Οι κάτοικοι της περιοχής απέδιδαν την οποιαδήποτε εμφανιζόμενη βλάβη των οικημάτων τους στις ανασκαφές, στα γεωτρύπανα και στα σκάμματα του Αριστόφρονος. Οι πλημμύρες του Κηφισού έρχονται να κάνουν την όλη κατάσταση εκρηκτική. Ο Αριστόφρων έπαιρνε ευθύς εξαρχής μέτρα προστασίας των ανασκαφικών σκαμμάτων από το ενδεχόμενο πλημμυρών με αναχώματα, άνοιγμα οχετών και άλλες σχετικές κατασκευές, ενώ ενημέρωνε και τους αρμοδίους για τους κινδύνους που ελλόχευαν στην περιοχή από την έλλειψη σοβαρών αντιπλημμυρικών έργων, χωρίς όμως να βρίσκει ανταπόκριση. Το 1934 θα συμβούν δύο μεγάλες πλημμύρες από τις οποίες αυτή της 23ης Νοεμβρίου ήταν ιδιαίτερα καταστροφική. Κάτοικοι της περιοχής στην προσπάθειά τους να περισώσουν τα σπίτια τους και θεωρώντας τα αναχώματα προστασίας που είχε υψώσει στα ανασκαφικά σκάμματα ο Αριστόφρων επικίνδυνα για την ασφάλεια των οικιών τους, τα καταστρέφουν με αποτέλεσμα τα σκάμματα να μετατραπούν σε λίμνες. Την επαύριον της καταστροφής περίοικοι, απειλώντας τον Αριστόφρονα ακόμη και με φυσική εξόντωση και συκοφαντώντας τις ανασκαφές του, κηρύττουν, μέσω συλλόγων, πραγματική σταυροφορία εναντίον του ανασκαφικού έργου έχοντας ως συμπαραστάτες ορισμένους βουλευτές, πολιτευτές, υποψήφιους δημάρχους και άλλους αυτόκλητους προστάτες.
Διακοπή εργασιών
Υπό το βάρος των πιέσεων αυτών οι Αρχές διατάσσουν την άμεση διακοπή «πάσης ανασκαφικής εργασίας» στην περιοχή. Με αυτήν την εξέλιξη ορισμένοι από τους διαμαρτυρόμενους καθίστανται ακόμη πιο απειλητικοί και περισσότερο απαιτητικοί, ενώ η κάθοδος στον χώρο των ανασκαφών του ίδιου του Αριστόφρονος, που γινόταν και αποδέκτης ανώνυμων απειλητικών επιστολών, ήταν πλέον αδύνατη. Η σωματική του ακεραιότητα διακυβευόταν, ενώ κίνδυνο διέτρεχαν και οι αρχαιότητες από σκόπιμες καταστροφές καθώς τα εναπομείναντα φράγματα υφίσταντο φθορές και τα ανασκαφικά σκάμματα επιχωματώνονταν βίαια ή μετατρέπονταν σε σκουπιδότοπους. Παρ’ όλα αυτά η σφοδρή επιθυμία του Αριστόφρονος να ανακαλύψει τους χώρους όπου είχε διδάξει και ταφεί ο Πλάτων δεν εξασθενεί καθόλου και ο αγώνας δεν εγκαταλείπεται. Η άδεια για επανεκκίνηση των ανασκαφών εγκρίνεται και οι ανασκαφές ξαναρχίζουν στις 6 Απριλίου 1936, 17 μήνες μετά την επεισοδιακή διακοπή τους.