Η πολιτική αβεβαιότητα σε πολλές χώρες της ΕΕ θα μπορούσε να αποδυναμώσει την Ευρώπη στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις με τον αμφιλεγόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ
Περίπου μισή «ντουζίνα» χώρες στην Ευρώπη, που είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν διαθέτουν σήμερα λειτουργικές κυβερνήσεις.
Δεδομένων όσων συμβαίνουν στην Ευρώπη και στον κόσμο – από την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία μέχρι τα καμώματα της Ρωσίας στη Βαλτική και την επικείμενη κατάληψη της Αυστρίας από την ακροδεξιά – η χρονική στιγμή αυτής της εκκρεμότητας δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη.
Η λήψη αποφάσεων στην ΕΕ είναι δύσκολη στις καλύτερες στιγμές. Εν μέσω ενός κενού ηγεσίας, θα είναι σχεδόν αδύνατη για τον απλούστατο λόγο ότι οι κουτσές πάπιες και οι υπηρεσιακές κυβερνήσεις δεν είναι σε θέση να δεσμεύσουν τις χώρες τους σε οτιδήποτε έστω και ελάχιστα αμφιλεγόμενο.
Πολλές οι προκλήσεις για την Ευρώπη
Με τον Τραμπ να απαιτεί ήδη από την Ευρώπη να κάνει περισσότερα για την προστασία της και με μια κρίσιμη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, που θα πραγματοποιηθεί στη Χάγη τον Ιούνιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν ένα ενιαίο μέτωπο για να κινητοποιήσουν τη δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία.
Επιπλέον, η ίδια η ΕΕ αντιμετωπίζει όλο και πιο υβριδικές επιθέσεις, όπως η κοπή υποθαλάσσιων καλωδίων ηλεκτρικής ενέργειας που εξυπηρετούν την Εσθονία – πιθανότατα, όπως εκτιμά, από την Ρωσία.
Μια νέα Κομισιόν ανέλαβε επίσης τα καθήκοντά της κοντά στα τέλη του περασμένου έτους και σύντομα θα αρχίσει να εκπονεί σχέδια νομοθεσίας προς έγκριση από τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης των νόμων που διέπουν την επιστροφή των παράτυπων μεταναστών, η οποία αναμένεται τον Μάρτιο.
Μια πιο άμεση ανησυχία έχει ήδη αφήσει την ΕΕ μετέωρη: Τι να κάνει με τον Έλον Μασκ;
Η αφθονία των απόντων και των εύθραυστων κυβερνήσεων, αν συνεχιστεί, θα μπορούσε να καταστήσει πολύ πιο δύσκολο για την Ευρώπη να ανταποκριθεί σε τέτοιες προκλήσεις, διαβρώνοντας περαιτέρω το κύρος της στον κόσμο.
Το κατακερματισμένο πολιτικό κέντρο της Γαλλίας αγωνίζεται να κρατηθεί
Οι μεγάλες δυνάμεις της Γαλλίας και της Γερμανίας έχουν εμπλακεί σε πολιτικές κρίσεις, με το πολιτικό κέντρο να δέχεται έντονες πιέσεις από την ακροδεξιά.
Στη Γαλλία, όπου οι κυβερνήσεις συνασπισμού είναι ασυνήθιστες, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αναγκάστηκε να συνθέσει δύο εύθραυστους συνασπισμούς μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού. Ο πρώτος κράτησε μόλις τρεις μήνες.
Εάν ο νέος μειονοτικός συνασπισμός των φιλελευθέρων και των συντηρητικών δεν μπορέσει να αντέξει, ο Μακρόν ίσως χρειαστεί να διαλύσει ξανά το κοινοβούλιο και να προκηρύξει νέες εκλογές αργότερα μέσα στο έτος.
Το κομματικό σύστημα της Γαλλίας, της κεντροδεξιάς έναντι της κεντροαριστεράς, διαλύθηκε το 2017 από τον ίδιο τον Εμανουέλ Μακρόν, του οποίου η φιλελεύθερη «La Republique en Marche», όπως ονομαζόταν τότε, προσέλκυσε νομοθέτες και ψηφοφόρους και από τα δύο στρατόπεδα.
Τώρα, το κατακερματισμένο πολιτικό κατεστημένο της χώρας πολιορκείται όλο και περισσότερο από τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό (RN) της Μαρίν Λεπέν, που σημείωσε σημαντικά κέρδη στις περσινές εκλογές.
Η Λεπέν κατάφερε να φέρει το κόμμα της προς το mainstream, αποβάλλοντας τις πιο ακραίες θέσεις, όπως αυτές για το Ολοκαύτωμα, και απομακρύνοντας ακόμη και τον πρόσφατα εκλιπόντα πατέρα της, ενώ εστίασε σε καυτά κοινωνικά ζητήματα που τα κυρίαρχα κόμματα ήταν επί μακρόν απρόθυμα να αγγίξουν, ιδίως τη μετανάστευση και το Ισλάμ.
Ο γερμανικός συνασπισμός καταρρέει, το ακροδεξιό AfD προελαύνει
Αν και η Γερμανία είναι πιο συνηθισμένη στους συνασπισμούς από τον Γάλλο γείτονά της, έχει συνηθίσει αυτοί να είναι σταθεροί. Ωστόσο, οι εν ενεργεία Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και οι Πράσινοι χωλαίνουν στην πορεία προς τις βουλευτικές εκλογές του Φεβρουαρίου μετά την αποχώρηση των φιλελεύθερων Ελεύθερων Δημοκρατών, οι οποίοι έχουν παίξει το ρόλο του «βασιλικού» παράγοντα για τις περισσότερες γερμανικές κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν μετά τον Β’΄Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όπως και στη Γαλλία, το πολιτικό κέντρο της χώρας δέχεται πιέσεις από ένα αυξανόμενο ακροδεξιό κίνημα, την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Η πίεση αυτή ανάγκασε την κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της Άνγκελα Μέρκελ να σχηματίσει μεγάλο συνασπισμό με τον παλαιό της σοσιαλδημοκράτη αντίπαλο, το SPD, το 2018. Ο σημερινός ηγέτης της αντιπολίτευσης του CDU, Φρίντριχ Μερτς, θα μπορούσε κάλλιστα να βρεθεί αντιμέτωπος με μια παρόμοια επιλογή μετά τις εκλογές, αν και μπορεί να χρειαστεί έναν τρίτο εταίρο εφόσον το SPD συνεχίσει να καταρρέει.
Σε αντίθεση με τον γαλλικό RN, η AfD ξεκίνησε τη ζωή της ως ένα σχετικά μετριοπαθές συντηρητικό κόμμα, που επικεντρώθηκε στη δημοσιονομική πειθαρχία και ήταν αντίθετη στις διασώσεις της Ελλάδας και άλλων χωρών κατά τη διάρκεια της ευρωκρίσης. Αλλά στη δεκαετία που ακολούθησε, η AfD έγινε όλο και πιο ακραία και λαϊκιστική, και τώρα διεξάγει εκστρατείες με μια αντιμεταναστευτική πλατφόρμα παρόμοια με εκείνη του γαλλικού ομοϊδεάτη του.
Τα κεντρώα κόμματα δίνουν τη θέση τους στην ακροδεξιά της Αυστρίας
Εν τω μεταξύ, η Αυστρία πασχίζει να σχηματίσει κυβέρνηση από τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Οι συνομιλίες συνασπισμού μεταξύ των κεντρώων κομμάτων της χώρας κατέρρευσαν, αφού το φιλελεύθερο NEOS αποχώρησε εν μέσω αδιεξόδου για τις περικοπές στον προϋπολογισμό και τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Ο συντηρητικός καγκελάριος Καρλ Νεχάμερ παραιτήθηκε, ανοίγοντας τον δρόμο στο ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (FPÖ) να σχηματίσει κυβέρνηση για πρώτη φορά στην ιστορία του.
Όπως και αλλού, τα παραδοσιακά μεγάλα κόμματα της Αυστρίας – το κεντροδεξιό Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα και το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα – έχουν συμπιεστεί από την ανάπτυξη της ακροδεξιάς.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τα ακροδεξιά κόμματα της σύγχρονης Γερμανίας και της Γαλλίας, το FPÖ υπήρξε κατώτερος εταίρος σε αρκετές κυβερνήσεις συνασπισμού – το ερώτημα τώρα είναι αν μπορεί να ηγηθεί.
Το FPÖ ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1950 από έναν πρώην στρατηγό των SS και αξιωματούχο των Ναζί, τον Anton Reinthaller. Για ένα διάστημα, έγινε πιο μετριοπαθές και στη συνέχεια στράφηκε απότομα προς τα δεξιά στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Πολιτική μετατόπιση στην άλλοτε σταθερή Ιρλανδία
Η Ιρλανδία έχει μια σχετικά ξεκάθαρη πορεία προς μια σταθερή κυβέρνηση συνασπισμού μετά τις γενικές εκλογές της 29ης Νοεμβρίου πέρυσι. Η νέα κυβέρνηση θα μοιάζει με την προηγούμενη, αν και με διαφορετικό τρίτο εταίρο – πιθανότατα μια ομάδα ανεξάρτητων – και είναι πιθανό να διαμορφωθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Η πολιτική στη σμαραγδένια νήσο παραμένει καθησυχαστικά βαρετή, σημειώνουν χαρακτηριστικά διεθνείς αναλυτές, παρά το γεγονός ότι ο βορράς της είναι «δύστροπος».
Ωστόσο, ακόμη και στην Ιρλανδία, μια παράξενη πολιτική μετατόπιση σημειώθηκε την τελευταία δεκαετία. Μέχρι πρόσφατα, η Ιρλανδία εξέλεγε κυβερνήσεις με επικεφαλής ένα από τα δύο κυρίαρχα κεντροδεξιά κόμματα, το Fine Gael ή το Fianna Fáil, με το άλλο να ηγείται της αντιπολίτευσης.
Από το 2016, όμως, συνεργάζονται: πρώτα με μια συμφωνία εμπιστοσύνης που είδε το Fianna Fáil να στηρίζει μια κυβέρνηση μειοψηφίας του Fine Gael, και στη συνέχεια σε έναν επίσημο συνασπισμό κατά την περίοδο 2020-2024.
Εν τω μεταξύ, το αριστερό εθνικιστικό Sinn Féin – κάποτε παρίας, λόγω των δεσμών του με τον καταργημένο πλέον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό (IRA) – έχει εξελιχθεί στο δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα στο εθνικό κοινοβούλιο ή στην Κάτω Βουλή, πίσω από το Fianna Fáil και μπροστά από το Fine Gael.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η Ιρλανδία δεν έχει οργανωμένο ακροδεξιό κίνημα που να αξίζει να αναφερθεί. Τούτου λεχθέντος, ορισμένοι ανεξάρτητοι πολιτικοί έχουν κερδίσει έδρες στην Κάτω Βουλή, κάνοντας εκστρατεία με αφορμή την οργή των ψηφοφόρων για τη μετανάστευση και την πίεση στην αγορά ακινήτων.
Χάος στην προεδρική κούρσα της Ρουμανίας
Μια τελευταία σχεδόν ακέφαλη χώρα που πρέπει να σημειωθεί είναι η Ρουμανία. Αν και η Ρουμανία σχημάτισε γρήγορα κυβέρνηση μειοψηφίας μετά τις βουλευτικές εκλογές του Δεκεμβρίου, οι προεδρικές εκλογές δύο γύρων κατέληξαν σε χάος.
Το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας ακύρωσε τις εκλογές μετά τον πρώτο γύρο, εν μέσω ανησυχιών ότι ο φιλορώσος υποψήφιος Călin Georgescu, ο οποίος ήρθε πρώτος, είχε παραβιάσει τους εκλογικούς κανόνες.
Η όλη διαδικασία θα επαναληφθεί τώρα, ξεκινώντας με την επανεξέταση της εγκυρότητας της υποψηφιότητας όλων – συμπεριλαμβανομένης της υποψηφιότητας του Georgescu.
Πηγή: in.gr