Το πρόβλημα με τον Ντόναλντ Τραμπ είναι ότι κάποιοι παίρνουν αυτά που λέει κυριολεκτικά, αλλά όχι στα σοβαρά, ενώ κάποιοι άλλοι παίρνουν αυτά που λέει στα σοβαρά, αλλά όχι κυριολεκτικά. Ποιος έχει δίκιο; Κατά τη γνώμη μου, οι δεύτεροι, εκείνοι δηλαδή που καταλαβαίνουν τις σοβαρές προθέσεις του, αλλά δεν κολλάνε στην υπερβολή των διατυπώσεων. Οι υπερβολές, ο υπερθετικός βαθμός, η διαρκής μεγαλαυχία για τον εαυτό του και τα επιτεύγματά του, ακόμη και αυτές οι προβολές και οι ύβρεις προς τους αντιπάλους του, όλα αυτά δηλαδή που χαρακτηρίζουν το ύφος του, είναι μεν αυθεντικά στοιχεία της προσωπικότητάς του, επιπλέον όμως τα χρησιμοποιεί και για να περνάει το μήνυμά του στο εκλογικό κοινό του. Αλλωστε, κάτι που τείνουμε να ξεχνάμε είναι ότι ο Τραμπ είναι κυρίως σόουμαν. Για 13 χρόνια πρωταγωνιστούσε σε ένα από τα πιο επιτυχημένα ριάλιτι στην τηλεόραση (The Apprentice). Συνεπώς, κατέχει τις δεξιότητες του αθλήματος και τις χρησιμοποιεί για τους σκοπούς του.
Να πάρουμε το παράδειγμα της Γροιλανδίας, που προκάλεσε τεράστιο σοκ στους Ευρωπαίους. Ο Τραμπ, θυμίζω, είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου ότι θα στείλει στρατό στη Γροιλανδία και οι καθωσπρέπει έφριξαν – διότι, εκτός των άλλων, αγνοούσαν ότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη μία μεγάλη στρατιωτική βάση εκεί. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της πρόκλησης του Τραμπ; Την επομένη κιόλας, τόσο η Γροιλανδία όσο και η Δανία, η οποία την κατέχει, είπαν ότι ευχαρίστως θα ξεκινήσουν συνομιλίες με τους Αμερικανούς. Δεν ξέρουμε πού θα καταλήξουν οι συνομιλίες αυτές, αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι ήδη ο Τραμπ, ανακινώντας το ζήτημα της Γροιλανδίας, έδωσε προτεραιότητα σε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα ασφαλείας της Δύσης. Γιατί αυτό είναι η Γροιλανδία, δεδομένου κιόλας ότι η Δανία δεν είναι μέλος της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Η Γροιλανδία είναι ένα στρατηγικό κενό στην άμυνα της Δύσης, το οποίο η κυβέρνηση του Τραμπ δείχνει αποφασισμένη να καλύψει. Δεν νομίζω ότι οι Εσκιμώοι θα έχουν πρόβλημα με αυτό, ούτε οι πολικές αρκούδες. Ισως ενοχληθούν οι Δανοί, ενδεχομένως και η Ρένα Δούρου, αλλά θα το συνηθίσουν. Ομως για τη Δύση συνολικά και την άμυνά της, το ενδεχόμενο να αγοράσουν οι ΗΠΑ τη Γροιλανδία είναι καλό.
Συνεπώς, οι ανησυχίες που εκφράζονται για το μέλλον της Δύσης υπό την ηγεσία του Τραμπ, ακόμη και οι καλοπροαίρετες, είναι μεν δικαιολογημένες, για λόγους όμως διαφορετικούς από αυτούς που νομίζουν όσοι παίρνουν τον Τραμπ κυριολεκτικά, αλλά όχι σοβαρά. Οσοι από εμάς παίρνουμε τον Τραμπ στα σοβαρά, αλλά όχι κυριολεκτικά (βάζω και τον εαυτό μου σε αυτούς), ανησυχούμε περισσότερο για την αντίφαση μεταξύ της πρόθεσής του να ελέγξει το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ και του κόστους άλλων προεκλογικών υποσχέσεων που έχει δώσει. Το κόστος των απελάσεων, λ.χ., θα είναι τεράστιο, αν γίνουν στην έκταση που υποσχέθηκε (πράγμα για το οποίο πολύ αμφιβάλλω). Στην αμερικανική οικονομία εντοπίζεται λοιπόν ο πραγματικός κίνδυνος για τη Δύση και, συγκεκριμένα, στο γεγονός ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της το κόστος για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της άμυνας. Από αυτό κινδυνεύει η Δύση και όχι επειδή ο Τραμπ μιλάει στους Ευρωπαίους με τρόπο που δεν τους αρέσει.
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ!
Δεν ήταν μόνο το κρύο της Ουάσιγκτον ο λόγος για τον οποίο η τελετή ανάληψης των καθηκόντων του 47ου προέδρου των ΗΠΑ έγινε σε κλειστό χώρο. Είναι και ότι τα τελευταία χρόνια οι κάτοχοι του κορυφαίου πολιτικού αξιώματος είναι γέροι άνθρωποι, με εύθραυστη υγεία. Και υπάρχει προηγούμενο, ξέρετε, όταν συνδυάσεις αυτά τα τρία στοιχεία (προεδρία, ηλικία, παγωνιά), το οποίο δεν γίνεται να αγνοηθεί. Είναι το προηγούμενο του 9ου προέδρου των ΗΠΑ, Γουίλιαμ Χάρισον (ο τελευταίος πρόεδρος που γεννήθηκε ως βρετανός υπήκοος, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος για μόλις έναν μήνα το 1841, επειδή άρπαξε πνευμονία στην ορκωμοσία του και έναν μήνα αργότερα είχε συναντήσει τον δημιουργό του). Ο καημένος ο Χάρισον ήταν 68 ετών όταν πέθανε, δηλαδή μικρός για τα μέτρα της δικής μας εποχής. Για τη δική του, όμως, τα 68 ισοδυναμούσαν τουλάχιστον με 85, αν λάβουμε υπόψιν ότι το προσδόκιμο ζωής ενός άρρενος στις ΗΠΑ του 1840 ήταν τα 41 χρόνια. Παρά τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των δύο εποχών, η ουσία παραμένει η ίδια: με τους γέρους και το κρύο δεν παίζεις. Προσοχή στον παππού, λοιπόν!