Η Τέχνη της πρόκλησης και η πρόκληση της Τέχνης

Στην εποχή μας μπορεί να είχε κάπως ξεχαστεί «μες στη φοβερή φλυαρία του πλήθους» (να μην παραφράσω κι εγώ τον Μανόλη Αναγνωστάκη αφού ταιριάζει ταμάμ;). Γι’ αυτό και η είδηση του θανάτου του πέρασε μάλλον στα ψιλά. Αν όμως ο Ολιβιέρο Τοσκάνι είχε πεθάνει πριν από είκοσι πέντε – τριάντα χρόνια και αν εκείνη την εποχή υπήρχαν σόσιαλ μίντια, όλοι σήμερα θα θρηνούσαν τον πατριάρχη της συμπερίληψης, της ανοχής στη διαφορετικότητα, τον εικονοκλάστη των στερεοτύπων. Κι ας μην υπήρχαν ακόμη στο λεξιλόγιο της καθημερινότητάς μας αυτές οι λέξεις. Ο Τοσκάνι όμως μας «δίδαξε» τις έννοιες πριν αρχίσουμε να τις παπαγαλίζουμε. Before it was cool δηλαδή όπως το λέμε στα σύγχρονα.

Στην αρχή της δεκαετίας του 1990 ο κόσμος ζούσε σαν σε ένα πανηγύρι ευδαιμονίας και ματαιοδοξίας. Ολα έμοιαζαν πολύχρωμα και γυαλιστερά σαν στιλβωμένα. Ηταν η εποχή που οι σχεδιαστές μόδας και τα τοπ μόντελ ήταν πιο σταρ από τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ. Το ζητούμενο ήταν το περισσότερο, το καλύτερο, το πιο λαμπερό. Η κατανάλωση είχε χτυπήσει κόκκινο και η διαφήμιση ήταν ο χρυσός χορηγός της. Θυμάμαι ότι χαζεύαμε στα περιοδικά και συζητούσαμε τις καμπάνιες των μεγάλων οίκων όπως κάνουμε σήμερα με τις σειρές στις τηλεοπτικές πλατφόρμες.

Αυτός ο κόσμος όμως είχε αρχίσει να δείχνει τις ρωγμές τους. Μόνο που ακόμη και το ενδιαφέρον μας γι’ αυτές το μεταβολίζαμε σε σόου. Του οποίου δεν υποτιμώ τη σημαντικότητα κάτω από εκείνες τις συνθήκες. Ο Μπομπ Γκέλντοφ με τις συναυλίες του LiveAid αφύπνισε τη συνείδηση του κόσμου για την πείνα στην Αφρική. Το ίδιο και το τραγούδι «We are the world» του Μάικλ Τζάκσον και του Λάιονελ Ρίτσι που τραγούδησε σύσσωμο το βαρύ πυροβολικό της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Το ίδιο το πρόβλημα όμως δεν αντέχαμε να το αντικρύσουμε, ήταν πολύ σκληρό για την καλομαθημένη μας ματιά. Το ίδιο και το AIDS. Θρηνούσαμε τα θύματα που ήταν πια και δικοί μας άνθρωποι αλλά προτιμούσαμε να τους θυμόμαστε στην ακμή της ομορφιάς τους.

Και τότε ήρθε ο Ολιβιέρο Τοσκάνι. Για να μας σοκάρει και να μας δείξει αυτό που ξέραμε ότι υπάρχει, αυτό που ακόμη και αν μας απασχολούσε αποφεύγαμε να το δούμε. Και ο ιταλός φωτογράφος το έκανε σε μια περιοχή «αποστειρωμένη» και αποκλεισμένη όχι μόνο από την ασχήμια αλλά και από τον ρεαλισμό. Τη διαφήμιση. Κι έτσι έφτιαξε τις πιο εμβληματικές καμπάνιες στην Ιστορία της. Χωρίς μοντέλα. Με πραγματικούς ανθρώπους σε πραγματικές συνθήκες.

Ο Τοσκάνι διαφήμισε ρούχα δείχνοντας έναν ασθενή του AIDS λίγο πριν ξεψυχήσει με όλη την οικογένειά του συντετριμμένη γύρω του. Ανθρώπους διαφορετικού χρώματος και διαφορετικών φυλών, πολύ συχνά όμως του ιδίου φύλου, να αγκαλιάζονται γυμνοί. Εναν καθολικό κληρικό να φιλιέται στο στόμα με μία καλόγρια. Ενα έμβρυο τη στιγμή ακριβώς της γέννας πριν ακόμη κοπεί ο ομφάλιος λώρος. Τρεις καρδιές – όχι ως σχήμα αλλά ως όργανο – με την ένδειξη «white, black, yellow» για να δείξει ότι το χρώμα της επιδερμίδας δεν επηρεάζει το βασικό όργανο του ανθρώπου.

Στην εποχή του

Ετυχε να του κάνω περισσότερες από μία συνεντεύξεις και στην Αθήνα και στο Μιλάνο. Γνώρισα έναν γοητευτικό άνθρωπο που η αντισυστημικότητά του δεν επηρέαζε ούτε κατά διάνοια την εγγενή ιταλική ευγένειά του. Θυμάμαι να αναλύει την έννοια του κοσμοπολιτισμού συνδέοντάς τον απόλυτα με την πολυπολιτισμικότητα. Παραδεχόταν, χωρίς να μπαίνει στη διαδικασία να εξηγήσει το γιατί, ότι είχε χρόνια να πάει στον κινηματογράφο, το θέατρο ή να διαβάσει ένα καινούργιο βιβλίο. Στην τηλεόραση έβλεπε μόνο ποδόσφαιρο και διάβαζε μόνο εφημερίδα διότι για κάποιον λόγο που ούτε ο ίδιος μπορούσε να εξηγήσει – ίσως, όπως έλεγε, είχε να κάνει με τον θόρυβο καθώς την ξεφύλλιζε – το έβρισκε πολύ σέξι. Ο Τοσκάνι ήταν τελικά ένας άνθρωπος που γοητευόταν από το περιθώριο ενώ ο ίδιος γοήτευε το κέντρο.