Δεν είμαι προφήτης, αλλά ήταν φως φανάρι ότι οι πολιτικές επιλογές του σημερινού ΠΑΣΟΚ θα το ξαναφέρουν στη ζώνη της αβεβαιότητας – γι’ αυτό, το περασμένο Σάββατο, εξηγούσα ότι δεν συνιστούν πολιτική ευστροφία όσα διακήρυξε ο βουλευτής του Μιχάλης Κατρίνης ή ο εκπρόσωπός του, Κώστας Τσουκαλάς, για ζητήματα ταυτότητας και προσανατολισμού, αλλά και για τη στρατηγική του κόμματος προς την εξουσία. Δεν είναι πολιτική σύμφυτη με την ιστορία του ΠΑΣΟΚ ούτε το χάιδεμα των εθνικιστών μέσα στη ΝΔ που υπονομεύουν την προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης ούτε οι διακηρύξεις για τις κομματικές συνεργασίες.
Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη αστοχία στην πολιτική από την πρόβλεψη ότι στις επόμενες εκλογές θα είσαι πρώτος, όταν μάλιστα γνωρίζεις ότι είσαι πολύ μακριά για να το πετύχεις. Το υποστήριξαν με ζέση οι συριζαίοι στις προηγούμενες εκλογές και σήμερα ψάχνουν στον κουβά να βρουν πού βρίσκονται.
Ούτε είναι ένδειξη πολιτικής διορατικότητας να δηλώνεις ότι θα συγκυβερνήσεις στο «λαϊκό μέτωπο» με ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, Ζωή και Βαρουφάκη. Αφενός, επειδή δεν έχουν ξεχάσει όλοι στο ΠΑΣΟΚ τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ και των συριζαίων τα χρόνια της χρεοκοπίας, ούτε τη συμπερίληψη του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Ανδρέα Λοβέρδου στους κατηγορούμενους της σκευωρίας Novartis, προκειμένου να μπουν αντίπαλοι στη φυλακή και να πάρει ο Πολάκης τις εκλογές. Αφετέρου, επειδή προηγείται η λαϊκή ετυμηγορία, η ψήφος, που μαζί με την πολιτική συγκυρία υποδεικνύει τις συγκυβερνήσεις. Ο συνδυασμός αυτός έστειλε το κλυδωνιζόμενο από το σκάνδαλο Κοσκωτά ΠΑΣΟΚ, π.χ., στην οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα το 1989. Η ανάγκη των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων υπαγόρευσε τη συγκατοίκηση Βενιζέλου – Σαμαρά, το 2012: η συνθετότητα και η ωμότητα ταυτόχρονα των πραγμάτων.
Αυτή τη συνθετότητα και την ωμότητα των απαιτήσεων κάθε εποχής, στο σημερινό ΠΑΣΟΚ την έχουν υποτάξει σε έτοιμα σχήματα, σε κουτάκια και σε φράσεις από το παρελθόν που τις επαναλαμβάνουν διάφορα στελέχη, του προέδρου συμπεριλαμβανομένου. Ενα απ’ αυτά είναι η οικειοποίηση εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ της έννοιας του προοδευτισμού, την οποία γενναιόδωρα μοιράζεται με τα αριστερά κόμματα. Είναι μια λέξη της πολιτικής σλανγκ που καθρεφτίζει ετοιματζίδικα κλισέ αλλά όχι την πραγματικότητα. Το ΚΚΕ, π.χ., ένας συντηρητικός εξουσιαστικός μηχανισμός με αυταρχικό αντιδημοκρατικό όραμα, πώς μπορεί να αυτοαποκαλείται προοδευτικό; Ποια πρόοδο ευαγγελίζονται κόμματα και χώροι που απεργάστηκαν την έξοδο της χώρας από το ευρώ ή και την Ευρωπαϊκή Ενωση;
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα με ιστορία και, παρά τις μελανές σελίδες του, με θετικό ισοζύγιο στην πολιτική ζωή. Για να το κερδίσει, χρειάστηκε στην πορεία του να κάνει τομές, ερχόμενο σε ρήξη με τα παλιά στερεότυπα που το χαρακτήριζαν. Επί Σημίτη (και Γιαννίτση) χρειάστηκε να γίνει εκσυγχρονιστικό, επί Ευάγγελου Βενιζέλου χρειάστηκε να γίνει μνημονιακό.
Και σήμερα, το ΠΑΣΟΚ οφείλει στους έλληνες πολίτες και στην ίδια την ύπαρξή του να αλλάξει. Να πετάξει στα σκουπίδια τις ωραίες φράσεις μιας ωραιοπαθούς αυτεπιβεβαίωσης. Οι άνθρωποί του, που νοιάζονται για το κόμμα και για τη χώρα, ας αποδείξουν ότι έχουν όλες τις καλές προθέσεις να πολιτευτούν, ως σοσιαλδημοκράτες που δηλώνουν, με τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και της ανάγκης για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, διεκδικώντας να μιλήσουν για το σήμερα και το αύριο. Με βάση τις πραγματικές ανάγκες της χώρας.
Αλλιώς, θα μείνει ένα κόμμα των ανδρεοπαπανδρεϊκών τσιτάτων – ενώ η χώρα τρέχει να προλάβει τις ανάγκες ενός απαιτητικού, επικίνδυνου αλλά και γοητευτικού σύγχρονου κόσμου. Καλούμενη να προσαρμοστεί στην ωμότητα των πραγμάτων.