Το déjà vu – ελληνιστί προμνησία – είναι μια αίσθηση που ο Κυριάκος Μητσοτάκης απεύχεται να βιώσει τις ημέρες που θα περιδιαβάζει στους δρόμους του φθινοπωρινού Λονδίνου, στα τέλη του μήνα. Πέρυσι, ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας Ρίσι Σούνακ του είχε (σχεδόν κυριολεκτικά) κλείσει την πόρτα κατάμουτρα λίγες ώρες πριν από το προγραμματισμένο ραντεβού τους. Φέτος, στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει η βάσιμη προσδοκία ότι ο νέος ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ θα του φερθεί με περισσότερη αβρότητα. Αλλωστε, ο Κιρ Στάρμερ είχε σπεύσει από την πρώτη στιγμή να κεφαλαιοποιήσει το θεσμικό ολίσθημα του Σούνακ και φρόντισε να αναπτύξει δεσμούς με τον έλληνα πρωθυπουργό, τον οποίο έχει συναντήσει αρκετές φορές και με την ιδιότητα του αρχηγού της βρετανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης και με εκείνη του πρωθυπουργού – από τον περασμένο Ιούλιο – της Γηραιάς Αλβιώνος.
Μολονότι οι λεπτομέρειες του ραντεβού δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί, η Αθήνα προετοιμάζεται ήδη για το τετ-α-τετ με τον σερ Κιρ, το οποίο αναμένεται να διεξαχθεί στις αρχές του Δεκεμβρίου στην κατοικία με τον αριθμό 10 της πιο διάσημης οδού της Βρετανίας. Ψηλά στην ατζέντα θα βρίσκεται, ασφαλώς, το ζήτημα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Το αποκάλυψε άλλωστε ο βρετανός υφυπουργός Πολιτισμού Κρις Μπράιαντ στην υπουργό Τουρισμού Ολγα Κεφαλογιάννη, κατά τη συνάντησή τους στο Λονδίνο στις 4 Νοεμβρίου. «Είναι κάτι που θα συζητηθεί σε επίπεδο πρωθυπουργών» της είπε, θυμίζοντας τις «δυσκολίες» που ανακύπτουν από τον γνωστό Νόμο περί Βρετανικού Μουσείου, ο οποίος δεν επιτρέπει τη μόνιμη παραχώρηση εκθεμάτων του λονδρέζικου ιδρύματος. Βέβαια, εδώ και τρία χρόνια η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται απευθείας με τον πρόεδρο του Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν μια λύση που δεν θα απαιτεί αλλαγή της βρετανικής νομοθεσίας – κάτι το οποίο δεν σχολίασε ο βρετανός υφυπουργός. Υπενθυμίζεται όμως ότι η προϊσταμένη του Μπράιαντ, υπουργός Πολιτισμού Λίσα Νάντι, δήλωσε αποκλειστικά στα «ΝΕΑ» τον περασμένο Οκτώβριο ότι η βρετανική κυβέρνηση είναι «πολύ πρόθυμη» να συνεργαστεί με την ελληνική κυβέρνηση «προκειμένου να βρούμε μια λύση σε αυτή τη μακροχρόνια διαμάχη». Επιπροσθέτως, με αλλεπάλληλες «διαρροές» στον Τύπο, οι Εργατικοί έχουν διαβεβαιώσει πως, παρότι δεν σκοπεύουν να αλλάξουν τον επίμαχο νόμο, δεν πρόκειται να εμποδίσουν την υλοποίηση τυχόν συμφωνίας που θα συναφθεί μεταξύ Αθήνας και Βρετανικού Μουσείου. Μάλιστα, η τέως σκιώδης υπουργός Πολιτισμού των Εργατικών Θάνγκαμ Ντεμπονέρ είπε στα «ΝΕΑ» ότι ο Στάρμερ «θέλει να βρεθεί λύση για τα Μάρμαρα».
ΣΕ ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΟ ΣΤΑΔΙΟ. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συζητήσεις του Οσμπορν με τον Μητσοτάκη, αλλά και τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη (ο οποίος έχει ρόλο «αρχιδιαπραγματευτή» της Ελλάδας και θα ταξιδέψει στο Λονδίνο την περίοδο της επίσκεψης του πρωθυπουργού) βρίσκονται σε «πολύ προχωρημένο στάδιο». Η φόρμουλα με την οποία ενδέχεται να επιστραφούν τα Γλυπτά έχει ήδη βρεθεί, με τον Οσμπορν, άλλοτε «τσάρο» της βρετανικής οικονομίας, να μιλάει για μια «Σύμπραξη για τον Παρθενώνα» («Parthenon Partnership») με την Ελλάδα. Οπως έχουν γράψει «ΤΑ ΝΕΑ» ήδη από τον Φεβρουάριο του 2022, στο τραπέζι των συζητήσεων βρίσκεται μια λύση «τύπου Παλέρμο». Πρόκειται για το καθεστώς της «κατάθεσης» (deposit) υπό το οποίο είχε, αρχικά, επιστραφεί στην Ελλάδα ο λίθος VI της ανατολικής ζωφόρου του Παρθενώνα – γνωστός και ως θραύσμα Φέιγκαν – από το Αρχαιολογικό Μουσείο Αντονίνο Σαλίνας του Παλέρμου. Στην πορεία βέβαια ανακοινώθηκε η οριστική επανένωσή του στην Αθήνα. Μια τέτοια λύση παραμερίζει το ζήτημα της ιδιοκτησίας, το οποίο διαχρονικά αποτελούσε «αγκάθι» στις συζητήσεις, καθώς η Ελλάδα, αυτονοήτως, δεν αναγνωρίζει στους Βρετανούς κυριότητα επί των αρχαιοελληνικών τεχνουργημάτων. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, οι δύο πλευρές ομονοούν ότι μια τέτοια λύση «είναι η ενδεδειγμένη» για την επιστροφή των Μαρμάρων που βρίσκονται στο Λονδίνο. Ωστόσο, δεν μιλούν για επαναπατρισμό του συνόλου του γλυπτού διακόσμου του Παρθενώνα που σήμερα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο – τουλάχιστον όχι σε πρώτη φάση. Αρχικά, εάν και όταν συναφθεί συμφωνία, θα επιστραφούν ορισμένα τμήματα των Γλυπτών, με την ελπίδα ότι στο μέλλον θα ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα. Υπό διαπραγμάτευση βρίσκονται ακόμη δύο κρίσιμα ζητήματα: το πόσα (και ποια) τμήματα θα επανενωθούν και για πόσο χρονικό διάστημα. Η «παραχώρηση» των εκθεμάτων, ακόμα και με τη μορφή της κατάθεσης, θα έχει ημερομηνία λήξης (π.χ. πέντε χρόνια). Η Αθήνα όμως φιλοδοξεί ότι προτού παρέλθει η ημερομηνία αυτή θα έχει επιτύχει νέα συμφωνία με το Μουσείο για την ανανέωση της κατάθεσης. Στόχος είναι τα Γλυπτά να παραμείνουν για πάντα στη χώρα μας, κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί αρχικά μέσω αλλεπάλληλων ανανεώσεων και, εν τέλει, μέσω ενδεχόμενης αλλαγής του νόμου από μια μελλοντική βρετανική κυβέρνηση.
Υπό το πρίσμα των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων, για τις οποίες η Ντάουνινγκ Στριτ είναι «πλήρως ενήμερη», αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα η συνάντηση Μητσοτάκη – Στάρμερ. Παρότι η κυβέρνηση του Λονδίνου θέλει, επισήμως, να κρατήσει αποστάσεις από το θέμα, για να μην κατηγορηθεί από την αντιπολίτευση ότι «ξεπουλά» τους θησαυρούς του Βρετανικού Μουσείου, θεωρείται βέβαιο ότι θα απαιτηθεί η συγκατάθεσή της προτού υπογραφεί οποιαδήποτε συμφωνία. Την αισιοδοξία του για την εξέλιξη της υπόθεσης εξέφρασε, την περασμένη εβδομάδα, και ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην UNESCO Γιώργος Κουμουτσάκος, εκτιμώντας ότι «υπάρχει μια αλλαγή στο ύφος της κυβέρνησης της Μεγάλης Βρετανίας».