Εντάξει, το εύλογο συμπέρασμα οποιουδήποτε παρακολούθησε το αριστερό εκλογικό θέαμα είναι πως οι σύντροφοι χάνονται στο μέτρημα – παρότι το πρώτο πράγμα που οφείλει να ξέρει κανείς στην πολιτική είναι να μετράει. Ωστόσο, η κατάσταση είναι μάλλον χειρότερη απ’ ό,τι υπονοεί
η εν λόγω ανικανότητα επειδή ούτε οι μεν ούτε οι δε φαίνεται να συνειδητοποιούν πως το δυσκολότερο πρότζεκτ που θα έχουν μπροστά τους μετά το συνέδριο θα είναι να μετρήσουν αυτά που έχουν μείνει στο κόμμα, όχι αυτά που χάθηκαν απ’ την Κουμουνδούρου. Η διάσπαση στην οποία όλοι στοιχηματίζουν, για να το πούμε διαφορετικά, είναι πλέον το μικρότερο από τα προβλήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί ακόμη κι αν τελικά έμεναν μαζί όποιοι ομνύουν στον παλιό ορθόδοξο ΣΥΡΙΖΑ κι οι άλλοι που βλέπουν μέλλον μόνο στο πρόσωπο εκείνου που επιδιώκει να φτιάξει ένα νέο δόγμα, οι προτάσεις τους δεν συνεπαίρνουν τα πλήθη. Η καταγγελτική αντιπολίτευση, την οποία επιλέγουν κι οι δυο πλευρές, έχει δείξει τα όριά της. Οι ψηφοφόροι που αναζητούν τέτοιο αντιπολιτευτικό ύφος από ένα κόμμα εξουσίας είναι λίγοι πια, αντιστοιχούν σε μονοψήφιο ποσοστό. Το βαθύτερο πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι όσα χωρίζουν τους συριζαίους αλλά ό,τι τους ενώνει.