Διαβάζοντας τις λεπτομέρειες της υπόθεσης Λάιβλι, όσοι και όσες δεν έχουν επαφή με την τρέχουσα πραγματικότητα που αφορά τις αγωγές για σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να κουνάνε το κεφάλι τους στη σκέψη του πόσα εξωφρενικά πράγματα συμβαίνουν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Πόσο θράσος έχει ο κόσμος εκεί, πόσο μισούν οι άνδρες τις γυναίκες, σε πόσο απαράδεκτες συμπεριφορές μπορεί να καταφύγει κάποιος ή κάποια που έχουν τα μέσα να το κάνουν, προκειμένου να προστατευτούν από τις συνέπειες μιας προηγούμενης – και πάλι δικής τους – απαράδεκτης συμπεριφοράς;
Οσες και όσοι έχουν, ωστόσο, επαφή με την πραγματικότητα μιας τέτοιας υπόθεσης, ακόμα και στην Ελλάδα, δεν εκπλησσόμαστε και τόσο. Για μας, η υπόθεση Λάιβλι είναι μία ακόμα υπόθεση αντιποίνων τύπου SLAPP, που πήρε την έκταση και τη δημοσιότητα που γνωρίζουμε λόγω του πλαισίου μέσα στο οποίο προέκυψε (βλ. show business) αλλά και της δύναμης του μέσου που χρησιμοποίησε για να πετύχει τους σκοπούς της (βλ. Διαδίκτυο).
Ο όρος strategic lawsuits against public participation (SLAPP), που μεταφράζεται στα ελληνικά ως «στρατηγικές αγωγές κατά της συμμετοχής του κοινού», αναφέρεται σε αγωγές που κατατίθενται από κάποιο ισχυρό πρόσωπο ή οργανισμό (για παράδειγμα μια επιχείρηση ή ένα υψηλά ιστάμενο πρόσωπο) ενάντια σε άλλα πρόσωπα ή οργανισμούς, που εκφράζουν κριτική απέναντί τους, για κάποιο ζήτημα κοινωνικού ή πολιτικού ενδιαφέροντος. Σκοπός των αγωγών SLAPP δεν είναι να κερδηθεί η δικαστική υπόθεση, αλλά να εκφοβιστούν και να σιωπήσουν όσοι/ες ασκούν κριτική, μέσω της ηθικής και οικονομικής εξουθένωσής τους. Και η χρήση τους από κατηγορούμενα άτομα (συνήθως άνδρες) γίνεται όλο και πιο εκτεταμένη όσο, χάρη στην αύξηση της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας για θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης, αυξάνονται οι σχετικές καταγγελίες (συνήθως από γυναίκες), εντός και εκτός του εταιρικού περιβάλλοντος.
Η σεξουαλική παρενόχληση είναι ένα φαινόμενο που πάντα περιλαμβάνει κάποιας μορφής ανισορροπία στη δυναμική εξουσίας μεταξύ των ατόμων που εμπλέκονται σε αυτήν. Η εξουσία, φυσικά, δεν ορίζεται πάντα και μόνο από το ιεραρχικό επίπεδο ή την οικονομική ισχύ του ενός ή του άλλου μέρους – κατά περίπτωση μπορεί να συνδέεται με το χρώμα, το φύλο, την ηλικία, ακόμα και την εμφάνιση, που προσφέρει σε ένα άτομο μεγαλύτερη αποδοχή, αναγνωρισιμότητα ή και πρόσβαση σε πόρους. Η εξουσία αυτή δίνει, αρχικά, τη δυνατότητα στον δράστη να παρενοχλήσει και στη συνέχεια, αν το θύμα βρει το θάρρος, τους πόρους και την πρόσβαση που χρειάζεται για να τον καταγγείλει, τη χρησιμοποιεί για να αποφύγει τις συνέπειες της πράξης του.
Ο μόνος λόγος για τον οποίο μαθαίνουμε – αργοπορημένα – τι περίπου συνέβη στην υπόθεση Λάιβλι, είναι ότι στην περίπτωση αυτή η ίδια η Μπλέικ Λάιβλι έχει και αξιοποιεί τη δική της μορφή εξουσίας, χάρη στη φήμη, την οικονομική επιφάνεια – ίσως ακόμα και την αυξημένη ευαισθητοποίηση του κοινού που αναφέραμε. Το πρόβλημα είναι τι συμβαίνει με όλα εκείνα τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης και SLAPP αγωγών ή επικοινωνιακών στρατηγικών που δεν θα έχουν ποτέ την ευκαιρία και τους πόρους να αποκαλύψουν την πολλαπλή αδικία που εκτυλίσσεται εναντίον τους.
Η Στέλλα Κάσδαγλη είναι συγγραφέας και συνιδρύτρια του Women On Top