Μπορεί στην ανακάλυψη της αμερικανικής ηπείρου να πρωτοστάτησαν οι Ισπανοί, με τον Γενοβέζο Χριστόφορο Κολόμβο να ηγείται της αποστολής, αλλά στην ανακάλυψη και στον εποικισμό της Αυστραλίας πρωταγωνίστησαν οι Ολλανδοί και οι Βρετανοί.
Για πρώτη φορά ελλιμενίστηκε ευρωπαϊκό πλοίο στη βόρεια ακτή της Αυστραλίας το 1606, με καπετάνιο τον Ολλανδό Βίλεμ Γιάνσουν.
ο πλήρωμα του πλοίου «Duyfken» ήρθε γρήγορα σε επαφή με τους ιθαγενείς της ηπείρου, τους Αβορίγινες. Στη συνέχεια, οι Ολλανδοί χαρτογράφησαν όλη τη βόρεια και τη δυτική ακτογραμμή της Αυστραλίας, δίνοντάς της την ονομασία «Νέα Ολλανδία». Δεν οργάνωσαν, ωστόσο, κάποια αποστολή με σκοπό τον εποικισμό της νέας ηπείρου.
Οντας έθνος μεγάλων θαλασσοπόρων και εξερευνητών, οι Βρετανοί ακολούθησαν τους Ολλανδούς στην εξερεύνηση της αυστραλιανής ηπείρου.
Το 1770, ο Βρετανός εξερευνητής Τζέιμς Κουκ χαρτογράφησε την ανατολική ακτογραμμή της Αυστραλίας, την οποία ονόμασε «Νέα Νότια Ουαλία» και διεκδίκησε στο όνομα του βρετανικού στέμματος. Εχοντας απολέσει την κυριαρχία της σε μεγάλο τμήμα της Βόρειας Αμερικής, έπειτα από την Αμερικανική Επανάσταση και τη δημιουργία των ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία επιδίωξε να εγκαθιδρύσει αποικία στην αχανή και αραιοκατοικημένη από τους ντόπιους Αυστραλία. Το 1783 δημιούργησε τον πρώτο οικισμό ποινικών εξόριστων και πέντε χρόνια αργότερα ίδρυσε την πρώτη αποικία της.
Οι άποικοι ήρθαν σε σύγκρουση με τους ιθαγενείς, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.
Κατά παρόμοιο τρόπο με την Αμερική, οι άποικοι ήρθαν σε σύγκρουση με τους ιθαγενείς πληθυσμούς, οι οποίοι διωκόμενοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν σε πολλές περιπτώσεις τις εστίες τους. Ακολούθησε η ίδρυση περισσότερων αποικιών στην Αυστραλία, την Τασμανία και τη Νέα Ζηλανδία.
Στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, εκφράστηκαν οι πρώτες δηλώσεις των τοπικών κυβερνητών των αποικιών, για τη συγκρότηση ενός ενιαίου κέντρου λήψης των αποφάσεων στις αποικίες της περιοχής, καθότι έως τότε τον κύριο έλεγχο είχε το υπουργείο Αποικιών στο Λονδίνο. Επειτα από πολυετείς συζητήσεις σχετικά με το θέμα, το 1885 το βρετανικό Κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο για την ίδρυση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου της Αυστραλασίας. Στο νέο Συμβούλιο συμμετείχαν αντιπρόσωποι από τις αποικίες του Κουίνσλαντ, της Τασμανίας, της Βικτώριας καθώς και των αποικιών του στέμματος στη Δυτική Αυστραλία και τα νησιά Φίτζι. Οι αποικίες της Νέας Νότιας Ουαλίας και της Νέας Ζηλανδίας δεν συμμετείχαν στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.
Καθ’ όλη τη δεκαετία του 1890, οι πολιτικοί των αποικιών διαπραγματεύονταν τους όρους για ένα ενιαίο Σύνταγμα.
Με το πέρασμα των ετών κατέστη εμφανής η ανάγκη για την ψήφιση ενός ενιαίου Συντάγματος για τις αποικίες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1890 οι πολιτικοί των αποικιών διαπραγματεύονταν τους όρους για το Σύνταγμα. Από το 1898 έως το 1900 διεξήχθησαν δημοψηφίσματα στις έξι αποικίες της Αυστραλίας με το ερώτημα εάν αποδέχονταν οι πολίτες το Σύνταγμα, το οποίο είχε συντάξει η Ομοσπονδιακή Συνέλευση της Αυστραλασίας. Υπέρ του Συντάγματος τάχθηκε η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών.
Το βρετανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε τον νόμο της ίδρυσης της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας τον Ιούλιο του 1900. Επίσημα η ίδρυση της Κοινοπολιτείας έγινε την 1η Ιανουαρίου 1901 στο Σίδνεϊ και πρώτος μεταβατικός πρωθυπουργός της Αυστραλίας ορκίστηκε ο σερ Έντμουντ Μπάρτον.
Πρώτη πρωτεύουσα της Αυστραλίας ήταν η Μελβούρνη, όπου και στεγάστηκαν οι διοικητικές υπηρεσίες της Κοινοπολιτείας. Το Σύνταγμα προέβλεπε τη συγκρότηση Βουλής των Αντιπροσώπων και Γερουσίας, ενώ την εκτελεστική εξουσία ασκούσε ο κυβερνήτης και αντιπρόσωπος της βρετανικής εξουσίας στο νησί. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1907, η Αυστραλία απέκτησε μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας εντός της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
The post Έτσι δημιουργήθηκε η Κοινοπολιτεία της Αυστραλίας το 1901 appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.