Χαμός. Πλήθη για να δουν την ταινία «Υπάρχω» του Τσεμπερόπουλου και της Μπέη. Το λέω προκαταβολικά: δεν είμαι αντικειμενικός. Ξέροντας το πάθος μου για τον Στέλιο Καζαντζίδη οι συνάδελφοι στην «Εφημερίδα των Συντακτών» με πίεσαν να κάνω εγώ το πορτρέτο του. Αρνήθηκα. Δεν είμαι ο κατάλληλος, τους είπα. Θα με τυφλώσει το πάθος μου κι αυτό δεν είναι καλό για τη δημοσιογραφία. Το πορτρέτο πρέπει να είναι ισορροπημένο, δεν πρέπει να είναι αγιογραφία. Το σεβάστηκαν. Το ανέλαβε ο Γιώργος Πετρόπουλος και το έκανε πολύ καλά. Ανέδειξε τις αρετές του, τη θεϊκή φωνή του, τη μάχη του με τις εταιρείες για τα δικαιώματα, επισήμανε τα λάθη του, τις αδυναμίες του, τις εμμονές του.
Είδα την ταινία ανήμερα Χριστούγεννα. Εβρεχε καταρρακτωδώς. Γεμάτη η κινηματογραφική αίθουσα. Ανθρωποι όλων των ηλικιών. Συγκινήθηκα μέχρι δακρύων. Βγαίνοντας είδα και άλλους βουρκωμένους. Μου έκανε εντύπωση ότι οι θεατές τραγουδούσαν κατά τη διάρκεια της προβολής. Μεγαλύτερη εντύπωση μου έκανε ότι στο τέλος όρθιοι χειροκροτούσαν λες και ήμασταν σε θεατρική παράσταση. Πρωτοφανές; Οντως. Καλός τραγουδιστικά ο Μάστορας, καλός και υποκριτικά κι ας μην είναι ηθοποιός. Δεν είμαι κριτικός κινηματογράφου, οπότε η γνώμη μου έχει σχετική αξία, αλλά οφείλω να πω ότι η ερμηνεία της Αγορίτσας Οικονόμου στον ρόλο της Γεσθημανής, της μάνας του Καζαντζίδη, είναι όλα τα λεφτά.
Γιατί συγκινεί σήμερα ο Στέλιος; Τον έχουν πει εθνικό παρηγορητή. Τον έχουν πει εξομολόγο του λαού. Δεν ξέρω, μπορεί και να έχουν δίκιο. Αυτό που ξέρω είναι ότι αυτός ο τραγουδιστής, είκοσι και βάλε χρόνια μετά τον θάνατό του, έχει συλλόγους φίλων του σε όλη την Ελλάδα. Κάτι ανάλογο με άλλο ερμηνευτή δεν υπάρχει. Αυτό που ξέρω είναι ότι τις δεκαετίες του 1950 και του ’60 αγόραζαν τους δίσκους του ακόμη κι αυτοί που δεν είχαν πικάπ. Αυτό που ξέρω είναι ότι το βράδυ που εμφανίστηκε στη δημόσια τηλεόραση για να τραγουδήσει το «Υπάρχω», οι δρόμοι ήταν άδειοι. Αυτό που ξέρω είναι ότι τη μέρα της κηδείας του έγινε μία από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στην Αττική. Συνέρρευσαν άνθρωποι από κάθε περιοχή της Ελλάδας και από κάθε γωνιά του πλανήτη όπου ζουν Ελληνες. Είδα άνδρες και γυναίκες που είχαν έρθει από την Αμερική, από τον Καναδά, από την Αυστραλία, από τη Γερμανία, από το Βέλγιο για να αποχαιρετίσουν το ίνδαλμά τους. Κάτι τους έλεγε, τους μιλούσε στην ψυχή τους, ένιωθαν ότι τους συμπαραστάθηκε στις δύσκολες στιγμές τους, ότι μαλάκωνε τον καημό τους και τους έδινε ελπίδα.
Θυμάμαι μια φράση του Στέλιου Ελληνιάδη. Σε μια συνάντηση που είχε με έναν Γερμανό, που ήταν στις πύλες εισόδου της πατρίδας του την εποχή του μεγάλου κύματος μετανάστευσης, του είπε πως αυτό που τον είχε συγκλονίσει ήταν ότι ανοίγοντας τις μικρές βαλίτσες των Ελλήνων μεταναστών έβρισκε λίγα ρουχαλάκια, μια εικόνα της Παναγίας και ένα 45άρι (δίσκος, μην πάει το μυαλό σας αλλού) του Στέλιου Καζαντζίδη. Δεν ευτύχησε να πει πολλά τραγούδια του έντεχνου ρεπερτορίου. Οσα είπε, όμως, ήταν κορυφαία. Οσοι και όσες δεν τον πρόλαβαν, ας ακούσουν «Το πέλαγο είναι βαθύ» του Μάνου και θα πειστούν. Ας ακούσουν το «Σαββατόβραδο» και τις «Απονες εξουσίες» του Μίκη, την «Καταχνιά» του Λεοντή και θα συγκλονιστούν. Είναι λάθος αυτό που λένε διάφοροι ότι ο κορυφαίος δίσκος του είναι το «Υπάρχω» του Χρήστου Νικολόπουλου και του Πυθαγόρα. Ο Στέλιος υπήρχε και πριν από το «Υπάρχω», υπήρχε και μετά το «Υπάρχω». Και ρεμπέτικα στο ξεκίνημά του είπε και λαϊκά στη συνέχεια και δημοτικά. Τραγούδησε Απόστολο Καλδάρα, Μανώλη Χιώτη, Βασίλη Τσιτσάνη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Θόδωρο Δερβενιώτη, Ακη Πάνου, Μπάμπη Μπακάλη, Τάκη Σούκα, Μάνο Λοΐζο (δύο τραγούδια εκ των οποίων το ένα, «το μερτικό μου απ’ τη χαρά», το τραγουδούν σήμερα και οι… πέτρες). Κριτικές για το φαινόμενο; Μπόλικες. Διαβάζω για σεξισμό, για πατριαρχία, για τοξική αρρενωπότητα, για μιζέρια και κλάψα. Στους άλλους, τους πολλούς πάντως, από το τραπέζι που τα πίνουν θα λείπει το ποτήρι του, αλλά η φωνή του διαρκώς παρούσα.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
The post Ο Καζαντζίδης εξακολουθεί να συγκινεί και σήμερα τους Έλληνες appeared first on ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.