Περιγράφοντας το 2024 σε λίγες λέξεις, θα έλεγα ότι ήταν η χρονιά που «είδαμε τα όρια του δυτικού πολιτισμού και της δημοκρατίας». Ζούμε στη Δύση σε ατμόσφαιρα αβεβαιότητας που έχει εντείνει και η εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ. Είμαστε, πιστεύω, στο οριακό εκείνο σημείο όπου συνειδητοποιούμε ότι η μετατόπιση οικονομικής ισχύος προς την Ανατολή έχει πλέον θέσει το όριο αντοχής της δυτικής δημοκρατίας.
Τα χρόνια του εφησυχασμού έχουν παρέλθει και σήμερα είναι πιο επίκαιρος από ποτέ ο αγώνας για τη δημοκρατία. Εχοντας στον νου μας ότι τίποτε δεν είναι αυτονόητο, πρέπει συνεχώς να υπενθυμίζουμε τη δέσμευσή μας για μια κοινωνία δημοκρατίας, να ενισχύουμε τους θεσμούς, να πολεμάμε τη διαφθορά, να επιδιώκουμε την οικοδόμηση συναίνεσης, να απορρίπτουμε την πολιτική βία και βεβαίως να μη δίνουμε περιθώρια στο μίσος και τον λαϊκισμό.
Κάπως έτσι θα ήθελα να δω την πολιτική το 2025 στον κόσμο και στη χώρα μας. Στη δική μας περίπτωση αυτό προϋποθέτει ότι οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου θα αλλάξουν νοοτροπία. Θα ξεπεράσουν το πολιτεύεσθαι με πολιτικούς τακτικισμούς, που εξαντλούν το εκλογικό σώμα και προκαλούν στον πολίτη απογοήτευση και αίσθηση ακύρωσης και ματαίωσης των προσδοκιών του.
Θα ήθελα οι πολιτικοί να υπερβούν τον εαυτό τους και να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Θα ευχόμουν να μην ακούω από τις κυβερνήσεις πως όταν πάει κάτι καλά «έχουμε
επαναφέρει το διεθνές κύρος της χώρας», ενώ όταν την πατάμε «φταίνε οι άλλοι».
Θεωρώ πως χρειαζόμαστε ανανέωση του υφιστάμενου κοινωνικού συμβολαίου. Μπήκαμε ήδη στο έτος που ολοκληρώνει το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα και απέχουμε από το 2050 όσο και από το 2000. Ποιος είναι ο μεγάλος στόχος της χώρας και ποιοι οι επιμέρους; Ποιο το πολιτικό αφήγημα; Εχουμε τη δυνατότητα να περάσουμε από τη διεκπεραίωση στην εκπόνηση πολιτικής; Μπορούμε να εμπνεύσουμε τους Ελληνες για την Ελλάδα του 2050 ή προχωρούμε στη λογική τού «πάμε και όπου βγει»;
Η πολιτική πρέπει να πάψει να είναι διαδικασία, οφείλει να προτείνει, να δημιουργεί στον πολίτη συνειρμούς ιδεών που θα διεγείρουν τη σκέψη του και θα προβάλλουν παραστάσεις για το μέλλον.
Σε εκείνους που σε κάθε ιστορική φάση απαριθμούν μόνο δυσκολίες επισημαίνω ότι δεν προσφέρουν υπηρεσία στη χώρα, απλώς συμβάλλουν στη διαιώνιση της συλλογικής παραίτησης. Από το 2000 έως σήμερα η χώρα μετρά χαμένες ευκαιρίες μεγάλων αλλαγών και διόρθωσης των κακώς κειμένων: των Ολυμπιακών Αγώνων, των Μνημονίων, της πανδημίας. Ας μη μετρήσουμε και την εποχή του Ταμείου Ανάκαμψης ως μία ακόμη χαμένη προοπτική. Αυτό το βάρος πέφτει αποκλειστικά στο πολιτικό σύστημα και κυρίως στην κυβέρνηση.
Η Μαρία Καρακλιούμη είναι πολιτική αναλύτρια, Netrino Advisory