Την τρίτη, διετούς διάρκειας, θητεία της ξεκινά από αύριο, 1η Ιανουαρίου 2025, η Ελλάδα ως μη μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, σε μια περίοδο εξαιρετικά έντονης γεωπολιτικής αστάθειας. Εως και την τελευταία στιγμή, σύμφωνα με πληροφορίες, οι προπαρασκευαστικές επαφές στο ελληνικό ΥΠΕΞ ήταν πυρετώδεις, με τις ενέργειες να επικεντρώνονται σε δύο ειδών κατευθύνσεις: τον συντονισμό με χώρες με τις οποίες επιθυμεί η Ελλάδα να αναπτύξει ισχυρές συμμαχίες και την επικοινωνία με χώρες που επιθυμούν να εκφραστούν στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τα επόμενα δύο έτη «δι’ ημών».
Εν όψει της έναρξης της ελληνικής θητείας, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης υπενθύμισε (ΑΠΕ) τις προτεραιότητες που έχει θέσει η Αθήνα για τα επόμενα δύο έτη, οι οποίες, εν πολλοίς, θα καθορίσουν και τις πρωτοβουλίες που θα αναλάβει η χώρα μας τόσο σε επίπεδο κινήσεων, τις οποίες θα επιχειρήσει με έμφαση στους μήνες που θα έχει την προεδρία, όσο και σε επίπεδο επιλογών, όπως είναι οι επιτροπές στις οποίες θα επιδιώξει να έχει συμμετοχή ή και να ηγηθεί. Οπως επισήμανε ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, προτεραιότητα θα έχει «η αποκατάσταση της αληθούς έννοιας της επιταγής για ειρηνική επίλυση των διαφορών», ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου, η ενίσχυση της θέσης των γυναικών για την ειρήνη και την ασφάλεια, η προστασία των παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις με έμφαση στο ανθρωπιστικό δίκαιο, η αντιμετώπιση της υπαρξιακής απειλής της κλιματικής κρίσης και η προστασία της θαλάσσιας ασφάλειας, που έχει υποστεί «δομικά ρήγματα» εξαιτίας πολεμικών επιχειρήσεων και τρομοκρατικών απειλών.
Για τον Γιώργο Γεραπετρίτη, τα επόμενα δύο χρόνια που η χώρα μας θα καταστεί, στην πράξη, συμπαραγωγός της διεθνούς πολιτικής για την παγκόσμια αρχιτεκτονική ασφαλείας, δύο θα είναι τα κύρια θέματα συζήτησης ως προς τη διάρθρωση του οργανισμού: αφενός η σύνθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας, η οποία, όπως σημείωσε, δεν αντανακλά σήμερα τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο (π.χ. η Ινδία και άλλες μεγάλες δυνάμεις υποεκπροσωπούνται), και αφετέρου ο τρόπος λήψης αποφάσεων, καθώς το δικαίωμα αρνησικυρίας καθίσταται σε ορισμένες περιπτώσεις καταχρηστικό δυσχεραίνοντας, εν τέλει, τη λήψη ακόμα και των πιο αυτονόητων αποφάσεων. «Ολοι θα κληθούν να επιδείξουν πίστη στη διεθνή νομιμότητα διότι η διπλωματία είτε διεξάγεται αμιγώς επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου είτε δεν είναι διπλωματία» τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών, επισημαίνοντας πως «αυτό θα είναι το σύνθημα της Ελλάδας» στο Συμβούλιο Ασφαλείας από την 1η Ιανουαρίου. «Σε ένα περιβάλλον αστάθειας και αβεβαιότητας, η Ελλάδα έχει στόχο να αποτελέσει τη γέφυρα μεταξύ Βορρά και Νότου, Ανατολής και Δύσης και να λειτουργήσει ως σταθεροποιητικός παράγοντας» διεμήνυσε ο Γιώργος Γεραπετρίτης, δίνοντας μια πρόγευση του ρόλου που σχεδιάζει να διαδραματίσει η χώρα μας σε αυτή την κομβική συγκυρία που χαρακτηρίζεται από το στοιχείο της ρευστότητας ύστερα και από τις πρόσφατες εξελίξεις στη Συρία.
Ο στόχος της ελληνικής διπλωματίας
Σε επίπεδο επικουρικών οργάνων, βέβαιο θα πρέπει να θεωρείται πως η Ελλάδα θα διεκδικήσει την προεδρία των επιτροπών εκείνων που σχετίζονται με τις προτεραιότητές της, όπως είναι, για παράδειγμα, η Επιτροπή Ειρηνευτικών Επιχειρήσεων. Μεγάλες πιθανότητες, επίσης, συγκεντρώνει το ενδεχόμενο να συστήσει η Ελλάδα ομάδα εργασίας επικεντρωμένη στη θεματική που αφορά τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις. Στρατηγικός στόχος της ελληνικής διπλωματίας θα πρέπει να θεωρείται η απρόσκοπτη καλλιέργεια σχέσεων με χώρες του αραβικού κόσμου, ενώ όσον αφορά τον μήνα Μάιο, κατά τον οποίο η Ελλάδα θα έχει την προεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας, μερικές ενέργειες εξ όσων βρίσκονται επί του παρόντος υπό διαμόρφωση αφορούν πρωτοβουλίες για πρόκληση συζητήσεων υψηλού επιπέδου επί συγκεκριμένων θεμάτων, κίνηση που θα μπορούσε να συνδυαστεί και με την πρόταση υιοθέτησης σχετικού ψηφίσματος. Από το ελληνικό ΥΠΕΞ εξάλλου, ήδη διαφάνηκε ένα από τα ζητήματα που η Ελλάδα θα επιλέξει να προτάξει στη θητεία της που δεν είναι άλλο από το Κυπριακό, με στόχο, όπως τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών, να διατηρηθεί «στην ενεργό ατζέντα του ΟΗΕ», προσβλέποντας σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση.