τη νέα νομοθεσία στην Άνω Βουλή (Γερουσία), καθώς απορρίφθηκε από τον Συνασπισμό, τους Πράσινους και αρκετούς ανεξάρτητους γερουσιαστές.
Οι νέοι νόμοι, υπενθυμίζεται, θα έδιναν στην Αυστραλιανή Αρχή Επικοινωνιών και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ACMA) την εξουσία να παρακολουθεί τις ψηφιακές πλατφόρμες και να τις υποχρεώνει να τηρούν αρχεία σχετικά με την παραπληροφόρηση (misinformation & disinformation) στα δίκτυά τους.
Η ACMA θα είχε επίσης τη δυνατότητα να εγκρίνει έναν υποχρεωτικό Κώδικα Δεοντολογίας ή να εισαγάγει πρότυπα για τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εάν η «αυτορρύθμιση» κρινόταν αποτυχημένη.
Εάν οι τεχνολογικοί κολοσσοί δεν τηρούσαν τις υποχρεώσεις τους, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μια σειρά κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων προστίμων ύψους έως και 5% των παγκόσμιων εσόδων τους.
Η νέα νομοθεσία δεν συμπεριλάμβανε την παραπληροφόρηση στο πλαίσιο παρωδίας ή σάτιρας ή στο πλαίσιο ειδήσεων, ακαδημαϊκού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού ή θρησκευτικού περιεχομένου.
Η κα Rowland δήλωσε ότι η νέα νομοθεσία θα καταπολεμούσε το «σοβαρά επιβλαβές περιεχόμενο» στις ψηφιακές πλατφόρμες, διατηρώντας παράλληλα την προστασία της ελευθερίας του λόγου.
Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Peter Dutton, υποστήριξε πάντως ότι η κυβέρνηση απέτυχε σε μια προσπάθεια λογοκρισίας της ελευθερίας του λόγου στο διαδίκτυο.
«Η απόσυρση αυτής της επικίνδυνης νομοθεσίας αποτελεί νίκη για την ελευθερία του λόγου και τη δημοκρατία»
«Κανένας υπουργός και κανένας γραφειοκράτης δεν έχει το μονοπώλιο της αλήθειας. Και όμως, η νομοθεσία των Εργατικών επεδίωκε να καταστήσει την κυβέρνηση και τους μη εκλεγμένους γραφειοκράτες διαιτητές της αλήθειας».
Ο «σκιώδης υπουργός» Επικοινωνιών David Coleman, ανέφερε ότι το νομοσχέδιο ήταν «αποτρόπαιο» και δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε προωθηθεί, ενώ θα είχε ως αποτέλεσμα την καταστολή της ελευθερίας του λόγου των Αυστραλών, καθώς οι πλατφόρμες θα λογόκριναν το περιεχόμενο για να αποφύγουν τα πρόστιμα.
Ο Δρ Jay Daniel Thompson, ανώτερος λέκτορας από το Πανεπιστήμιο RMIT της Μελβούρνης, είχε δηλώσει στο SBS ότι ενώ το νομοσχέδιο ήταν «καλοπροαίρετο», πίστευε ότι είχε τη «δυνατότητα λογοκρισίας».
Η γερουσιαστής των Πρασίνων Sarah Hanson-Young -το κόμμα της οποίας αντιτάχθηκε στη νέα νομοθεσία- ανέφερε στο ABC ότι ορισμένα άρθρα ήταν «πολύ ασαφή».
«Η πρακτική εφαρμογή απλά δεν υπήρχε», δήλωσε.
Η κα Rowland, από την πλευρά της, κατέθεσε πολλές άλλες προτάσεις για τη ρύθμιση του διαδικτυακού περιεχομένου. Αυτές περιελάμβαναν νομοθεσία που στοχεύει στην αντιμετώπιση του «διαμοιρασμού» (sharing) μη συναινετικών και σεξουαλικών ψευδών δημιουργιών (deep fakes), μετά επιβολής για πολιτικές διαφημίσεις που δεν παραπληροφορούν και μεταρρυθμίσεις σχετικά με τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης.
«Η παραπληροφόρηση είναι μια εξελισσόμενη απειλή και καμία μεμονωμένη ενέργεια δεν αποτελεί τέλεια λύση, αλλά πρέπει να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τις δικλείδες για να διασφαλίσουμε ότι οι ψηφιακές πλατφόρμες προσφέρουν καλύτερη προστασία για τους πολίτες της Αυστραλίας», τόνισε η αρμόδια υπουργός.
Εν τω μεταξύ, η απαγόρευση της πρόσβασης των παιδιών κάτω των 16 ετών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πρόκειται να «περάσει» από το Κοινοβούλιο με την υποστήριξη της αντιπολίτευσης την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο τρόπος με τον οποίο θα επιβληθεί το όριο ηλικίας εναπόκειται στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, αλλά έχουν υπάρξει ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα της τεχνολογίας που δεν θα παραβιάζει αδικαιολόγητα την ιδιωτική ζωή.
Οι τεχνολογικοί κολοσσοί και οι ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν επίσης ταχθεί κατά μιας γενικής απαγόρευσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, λέγοντας ότι η εστίαση θα πρέπει να είναι στη δημιουργία μιας ασφαλούς διαδικτυακής εμπειρίας και όχι στην αφαίρεση της πρόσβασης σε ορισμένα από τα θετικά οφέλη.
Η κυβέρνηση δήλωσε ότι θα καταστήσει το διαδικτυακό περιβάλλον ασφαλέστερο για τους νέους. Η εν λόγω απαγόρευση θα μπορούσε να τεθεί σε ισχύ ήδη από το τέλος του 2025 λόγω ενός ορίου ελάχιστου χρόνου 12 μηνών έως την εφαρμογή αφού περάσει από το Κοινοβούλιο.
0
Υπενθυμίζεται ότι η προσπάθεια της Αυστραλίας να περιοριστεί η παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο, να υπάρχει ηλικιακός έλεγχος ως προς τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τους εφήβους, αλλά και να αναλάβουν τις ευθύνες τους οι τεχνολογικές εταιρείες-γίγαντες, κάθε άλλο παρά… ενθουσίαζε τον Αμερικανό δισεκατομμυριούχο, Elon Musk, ο οποίος ξεσπάθωσε επανειλημμένα στο παρελθόν κατά της κυβέρνησης Albanese.
Ο κ. Musk, ιδιοκτήτης και της πλατφόρας «Χ» (πρώην Twitter), στο μεταξύ έχει καταστεί το «δεξί χέρι» του νεοεκλεγέντα προέδρου των ΗΠΑ, Donald Trump, βοηθώντας τον να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο και εξασφαλίζοντας, ως φαίνεται, τη θέση του επικεφαλής του νέου «υπουργείου Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας».
Μία εξέλιξη που αλλάζει εμφανώς και τη… διαπραγματευτική του ικανότητα για τα «δικαιώματα» που θα έχει η πλατφόρμα «Χ», αλλά και οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί εν γένει.
Το news.com.au, επικαλούμενο εμπειρογνώμονες, ανέφερε μάλιστα ότι «η Αυστραλία θα μπορούσε να πληγεί από βαριές επιβαρύνσεις δασμών από τις ΗΠΑ» λόγω της «καταστολής των γιγάντων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης».
Σε σχέση με το όριο ηλικίας για την πρόσβαση στα social media που προωθεί η κυβέρνηση ο κ. Musk έγραψε πρόσφατα στην «Χ»: «Φαίνεται σαν ένας τρόπος από την πίσω πόρτα για να ελεγχθεί η πρόσβαση στο διαδίκτυο από όλους τους Αυστραλούς».
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, χρησιμοποίησε μία μόνο λέξη, «Φασίστες» (Fascists), σε ανάρτησή του, με την οποία σχολίαζε την είδηση για την -επερχόμενη τότε, εγκαταλελειμμένη πλέον- νομοθεσία που προέβλεπε ότι οι διαδικτυακές πλατφόρμες θα πληρώνουν έως και 5% των παγκόσμιων εσόδων τους αν αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν τη σκόπιμη παραπληροφόρηση.
Ο πρωθυπουργός, Anthony Albanese, είχε απαντήσει ότι ο Αμερικανός δισεκατομμυριούχος πρέπει να αναγνωρίσει ότι η «X» έχει «κοινωνική ευθύνη», ως προς το τι κυκλοφορεί στην πλατφόρμα.
«Αν ο κ. Musk δεν το καταλαβαίνει αυτό, αυτό λέει περισσότερα γι’ αυτόν παρά για την κυβέρνησή μου».
Ο ιδιοκτήτης της πλατφόρμας «Χ», επανήλθε στην κριτική του και σε νέα ανάρτησή του -αυτή τη φορά συνοδευόμενη από ένα δημοσίευμα της «Japan Today», με τη φωτογραφία του κ. Albanese- ο κ. Musk σχολίασε: «Ακροαριστεροί φασίστες (που) αγαπούν τη λογοκρισία» (Far left fascists love censorship).
Στα τέλη Απριλίου ο κ. Musk είχε ανοίξει εκ νέου «μέτωπο» (και επί προσωπικού με τον Anthony Albanese), όταν είχε έρθει στο προσκήνιο η συζήτηση για την αλόγιστη χρήση των social media από παιδιά, και όχι μόνο.
Τότε, η αφορμή για την σύγκρουση δόθηκε αφού η Επίτροπος Ηλεκτρονικής Ασφάλειας (eSafety) της Αυστραλίας, χρησιμοποίησε τις εξουσίες της βάσει του Online Safety Act για να εκδώσει ειδοποιήσεις στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης Meta (Facebook, Instagram) και «X» για την αφαίρεση υλικού το οποίο κρίθηκε ως «κατηγορίας 1» (δηλαδή ότι απεικονίζει προσβλητική βία ή βία δίχως να είναι αναγκαίο με μεγάλο βαθμό λεπτομέρειας ή με μεγάλο αντίκτυπο).
Η eSafety έκρινε ότι στην «κατηγορία 1» υπάγεται η επίθεση που είχε γίνει με μαχαίρι σε επίσκοπο στην εκκλησία στο Wakeley του Σίδνεϊ (με το σχετικό βίντεο να κάνει το γύρω του διαδικτύου), αλλά όχι η επίθεση στο Bondi. Όπως έγινε γνωστό η Meta είχε συμμορφωθεί με το αίτημα, ενώ η «X» ανακοίνωσε ότι συμμορφώθηκε μεν, αλλά θα κινηθεί δικαστική κατά της εντολής της Επιτρόπου.
O κ. Musk σχολίασε αρχικά στην «Χ» ότι η εντολή της Επιτρόπου eSafety ήταν μία απαίτηση για «παγκόσμια» απαγόρευση περιεχομένου, από την «Κομισάριο Λογοκρισίας» (όπως τη χαρακτήρισε) της Αυστραλίας, θέτοντας ζήτημα «ελευθερίας του λόγου».
Υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση, που απάντησαν ότι είναι θέμα «κοινής λογικής» να μην προβάλλεται αυτού τους είδους η βία και «αξιοπρέπειας».
Ο κ. Musk «επανήλθε» στον σχολιασμό αναφέροντας ότι η εταιρεία ανησυχεί ότι αν οποιαδήποτε χώρα μπορεί να λογοκρίνει περιεχόμενο για όλες τις χώρες, τότε τι την «εμποδίζει οποιαδήποτε από το να ελέγχει ολόκληρο το διαδίκτυο;».
«Θα πρέπει η Επίτροπος eSafety (μη εκλεγμένη αξιωματούχος) στην Αυστραλία να έχει εξουσία σε όλες τις χώρες της Γης;», ανέφερε ενώ ανήρτησε σχόλια που χλεύαζαν τον κ. Albanese, υπονοώντας ότι η άρνηση της εταιρείας του να αφαιρέσει τα βίντεο βίας την άφηνε μόνη της μεταξύ των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης ως «υπερασπίστρια της ελευθερίας του λόγου».
Ο κ. Albanese απάντησε ότι τα σχόλια του κ. Musk εξέθεσαν μόνο την «αλαζονεία του».
«Αυτός ο τύπος λέει περισσότερα για τον εαυτό του από οτιδήποτε άλλο, βάζει τον εγωισμό του και βάζει τα δισεκατομμύρια δολάρια του … σε μια δικαστική υπόθεση για το δικαίωμα να βάλει πιο βίαιο περιεχόμενο σε κάτι που θα σπείρει τον κοινωνικό διχασμό και θα προκαλέσει αγωνία».
«Οι άλλοι φορείς εκμετάλλευσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποδέχθηκαν την απόφαση της Επιτρόπου Ηλεκτρονικής Ασφάλειας».
«Δείχνει πραγματικά την αλαζονεία του, αν δε βλέπει ότι αυτή είναι ουσιαστικά μια θέση κοινής λογικής από την Επίτροπο eSafety».
«Δεν πρόκειται για λογοκρισία. Πρόκειται για την κοινή λογική και την κοινή αξιοπρέπεια. Και ο Elon Musk θα πρέπει να δείξει λίγη».
Τον Ιούνιο πάντως η Επίτροπος eSafety διέκοψε τη δικαστική διαδικασία που είχε εκκινήσει κατά της «Χ» ενώπιον του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου.
Η «κόντρα» Musk – Αυστραλίας είναι ενδεικτική της σύγκρουσης μεταξύ των μεγάλων πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης, από τη μία, και χωρών και μη κυβερνητικών οργανώσεων, από την άλλη, που επιζητούν να υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος στο περιεχόμενο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο.
Κανείς δεν υποστηρίζει την επιστροφή στον «τεχνολογικό μεσαίωνα», αλλά δυστυχώς, κατά γενική ομολογία, οι εταιρείες κολοσσοί που δραστηριοποιούνται στο internet δεν έχουν αποδείξει έως τώρα πως έχουν την ικανότητα να ελέγξουν αποτελεσματικά πάντα… τι κυκλοφορεί στις πλατφόρμες τους.
Την ίδια ώρα γονείς (και παππούδες) βλέπουν τα παιδιά τους (και τα εγγγόνια τους), συχνά να «βυθίζονται» στην οθόνη του κινητού τους, δίχως οι ίδιοι να ξέρουν το ποιόν των επιρροών που δέχονται, ενώ οι ειδικοί προειδοποιούν για την κουλτούρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που συνδέεται συχνά -για νέους, αλλά και μεγαλύτερους- με παραβατικές συμπεριφορές, εκφοβισμό (bullying), κινδύνους για την ψυχική υγεία.
Οι τεχνολογικοί κολοσσοί από την άλλη αμφισβητούν το πόση εξουσία μπορεί να έχουν εθνικές κυβερνήσεις να επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους στους χωρίς σύνορα διαδικτυακούς χώρους όπου διεξάγεται πλέον τόσος διάλογος για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα.
Ο «ερχομός» του Trump εκ νέου στην Προεδρία των ΗΠΑ, έχοντας τον κ. Musk στο πλευρό του, φαίνεται ότι, αν μη τι άλλο, προαναγγέλει… εξελίξεις.
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ Ο ΚΑΝΑΔΑΣ
Δώδεκα μήνες μετά τη χειρότερη περίοδο πυρκαγιών που γνώρισε ποτέ ο Καναδάς, η οποία εκτυλίχθηκε κατά τη διάρκεια μιας «ειδησεογραφικής συσκότισης» στο Facebook, το Έθνος προειδοποίησε την Αυστραλία για την «απερίσκεπτη» συμπεριφορά της Meta.
Τον Αύγουστο του 2023, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του τεχνολογικού γίγαντα και της κυβέρνησης του Καναδά κατέρρευσαν, καθώς οι Φιλελεύθεροι του Justin Trudeau επιδίωξαν επίμονα τη συμφωνία διαπραγμάτευσης ειδήσεων C-18, γνωστή ως Online News Act – παρόμοια με αυτή που επιτεύχθηκε στην Αυστραλία το 2021.
Η διακοπή των διαπραγματεύσεων είχε ως αποτέλεσμα η Meta να μπλοκάρει όλες τις πηγές ειδήσεων στο Facebook στον Καναδά «απερίσκεπτα και επικίνδυνα», καθώς και οι 10 επαρχίες και τα τρία εδάφη της χώρας κάηκαν, δήλωσε στον Guardian Australia η υπουργός Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Καναδά, Pascale St-Onge.
«Το Facebook αφήνει την παραπληροφόρηση να εξαπλωθεί στην πλατφόρμα του, ενώ επιλέγει να αποκλείσει την πρόσβαση σε αξιόπιστη, υψηλής ποιότητας, ανεξάρτητη δημοσιογραφία», είπε η κα St-Onge.
«Το Facebook απλά αφήνει περισσότερο χώρο για παραπληροφόρηση κατά τη διάρκεια καταστάσεων που χρειάζονται γνώση, όπως οι πυρκαγιές, οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οι τοπικές εκλογές και άλλες κρίσιμες στιγμές για να λάβουν οι άνθρωποι αποφάσεις για θέματα που τους αφορούν».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΥΧΕΡΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Όσον αφορά σε άλλα νομοσχέδιο που εκκρεμούν, κυβερνητικές πηγές δήλωσαν στο ABC ότι αυτό για τον περιορισμό της διαφήμισης τυχερών παιχνιδιών δεν θα προχωρήσει αυτήν την εβδομάδα, αν και επίσημα δεν έχει εγκαταλειφθεί.
Αρκετοί βουλευτές των Εργατικών κάλεσαν το κόμμα τους να είναι «γενναίο» και να εισαγάγει την πλήρη απαγόρευση της διαφήμισης τυχερών παιχνιδιών, όπως συνέστησε η εκλιπούσα βουλευτής Peta Murphy.
Όμως το νομοσχέδιο έχει καθυστερήσει επανειλημμένα.
Ο υπουργός Εργασιακών Σχέσεων, Murray Watt, παραδέχτηκε ότι δεν θα προχωρήσει ούτε αυτήν την εβδομάδα.
«Απλώς δεν πρόκειται να υπάρξει αρκετός χρόνος … για να περάσει αυτή η νομοθεσία».
The post Στο έλεος του… Facebook appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.