Φυσικό είναι οι ειδικοί να σηκώνουν τα χέρια ψηλά, όπως επισημαίνει εύστοχα ο τίτλος στο χθεσινό φύλλο των «ΝΕΩΝ», με τον τρελό τρομοκράτη που σκόρπισε τον θάνατο στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Μαγδεμβούργου. Μιλάμε για έναν σαουδάραβα φανατικό πολέμιο του Ισλάμ, ο οποίος όμως πραγματοποίησε μία τρομοκρατική επίθεση σαν να ήταν ο ίδιος ισλαμιστής τρομοκράτης. Πού να βρεις λογική σε αυτό το σχήμα; Να υποθέσεις ότι, κατά κάποιον τρόπο, αυτοθυσιάστηκε υπέρ των σκοπών του ακροδεξιού κόμματος AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), του οποίου ήταν φανατικός υποστηρικτής; Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, αυτό συνέβη. Παντού στην Ευρώπη, τα κόμματα που έχουν ψηλά στην ατζέντα τους το Μεταναστευτικό, έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το γεγονός. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ο δράστης λειτούργησε με αυτή την πρόθεση. Το πρόβλημα, που αντιπροσωπεύει ο ψυχοπαθής δράστης του φρικτού εγκλήματος στο Μαγδεμβούργο, περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός – και συγχρόνως τη μέγιστη ειρωνεία – ότι ο τρελός ήταν ψυχίατρος στο επάγγελμα. Αντε να βγάλεις άκρη δηλαδή…
Το πλέον αξιοσημείωτο, κατά τη γνώμη μου, στην υπόθεση αυτή όμως ήταν κάτι άλλο. Ηταν η ελληνική αδιαφορία των γερμανικών Αρχών. Οι Αρχές στη Γερμανία, θέλω να πω, λειτούργησαν με έναν τρόπο (ανεπάρκεια, ολιγωρία, πείτε το όπως θέλετε), ο οποίος δεν θα μας ξάφνιαζε καθόλου αν η υπόθεση είχε συμβεί στην Ελλάδα. Το λέω, γιατί ο δράστης ήταν γνωστός στις Αρχές και για τη μούρλα του και για τη βίαιη συμπεριφορά του και για τις απειλές που εκτόξευε αφειδώς. Παρ’ όλα αυτά, αφέθηκε ανενόχλητος και τα αποτελέσματα τα γνωρίζουμε όλοι και φρίττουμε. Αν αυτό είχε συμβεί εδώ, βεβαίως θα ξεσηκωνόμασταν να βρίζουμε τις Αρχές που αδιαφόρησαν και πολύ καλά θα κάναμε. Στο βάθος όμως, ο καθένας μας θα ήξερε ότι αυτά μπορούν να συμβούν εδώ, για λόγους που τους αντιλαμβάνεται αμέσως οποιοσδήποτε έχει γεννηθεί και έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο σύμπαν του Υπαρκτού Ελληνισμού.
Από τους Γερμανούς όμως δεν περιμένεις παρόμοια ολιγωρία στη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού τους και, ειδικά, στον τομέα της ασφάλειας. Αναρωτιέμαι, κατ’ αρχάς, αν επιζούν ακόμη βετεράνοι της Στάζι στη Γερμανία, γιατί καλό θα ήταν να τους ξετρυπώσουν οι ομοσπονδιακές Αρχές. Θα χρειαστούν την πολύτιμη πείρα τους. Επειτα, εκείνο που με προβληματίζει ιδιαιτέρως είναι μήπως αυτό που ονομάζω «ελληνική αδιαφορία» των γερμανικών Αρχών είναι σύμπτωμα της ευρωπαϊκής σύγκλισης, που φαίνεται να λειτουργεί αμφίδρομα. Αν ισχύει αυτό, τότε το μέλλον προβάλλει πολύ απαισιόδοξο για την Ευρώπη.
ΤΩΝ ΑΚΡΩΝ
Το σήμα του Κινήματος Δημοκρατίας (ή κόμμα Κασσελάκη), που παρουσιάστηκε με τα πολλά, δεν είναι κακό. Ομως το «hype», όπως θα έλεγε και ο ίδιος, γύρω από αυτό, δηλαδή οι τελετές, οι επεξηγήσεις, η σημειολογία κ.λπ., είναι για γέλια. Ο Στέφανος Κασσελάκης θυμίζει στρατηγό που ετοιμάζει στρατό για πόλεμο και ξεκινά από τον σχεδιασμό των στολών. Να τις κάνουμε μεσάτες με εξώραφες τσέπες ή ριχτές με ραγκλάν μανίκια; Καταλαβαίνω, βέβαια, ότι κάπως πρέπει να γεμίσει τον χρόνο ο αρχηγός του κόμματος, μέχρι να αποφασίσει ο ίδιος τα θεμελιώδη: ποιος είμαι, από πού έρχομαι, πού πάω κ.λπ. Το γενικότερο πρόβλημα που αρχίζει να φαίνεται όμως είναι ότι ο κ. Κασσελάκης δυσκολεύεται να υπάρξει ως αυτόνομος πόλος. Οσο ήταν πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, οι θέσεις του ήταν ουσιαστικά το προϊόν των αντιδράσεών του στις προκλήσεις που συστηματικά έθεταν οι δικοί του από το εσωτερικό του κόμματος. Αφότου τον έδιωξαν και ουδείς ασχολείται μαζί του, πολιτικά δεν υπάρχει κι ας έφτιαξε το δικό του κόμμα.
Αξίζει να προσέξουμε, πάντως, πως η τρίτη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ (το κόμμα Κασσελάκη) τοποθετείται στο αντίθετο άκρο εν σχέσει με τη δεύτερη διάσπαση (Νέα Αριστερά), ως προς το σήμα του κόμματος. Στην περίπτωση της ΝΑΡ είχαμε την άκρα προχειρότητα, διάλεξαν ό,τι βρέθηκε μπροστά τους χωρίς να το πολυσκεφτούν, ενώ στην περίπτωση του κόμματος Κασσελάκη είχαμε την απολύτως περιττή σχολαστικότητα. Από το ένα άκρο, στο άλλο.