Ηταν μια χρονιά που όλα ήρθαν τούμπα. Οι προβλέψεις πήγαν περίπατο, όντας μια αγωνιστική σεζόν όπου οι απανωτές αλλαγές, τα πισωγυρίσματα στις βαθμολογικές ανακατατάξεις και η άνοδος δύο έμπειρων ομάδων (Ferrari και McLaren) ξύπνησαν τα αντανακλαστικά των οπαδών, βλέποντας την αυτοκρατορία της Red Bull να μην κλειδώνει (όπως μας συνήθιζε παλαιότερα) το πρωτάθλημα με το «ξημέρωμα» του πρωταθλήματος, χάνοντας την κούπα των κατασκευαστών και κερδίζοντας με κόπο τον τίτλο των οδηγών με τον συνήθη ύποπτο, τον Μαξ Φερστάπεν.
Μια χρονιά όπου η Ferrari βγήκε από το προσωπικό της τούνελ, με εμφανή δυναμική πορεία και τη McLaren να κάνει την έκπληξη από την αρχή της χρονιάς.
Από το πρώτο γκραν πρι της περασμένης άνοιξης, η Red Bull έδειξε ότι δεν είναι άτρωτη, με πολλά προβλήματα στα μονοθέσια να την εκθέτουν κατά τη διάρκεια των γκραν πρι. Ο Φερστάπεν απόλαυσε την κατάκτηση του τέταρτου τίτλου, κλειδώνοντάς τον και μαθηματικά στα τελευταία γκραν πρι, αφού τις προηγούμενες χρονιές είχε βαρεθεί να κόβει βόλτες, με σύμμαχο τον αφανή ανταγωνισμό, που είχε καταλήξει να γίνει κομπάρσος στα γκραν πρι.
Ο Ολλανδός είχε εξαιρετικό ρυθμό στις αρχές της χρονιάς, κερδίζοντας τους επτά από τους πρώτους 10 αγώνες το 2024, δείχνοντας ότι έτρεχε και πάλι μόνος του. Ωστόσο ο ρυθμός του άρχισε να «ξεθωριάζει» καθώς η McLaren άρχισε να πλησιάζει απειλητικά τον πρωταθλητή, με τον Λάντο Νόρις να φέρνει χαμόγελα αισιοδοξίας στην ιστορική ομάδα. Ετσι, ο Φερστάπεν αρκέστηκε σε δύο μόνο νίκες στους επόμενους και τελευταίους 14 αγώνες. Πάντως, φρόντιζε να διατηρεί τον ρυθμό του σταθερό, κάτι που φάνηκε και από το γεγονός ότι ήταν πάντα μέσα στην πρώτη εξάδα.
Μια… σατανική σύμπτωση
Η ανίκητη έως το 2023 Red Bull έχασε τον τίτλο των κατασκευαστών, με τη McLaren να σηκώνει την κούπα έπειτα από 26 χρόνια (είχε να δει τίτλο από τον προηγούμενο αιώνα και συγκεκριμένα από το 1998!). Η βρετανική ομάδα κατέκτησε το 9ο παγκόσμιο πρωτάθλημα κατασκευαστών της ιστορίας της στη Formula 1 με τον Λάντο Νόρις να κερδίζει τις εντυπώσεις και τον ομόσταβλό του Οσκαρ Πιάστρι να ανδρώνεται αγωνιστικά.
Η βρετανική ομάδα σκόραρε φέτος 666 βαθμούς (σατανική σύμπτωση;), κάτι που εκτοξεύει και την οικονομική συμμετοχή της για την επόμενη σεζόν, με το παράβολο να πιάνει τα 6.115.429 δολάρια (οι ομάδες πληρώνουν με γνώμονα πόσους βαθμούς έχουν αλιεύσει την προηγούμενη χρονιά).
Στη Ferrari, η ανοδική πορεία της αλλά και το ταλέντο του Κάρλος Σάινθ προκάλεσαν σε πολλούς την απορία αν αυτή η ομάδα έδιωξε τον σωστό οδηγό. Σαρλ Λεκλέρ και Κάρλος Σάινθ ξετύλιξαν με τον ιδανικότερο τρόπο τις αγωνιστικές ικανότητές τους, κερδίζοντας μάλιστα τον τελευταίο αγώνα κάνοντας το 1-2, αλλά χάνοντας μέσα από τα χέρια τους την κατάκτηση του φετινού τίτλου στους κατασκευαστές για μόλις 14 βαθμούς.
Μεταγραφή-σοκ
και αποχωρήσεις
Αναμφισβήτητα, η πιο συγκλονιστική στιγμή της φετινής σεζόν συνέβη λίγο πριν ξεκινήσουν οι μάχες στο πρωτάθλημα, με την ανακοίνωση της μεταγραφής-σοκ, του Χάμιλτον στη Ferrari τον περασμένο Φεβρουάριο. Ετσι, αυτή ήταν και η τελευταία χρόνια που ο Χάμιλτον έτρεξε με τη Mercedes, ύστερα από 12 χρόνια στο «σπίτι» του όπως αποκαλούσε τη βρετανική ομάδα. Ο Χάμιλτον ήταν και φέτος εμφανώς επηρεασμένος από τη χαμηλή απόδοση των μονοθεσίων της Mercedes, σημειώνοντας κατά τη διάρκεια του 2024 μια αξέχαστη και μοναδική νίκη στο βρετανικό γκραν πρι.
Στις πιο ηχηρές αποχωρήσεις ήταν αυτή του Ντανιέλ Ρικιάρντο, που κρέμασε στη μέση της σεζόν τα παπούτσια του.
Η λαμπρή καριέρα του περιλαμβάνει 257 συμμετοχές σε γκραν πρι, οκτώ νίκες και 32 βάθρα!
Σεισμό προκάλεσε και η αποχώρηση του Σέρχιο Πέρεζ από τη Red Bull, αφήνοντας την ομάδα του Μίλτον Κινς έπειτα από τέσσερις σεζόν. Ο Μεξικανός διήνυσε τη χειρότερη χρονιά του. Ο δεύτερος οδηγός της Red Bull τερμάτισε 285 βαθμούς πίσω από τον ομόσταβλό του, Μαξ Φερστάπεν.
Για τη θέση του υπάρχουν δύο υποψήφιοι. Η Red Bull Racing γλυκοκοιτάζει τον Λίαμ Λόσον και τον Γιούκι Τσουνόντα.