Ο Τζον Κότζας (John Kotzas) AM αποχωρεί από το Queensland Performing Arts Centre (QPAC) μετά από 30 χρόνια, εκ των οποίων τα 20 ως διευθυντής, όπως ανακοινώθηκε στο πλαίσιο της αλλαγής ηγεσίας του Οργανισμού.
Ο Τζον Κότζας, που γεννήθηκε στο βόρειο Κουίνσλαντ, είναι εγγονός Ελλήνων μεταναστών από το Καστελλόριζο — ο παππούς από την πατρική του πλευρά έφτασε στην Αυστραλία το 1900, ακολουθούμενος σύντομα από τον παππού της μητέρας του.
Ο Κότζας είχε «πέντε διαφορετικές δουλειές» στο QPAC. Ξεκινώντας το 1989 ως εκπαιδευτικός, ανέλαβε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή το 2004 και πέντε χρόνια αργότερα έγινε διευθύνων σύμβουλος και καλλιτεχνικός διευθυντής.
Για να φτάσεις στην κορυφή ενός θεσμού όπως το QPAC και να το μεταμορφώσεις, «απλώς πρέπει να είσαι πεισματάρης», λέει.
Το Κέντρο, υπό την ηγεσία του Κότζα, διαδραμάτισε κομβικό ρόλο στην πολιτιστική άνθηση του Brisbane μετά την εποχή του Joh Bjelke-Petersen, του μακροβιότερου πρωθυπουργού του Κουίνσλαντ.
Η κυβέρνηση του Joh Bjelke-Petersen συνδέθηκε με ανεξέλεγκτη ανάπτυξη, πολιτικές μηχανορραφίες (για να παραμείνει στην εξουσία) και διαφθορά, η οποία τελικά οδήγησε στη Διερεύνηση Φιτζέραλντ (Fiztgerald Inquiry) για να διερευνηθεί η βαθιά ριζωμένη διαφθορά στο πολιτικό φάσμα αλλά και στο χώρο της αστυνομίας.
Η αλλαγή κυβέρνησης βελτίωσε τα πράγματα, λέει ο Κότζας, προσθέτοντας ότι «το ενδιαφέρον ήταν, ωστόσο, ότι το συντηρητικό καθεστώς είχε χτίσει το πολιτιστικό κέντρο, είχε δημιουργήσει την υποδομή».
«Πρέπει να οδηγείς τον Οργανισμό κατά τρόπο ουδέτερο από την πλευρά της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά να δίνεις επίσης σε όλους την ευκαιρία να εκφραστούν. Κάθε έκφραση τέχνης είναι πολιτική».
ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΗ «SHOE BRIGADE» ΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ HOTSPOT
Η δουλειά του στο QPAC από το 1989 και έπειτα, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην απαλλαγή του Brisbane από τη… φήμη της επαρχιακής πόλης, ιδιαίτερα στους σνομπ της ανατολικής ακτής.
«Όσους ερχόμασταν από το Brisbane, μας αντιμετώπιζαν ως λίγο υποδεέστερους. Η Μελβούρνη ήταν πρώτη, μετά η Αδελαΐδα και το Σίδνεϊ και το Brisbane ήταν τέταρτο.
«Η εμμονή μας ήταν να το ανατρέψουμε αυτό, να κάνουμε τους ανθρώπους να δουν τι μπορεί να κάνει το Brisbane… Και το κάναμε δουλεύοντας σκληρά και εστιάζοντας στον προγραμματισμό και την εμπορική επιτυχία», λέει ο Κότζας.
Υπό την ηγεσία του Κότζα, το QPAC αναδείχθηκε σε κορυφαίο εθνικό φορέα παρουσίασης, παραγωγής, επενδύσεων και εκπαίδευσης στις Τέχνες και τον δημόσιο χώρο.
«Δεν έχω πρόβλημα να θεωρούμαι λαϊκιστής. Οι δημοφιλείς παραστάσεις βοήθησαν στο να χρηματοδοτήσουμε όλα όσα θέλαμε να κάνουμε στην εκπαίδευση, τα σύγχρονα έργα και τα προγράμματα για τους λαούς των Πρώτων Εθνών».
«Πρέπει να σέβεσαι το κοινό», λέει ο έως τώρα επικεφαλής του QPAC.
Ο Κότζας εξηγεί ότι είναι «μια φόρμουλα» που ακολούθησε και «η ένταξη ήταν μέρος της».
«Ρωτούσαμε, ‘τι αρέσει στους Ιταλούς;’ Έπρεπε να φέρουμε στην Αυστραλία τις μεγάλες εταιρείες που ο κόσμος σέβεται, οπότε αν θες να φέρεις Ιταλούς, ας φέρουμε τη La Scala … και το κάναμε».
ΦΕΡΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ BRISBANE
Ο Κότζας κατάφερε να εξασφαλίσει τη La Scala –έναν από τους κορυφαίους παγκόσμιους Οργανισμούς Όπερας και Μπαλέτου– ως την πρώτη μεγάλη διεθνή εταιρεία που εμφανίστηκε στο QPAC.
Η La Scala φιλοξένησε την περιβόητη Χορωδία του Θεάτρου La Scala, το Μπαλέτο, την Ορχήστρα και τη Filarmonica della Scala.
«Ρωτούσαν, “Πού είναι το Brisbane; Θέλουμε να πάμε στο Opera House του Σίδνεϊ”».
Ο Κότζας τους δελέασε προσφέροντάς τους μια προκαταρκτική ξενάγηση, «έξι με οκτώ μήνες» πριν υπογράψουν το συμβόλαιο.
«Τους είπαμε, “πηγαίνετε πρώτα στο Opera House, αλλά μετά ελάτε να μας δείτε”. Έβλεπαν το Opera House και μετά έρχονταν στις δικές μας εγκαταστάσεις και έλεγαν, “Θεέ μου, ερχόμαστε”».
Η επιτυχία με τη La Scala αποτέλεσε το έναυσμα για τη διεθνώς αναγνωρισμένη Σειρά Διεθνών Εκδηλώσεων του QPAC (QPAC International Series), η οποία παρουσίασε αποκλειστικές σεζόν από τους Paris Opera Ballet, Ballet Nacional de Cuba, Hamburg Ballet, Hamburg Orchestra, Bolshoi Ballet, American Ballet Theatre, Ballet Preljocaj και The Royal Ballet.
«Όταν έχεις 160 χορευτές που ταξιδεύουν τέτοιες μεγάλες αποστάσεις, πρέπει να τους κάνεις να νιώσουν ασφαλείς και ότι τους εκτιμάς», λέει.
Το 2016, ο Κότζας τιμήθηκε με το υψηλού κύρους βραβείο Cavaliere dell’Ordine della Stella d’Italia (Ιππότης του Τάγματος του Αστέρα της Ιταλίας) για τη δέσμευσή του στις ιταλικές Τέχνες, τον πολιτισμό και την κοινότητα.
Ο Κότζας είναι εξίσου αφοσιωμένος στην πολιτιστική ποικιλομορφία για το κοινό, όσο και στην ποικιλομορφία των παραστάσεων. Η σύνδεση μεταξύ των παραστάσεων και του κοινού εξαρτάται «από τα συμφραζόμενα» και «από το να διασφαλίσουμε ότι η παράσταση είναι καλή», λέει.
«Πρέπει να βεβαιωθούμε ότι το κοινό είναι προετοιμασμένο γι’ αυτό που πρόκειται να δει, γιατί όταν τα δύο αυτά στοιχεία συναντηθούν, η τέχνη ζωντανεύει στη μέση, στον χρόνο και στον χώρο».
Η ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΥΝΔΕΣΗΣ
ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΗΚΕΙΝ
Ο Κότζας λέει ότι τα δύο σημαντικά πράγματα που προσφέρει η Τέχνη είναι «η αίσθηση σύνδεσης και η αίσθηση του ανήκειν».
«Η σύνδεση και το ανήκειν είναι κάτι που πάντα ένιωθα μεγαλώνοντας σε μια μεγάλη ελληνική οικογένεια, οπότε αν μπορούμε να φέρουμε τις κοινότητες κοντά, έτσι ώστε να νιώθουν ότι είναι ενωμένες, τότε έχουμε κάνει σωστά τη δουλειά μας».
Έχει χτίσει τη ζωή του γύρω από «τα δύο του πάθη, τις παραστατικές τέχνες και την εκπαίδευση». «Αυτό μου δίνει μεγάλη αίσθηση εκπλήρωσης», λέει ο Κότζας.
Το να μεγαλώνει ως Έλληνας στη Βόρεια Κουινσλάνδη υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην αγάπη του για τις Τέχνες.
«Γεννήθηκα το 1955 και τότε υπήρχαν ακόμα πολλοί εργάτες από την Ελλάδα και την Ιταλία που έρχονταν στο βόρειο Κουίνσλαντ για να κόψουν ζαχαροκάλαμο. Οπότε υπήρχαν μεγάλες συγκεντρώσεις κοινοτήτων γεμάτες μουσική και χορό».
«Μεγάλωσα με αυτό και ήταν κομμάτι μου, οπότε η έννοια της ένταξης ήταν έμφυτη σε μένα. Αυτή ήταν η αίσθησή μου».
Το να μεγαλώνει δίπλα στους παππούδες του σήμαινε «ότι υπήρχε πάντα πολύ μουσική».
Στα 14 του, ο Κότζας εντάχθηκε σε μια θεατρική ομάδα, όπου παρέμεινε μέχρι τα 27 του, «σαν μια μαθητεία».
Ήταν επίσης η περίοδος που ιδρύθηκε το Συμβούλιο Τεχνών της Αυστραλίας, τώρα γνωστό ως Creative Australia. Υπό την καθοδήγηση του «μέντορά» του, έμαθε ότι αντί να «συμπληρώνουν αιτήσεις για χρηματοδοτήσεις για τις Τέχνες», έπρεπε να «επενδύσουν την ενέργειά τους στο να κερδίσουν το κοινό».
«Αν το κοινό έρθει και πληρώνει τους μισθούς μας, είναι καλύτερο από το να πάρουμε επιχορήγηση από την κυβέρνηση», λέει ο Κότζας.
ΤΑ ΟΡΟΣΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΡΙΕΡΑΣ – ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Ως καλλιτεχνικός διευθυντής, το φεστιβάλ Out of the Box του Κότζα ήταν το πρώτο του μεγάλο πρόγραμμα. Ένα Φεστιβάλ Τεχνών αφιερωμένο σε παιδιά έως οκτώ ετών, το οποίο σήμερα είναι ένα κορυφαίο γεγονός στην Αυστραλία και έχει αναπτυχθεί περαιτέρω.
«Ήταν η πρώτη φορά που μου εμπιστεύτηκε κάτι μεγάλο ο τότε διευθυντής, και είχα την υποστήριξη μιας εξαιρετικής ομάδας».
«Το υπέροχο πράγμα στις παραστατικές τέχνες είναι ότι πρόκειται για ομαδική εργασία, για συνεργασία. Περιβάλλεσαι από ανθρώπους με παρόμοιες ιδέες, και αν είναι πιο έξυπνοι από εσένα τόσο το καλύτερο».
Ένα άλλο πρόγραμμα αγαπητό σε αυτόν είναι το Φεστιβάλ Clancestry, ένας ετήσιος εορτασμός της Τέχνης και του Πολιτισμού των Πρώτων Εθνών.
Η δέσμευση του Κότζα στις τέχνες των Πρώτων Εθνών είναι βαθιά και βασίζεται στη δική του, ελληνική κληρονομιά και την έμφαση στην εκτεταμένη οικογένεια — αξίες που παραλληλίζει με αυτές των Πρώτων Εθνών.
«Οι τέσσερις παππούδες μου προέρχονται από το Καστελλόριζο, και είναι οι ρίζες μου, η κοινότητά μου, η εκτεταμένη οικογένεια.
Αυτή η σύνδεση με την κληρονομιά, τη γλώσσα και τον πολιτισμό είναι αυτό που μου έδωσε την αναγκαία ανθεκτικότητα και βαθιά ενσυναίσθηση για τους αγώνες των Πρώτων Εθνών από την εποχή της αποικιοκρατίας.
«Αν αυτό λείπει και δεν ξέρεις ποιοι είναι οι γονείς σου ή από πού προέρχονται, πώς ξέρεις πού πηγαίνεις;»
Εμπνεύστηκε επίσης από «ισχυρές φυσιογνωμίες» όπως ο Doug Hall, ο διευθυντής της Queensland Art Gallery από το 1987 έως το 2007.
«Έκανε κάτι καταπληκτικό που ονομάζεται Balance 1990, όπου αρκετοί καλλιτέχνες και άνθρωποι των Πρώτων Εθνών προσκλήθηκαν και τους είπε ‘Πηγαίνετε και ανακαλύψτε. Βρείτε όση περισσότερη σύγχρονη τέχνη μπορείτε.’
»Έτσι αναδείχθηκαν όλοι αυτοί οι καταπληκτικοί καλλιτέχνες που έκαναν πολιτική τέχνη, και σκέφτεσαι, ‘Θεέ μου! Κοίτα το δυναμικό αυτής της χώρας.’
»Το να είσαι δημιουργικός δεν είναι μόνο για καλλιτέχνες, όλοι μπορούν να είναι δημιουργικοί—εμείς στις τέχνες δεν έχουμε μονοπώλιο στη δημιουργικότητα».
Όσον αφορά τη σπουδαία καριέρα του Τζον Κότζα στις Τέχνες, δεν είχε ιδέα πού θα τον οδηγούσε.
«Οι καριέρες αποκτούν νόημα μόνο όταν κοιτάς πίσω. Όταν κοιτάς πίσω, λες, ‘Έκανα αυτό, μετά έκανα εκείνο’, και βγαίνει νόημα».
Χωρίς αμφιβολία, ο Κότζας θα συνεχίσει να αποτελεί μια σημαντική δύναμη στην ενίσχυση του πολιτιστικού πλούτου της χώρας.
The post Τζον Κότζας: Από ελληνικές ρίζες στη διαμόρφωσητης πολιτιστικής σκηνής του Κουίνσλαντ appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.