Οι νεόκοποι μαρξιστές, το περιβάλλον και η αποανάπτυξη

Διαπιστώνω τα τελευταία χρόνια το ευλόγως αυξανόμενο ενδιαφέρον περί το κλίμα στην έρευνα και στην αρθρογραφία. Εκφράζεται έντονη διάθεση να μελετηθεί το έργο πολλών διανοητών, από τους προσωκρατικούς μέχρι τον γέροντα Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη και τον Μαχάτμα Γκάντι υπό το πρίσμα της οικολογίας· ανάμεσά τους και ο θεωρητικά παροπλισμένος Μαρξ, ο οποίος εμπνέει πλούσια βιβλιογραφία και αντιπαράθεση. Λαμβάνοντας όμως μια έννοια ή ένα εργαλείο της σύγχρονης εποχής, για να κατανοήσεις ή να ερμηνεύσεις ένα φαινόμενο ή μια κατάσταση του παρελθόντος, διαπράττεις επιστημολογικό σφάλμα. Η μελέτη των εργαλείων του Καρλ Μαρξ (1818-1883) σάμπως να παράπεσε προ καιρού, καθώς στις αναλύσεις του δεν ασχολήθηκε με το περιβαλλοντικό ζήτημα. Αλλωστε, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής των καθεστώτων που ιδρύθηκαν εν ονόματί του δεν διέφερε από την αρπακτική εκμετάλλευση της φύσης, όπως την ασκούσαν οι φιλελεύθερες οικονομίες.

Ωστόσο, ορισμένοι θεωρητικοί, όπως ο αμερικανός ακαδημαϊκός Τζον Μπέλαμι Φόστερ (γεν. 1953), προσπάθησαν να μας πείσουν ότι σοσιαλισμός και οικολογία υπάγονται από κοινού στους στόχους της μαρξικής θεωρίας. Ακόμη και ο αγαπητός Αντονι Γκίντενς (γεν. 1938) ισχυρίζεται ότι ο Μαρξ έδειξε οικολογική ευαισθησία στο πρώιμο έργο του, αλλά υιοθέτησε εντέλει προμηθεϊκή στάση απέναντι στη φύση. Ο ακτιβιστής σουηδός οικολόγος Αρνε Γιόχανσον μάς υπέδειξε το 2019 ότι οι σοσιαλιστές και οι επαναστάτες μαρξιστές δεν κατανόησαν την οικολογική ανάλυση του μεταβολικού ρήγματος του καπιταλισμού με τον πλανήτη και τη φύση, πάνω στην οποία άρχισαν να εργάζονται οι Μαρξ και Ενγκελς κατά τη δεκαετία του 1800· βέβαια ο Μαρξ γεννήθηκε το 1818 και ο Ενγκελς το 1820, οπότε ίσως ο ισχυρισμός του είναι ανακριβής. Ο σοβαρός σοβιετιστής βρετανός ιστορικός Αλεκ Νόουβ (1915-1994) λέει ότι ο Μαρξ θεωρούσε πως η μέλλουσα κοινωνία των συνεταιρισμένων παραγωγών δεν θα έπρεπε να ανησυχεί για την ενδεχόμενη σπανιότητα σε φυσικούς πόρους, οπότε η σοσιαλιστική προοπτική δεν διέθετε οικολογική συνείδηση. Πώς να τη διαθέτει σε μια εποχή ανέμελης και άφρονος εκμετάλλευσης; Και εν πάση περιπτώσει, ο Μαρξ δεν είχε ιδέα περί την αποανάπτυξη, τη βιωσιμότητα και την οικολογία.

Ο τελευταίος σούπερ σταρ της αναστήλωσης ενός πράσινου Μαρξ είναι γιαπωνέζος φιλόσοφος στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο· ονομάζεται Κοχέι Σάιτο (γεν. 1987) και έχει δημιουργήσει κύματα ρίγους στο τζακούζι της παγκόσμιας δημόσιας σφαίρας προκαλώντας συζήτηση περί έναν κομμουνισμό της αποανάπτυξης (degrowth). Η θεωρία του Σάιτο για το πώς θα αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση ή αλλαγή είναι οικονομικά αμφίβολη και πολιτικά αδύνατη. Γιατί είναι τόσο δημοφιλής;

Ο Σάιτο υποστηρίζει ότι, ενώ η βιώσιμη ανάπτυξη (sustainable development) έχει καταστεί βασικός άξονας διαχείρισης, ας πούμε, στις παγκόσμιες επιλογές απέναντι στην κλιματική διακύβευση, η προσδοκία της αέναης ανάπτυξης έχει επιδεινώσει το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Επικρίνει τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDG) του ΟΗΕ, χαρακτηρίζοντάς τους ως «το νέο όπιο των μαζών» σε σχέση με αυτό που πιστεύει ότι δηλαδή είναι αδύνατο να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι στο πλαίσιο ενός καπιταλιστικού συστήματος. Αντ’ αυτού, λοιπόν, ο Σάιτο προτείνει την αποανάπτυξη, την οποία αντιλαμβάνεται ως επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω της δημοκρατικής μεταρρύθμισης της εργασίας και της παραγωγής. Σε τούτη την ετερόδοξη ανάγνωση του Σάιτο, υπάρχουν δύο Μαρξ, εκ των οποίων μόνο ο ένας είναι σωστός. Πρακτικά, η αντίληψη του ιάπωνα στοχαστή για την αποανάπτυξη («Ο Μαρξ στο Ανθρωπόκαινο», Πλέθρον 2024) περιλαμβάνει το τέλος της μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης και τη συρρίκνωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέσω βραχύτερων ωραρίων εργασίας. Νομίζω ότι ο Μαρξ ανέλυσε με οξυδέρκεια το τίμημα του καπιταλισμού στην εργατική τάξη, αλλά δεν αναφέρθηκε στην επιβλαβή λεηλασία των ορυκτών πόρων και τις επιπτώσεις της βιομηχανίας στα δέντρα, στον αέρα και στο νερό· και δεν αποδέχομαι τον ισχυρισμό της «Λιμπερασιόν» (φ. 27.7.2023) ότι ο Μαρξ συμφιλίωσε την οικολογία με την πάλη των τάξεων. Ελεος!

Ο Κώστας Θεολόγου είναι διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου στη Σχολή ΕΜΦΕ του ΕΜΠ