Χιλιάδες διαδηλωτές με πλακάτ στα χέρια εξακολουθούν να είναι συγκεντρωμένοι στους δρόμους και τον καλούν να παραιτηθεί – Διεθνείς ανησυχία για τις εξελίξεις
Μόλις επτά ώρες κράτησε ο στρατιωτικός νόμος που επέβαλε χθες, αργά το βράδυ της Τρίτης ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Γιουν Σουκ Γέολ, όμως ήταν αρκετές για να προκαλέσει χάος στη χώρα.
Η απόφαση ξάφνιασε τον λαό και εκατοντάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν μπροστά στο κοινοβούλιο, για να απαιτήσουν το μέτρο να αποσυρθεί και ο πρόεδρος Γιουν να παραιτηθεί. Λίγες ώρες αργότερα, ο Γιουν Σουκ Γέολ βλέποντας την τροπή που παίρνει η απόφασή του αυτή, υποχρεώθηκε να πάρει πίσω το νόμο όμως πλέον βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο αφού βάλλεται όχι μόνο από την αντιπολίτευση, αλλά και από το ίδιο του το κόμμα.
Χιλιάδες διαδηλωτές με πλακάτ στα χέρια εξακολουθούν να είναι συγκεντρωμένοι στους δρόμους και τον καλούν να παραιτηθεί εδώ και τώρα. «Να παραιτηθεί αμέσως», «να λογοδοτήσει», «αποκαταστήστε τη Δημοκρατία», «ερευνήστε αμέσως την πράξη της εξέγερσής του» είναι μερικές επιγραφές από τα πλακάτ. Βουλευτές και μέλη της αντιπολίτευσης έχουν συγκεντρωθεί επίσης έξω από την εθνοσυνέλευση.
Εάν δεν παραιτηθεί από μόνος του ο Γιουν Σουκ Γέολ, ένας συνασπισμός κομμάτων της αντιπολίτευσης σχεδιάζουν να υποβάλουν ένα νομοσχέδιο νωρίς το απόγευμα της Τετάρτης που θα ζητείται η παραπομπή του προέδρου ανέφερε το νοτιοκορεατικό εθνικό πρακτορείο ειδήσεων Yonhap. Η ψηφοφορία για το νομοσχέδιο μπορεί να διεξαχθεί στις 6 ή 7 Δεκεμβρίου.
«Το κοινοβούλιο θα πρέπει να επικεντρωθεί στην άμεση αναστολή των εργασιών του προέδρου για να ψηφιστεί το συντομότερο νομοσχέδιο παραπομπής», δήλωσε στους δημοσιογράφους την Τετάρτη ο Χουάνγκ Ουν-χα, ένας από τους βουλευτές του συνασπισμού, όπως αναφέρει το Reuters.
Ο επικεφαλής του κυβερνώντος Κόμματος, Λαϊκής Εξουσίας του Γιουν ζήτησε επίσης την εκδίωξη του υπουργού Άμυνας Κιμ Γιονγκ-χιούν και την παραίτηση ολόκληρου του υπουργικού συμβουλίου.
«Ο πρόεδρος οφείλει να δώσει εξηγήσεις για αυτή την τραγική κατάσταση αμέσως και καταλεπτώς», δήλωσε σε κορεατικό τηλεοπτικό δίκτυο ο Χανγκ Ντονγκ-χουν, προσθέτοντας πως «όλοι όσοι ευθύνονται πρέπει να λογοδοτήσουν».
Μαζικές παραιτήσεις
Ο γενικός γραμματέας της προεδρίας και άλλοι ανώτεροι συνεργάτες του προέδρου «υπέβαλαν μαζικά τις παραιτήσεις τους» σύμφωνα με το Yonhap.
Η εφημερίδα Chosun Ilbo, αναφέρει ότι όλα τα μέλη της κυβέρνησης εξέφρασαν την πρόθεσή τους να παραιτηθούν στον πρωθυπουργό, Χαν Ντοκ-σου ο οποίος αναμενόταν να έχει συνάντηση με την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος και συνεργάτες του προέδρου στις 14:00 (τοπική ώρα· 07:00 ώρα Ελλάδας), κατά την ίδια πηγή.
Η μεγαλύτερη συνομοσπονδία συνδικάτων της χώρας ανακοίνωσε πως προκηρύσσει «γενική απεργία επ’ αόριστον» ώσπου να υποβληθεί παραίτηση από τον πρόεδρο. Η Συνομοσπονδία Κορεατικών Συνδικάτων, με όχι λιγότερα από 1,2 εκατ. μέλη, χαρακτήρισε «παράλογο και αντιδημοκρατικό μέτρο» την κίνηση που αποπειράθηκε ο κ. Γιουν, προσθέτοντας πως με αυτήν «υπέγραψε το τέλος» της εξουσίας του.
Γιατί κήρυξε στρατιωτικό νόμο;
Ο Γιουν, με δημοτικότητα ήδη πολύ χαμηλή και με ολοένα μεγαλύτερη δυσκολία να εξασφαλίσει την έγκριση προϋπολογισμού από το ελεγχόμενο από την αντιπολίτευση κοινοβούλιο, την κατηγόρησε πως αποτελείται από «δυνάμεις εχθρευόμενες το κράτος». Είπε πως το μέτρο είχε σκοπό «την εξάλειψη στοιχείων εχθρευόμενων το κράτος» και την «προστασία της Νότιας Κορέας από τις απειλές που εγείρονται από κομμουνιστικές βορειοκορεατικές δυνάμεις».
Μίλησε περί κοινοβουλευτικής «δικτατορίας» και κατηγόρησε την αντιπολίτευση πως επιδίωκαν παράλυση του κράτους.
Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Λι Τζε-μιουνγκ, ο οποίος έχασε οριακά τις εκλογές του 2022 από τον κ. Γιουν, χαρακτήρισε «παράνομο» το μέτρο και παρότρυνε τους πολίτες να πάνε να διαδηλώσουν μπροστά στη Βουλή.
Η επιβολή στρατιωτικού νόμου, κάτι που είχε να ζήσει η χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας πάνω από σαράντα χρόνια, συνεπαγόταν αναστολή της πολιτικής ζωής, κλείσιμο του κοινοβουλίου και τον αυστηρό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης. Συγκεκριμένα, περιελάμβανε ένα διάταγμα έξι σημείων που απαγόρευε πολιτικές δραστηριότητες και κόμματα, «ψευδή προπαγάνδα», απεργίες και «συγκεντρώσεις που υποκινούν κοινωνική αναταραχή». Το διάταγμα έθεσε επίσης όλα τα μέσα ενημέρωσης υπό την εξουσία του στρατιωτικού νόμου και έδωσε εντολή σε όλο το ιατρικό προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων των απεργών γιατρών, να επιστρέψουν στην εργασία τους εντός 48 ωρών.
Μετά την ανακοίνωση αναπτύχθηκαν στρατιωτικοί και προσγειώθηκαν ελικόπτερα στην οροφή του κοινοβουλίου, μολαταύτα μέλη της νοτιοκορεάτικης εθνικής αντιπροσωπείας μπόρεσαν να συνεδριάσουν εκτάκτως και να υιοθετήσουν απόφαση με την οποία αξίωσαν την άρση του μέτρου — κάτι που υποχρεώθηκε τελικά να κάνει.
Παρά τις πολιτικές αντιδράσεις και τον λαϊκό ξεσηκωμό που προκάλεσε η απόφαση αυτή του Γιουν Σουκ Γέολ, το γραφείο του προέδρου συνεχίζει να υποστηρίζει ότι η κήρυξη του στρατιωτικού νόμου αργά την Τρίτη ήταν δικαιολογημένη και εντός των ορίων του συντάγματος, αναφέρει το Reuters. Αρνήθηκε επίσης, ότι οι δυνάμεις του στρατιωτικού νόμου είχαν παρέμβει στην πρόσβαση των βουλευτών στο κοινοβούλιο.
Μετά την επιβολή του μέτρου, 190 μέλη του κοινοβουλίου ψήφισαν κατά, ενώ στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων αποπειρώνταν εισβολή στην αίθουσα όπου διεξαγόταν η συνεδρίαση. Συνολικά πάνω από 280 στρατιωτικοί εισέβαλαν στη Βουλή, σύμφωνα με το Yonhap.
Ανησυχία σε διεθνές επίπεδο
Η είδηση προκάλεσε ανησυχία και αποδοκιμασία σε διεθνές επίπεδο, κυρίως από πλευράς των ΗΠΑ, του βασικού συμμάχου της Σεούλ απέναντι στη Βόρεια Κορέα, και από πλευράς Κίνας.
Η αμερικανική προεδρία ανέφερε πως δεν ήταν ενήμερη για τις προθέσεις του κ. Γιουν. Εξέφρασε «ανακούφιση» για την άρση του μέτρου, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν σημείωσε πως «συνεχίζουμε να αναμένουμε οι πολιτικές διαφωνίες να επιλύονται ειρηνικά και με σεβασμό του κράτους δικαίου», σε ανακοίνωση που δημοσιοποιήθηκε από τις υπηρεσίες του.
Τα Ηνωμένα Έθνη και η Βρετανία εξέφρασαν ανησυχία, ενώ η Κίνα κάλεσε τους υπηκόους της στη χώρα να επιδείξουν σύνεση. Η Μόσχα, που έχει συσφίξει τις σχέσεις της με την Πιονγκγιάνγκ εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, χαρακτήρισε κι αυτή πολύ «ανησυχητική» την κατάσταση.
Η Ιαπωνία από την πλευρά της διά στόματος του πρωθυπουργού Σιγκέρου Ισίμπα ανέφερε πως παρακολουθεί στενά την κατάσταση με «εξαιρετική και σοβαρή ανησυχία».