Με μια ασυνήθιστη κίνηση, ο Νίκος Ανδρουλάκης προανήγγειλε τις επόμενες κινήσεις του ΠΑΣΟΚ και δεσμεύτηκε χθες πως, εφόσον υπάρξουν νέα στοιχεία για την υπόθεση των Τεμπών από τα πορίσματα που αναμένονται, θα πάρει την πρωτοβουλία για κατάθεση πρότασης δυσπιστίας «απέναντι σε μια επικίνδυνη κυβέρνηση, που και σε αυτή την περίπτωση επέλεξε τη συγκάλυψη». Στη δήλωσή του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ περιέγραψε έναν «κυνικό πρωθυπουργό» που «δεν διστάζει να διαψεύσει ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό».
Για τον Ανδρουλάκη, η μεταστροφή του Μητσοτάκη «δεν είναι αποτέλεσμα ειλικρίνειας, αλλά πολιτικού φόβου που προέκυψε από τις πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις της Κυριακής, οι οποίες απέδειξαν τον θυμό της ελληνικής κοινωνίας για τον τρόπο που χειρίστηκε την ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας» – υπενθυμίζοντας πως ενώ ο Πρωθυπουργός απέδωσε ευθύνες στη Βουλή για τη διαχείριση της Εξεταστικής Επιτροπής, πρότεινε τον τότε Πρόεδρό της Κωνσταντίνο Τασούλα για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Σε κάθε τους τοποθέτηση, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ επαναλαμβάνουν τις αντιφάσεις του Πρωθυπουργού, εκτιμώντας πως στη συνέντευξή του δεν άδειασε μόνο τις αρμόδιες εταιρείες και τους βουλευτές του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό.
Βάζοντας εξαρχής στο τραπέζι την πρόταση δυσπιστίας, το ΠΑΣΟΚ θέτει απευθείας στην κυβέρνηση το δίλημμα της εμπιστοσύνης, ακόμα κι αν σ’ αυτή τη φάση δεν έχει ζητήσει την παραίτηση του Πρωθυπουργού. «Νομίζω, επιβεβαιώνει ο κ. Ανδρουλάκης την άποψη ότι μέλημα της αντιπολίτευσης είναι πολιτικά οφέλη από μια τραγωδία. Καλοδεχούμενη όποια πρόταση», απάντησε από τη μεριά τού Μεγάρου Μαξίμου ο Παύλος Μαρινάκης, δείχνοντας και την τακτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση απέναντι στη Χαριλάου Τρικούπη. Παράλληλα, ο Ανδρουλάκης φαίνεται πως επιδιώκει να πάρει την πρωτοβουλία των αντιπολιτευτικών κινήσεων, χωρίς να περιμένει μέχρι τη στιγμή που κάποιο άλλο κόμμα της αντιπολίτευσης αποφασίσει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση – όπως έγινε πριν από λίγες ημέρες με το ζήτημα της προ ημερησίας.
Η επιλογή των λέξεων είναι συγκεκριμένη, γιατί και τα αριθμητικά δεδομένα του Κανονισμού της Βουλής απαιτούν συνεννόηση: για να μπορέσει να κατατεθεί πρόταση δυσπιστίας απαιτούνται 50 υπογραφές, τις οποίες η αξιωματική αντιπολίτευση μόνη της δεν συγκεντρώνει. Το ζήτημα της δυσπιστίας τέθηκε επί τάπητος και στις συζητήσεις της Κυριακής κατά τους κύκλους τηλεφωνημάτων μεταξύ των αρχηγών, αλλά και δημόσια από τον Αλέξη Χαρίτση την επόμενη ημέρα – τουλάχιστον η θετική διάθεση της Νέας Αριστεράς, δηλαδή, είναι δεδομένη, καθώς ο πρόεδρός της με χθεσινή του τοποθέτηση την επανέλαβε: «Οπως έχω πει από την πρώτη στιγμή, απαιτείται κλιμάκωση που θα οδηγήσει και σε πρόταση δυσπιστίας. Και αυτό είναι ευθύνη όλης της δημοκρατικής αντιπολίτευσης».