Yπάρχει κάποιος λόγος που ο θάνατος του Κώστα Σημίτη έχει προκαλέσει τόσο μεγάλη συγκίνηση. Και αυτός ο λόγος δεν είναι μόνο ότι έφυγε από τη ζωή ένας πρώην πρωθυπουργός. Ούτε ότι οι κυβερνήσεις των οποίων ηγήθηκε πέτυχαν πολύ σημαντικά πράγματα, όπως είναι η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, η άψογη οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων ή η πραγματοποίηση μεγάλων έργων. Ο λόγος που ο Σημίτης αναγνωρίζεται από φίλους και αντιπάλους – με λιγοστές εξαιρέσεις – έχει σχέση με την προσωπικότητα του ανδρός, την ανιδιοτέλειά του, τη σεμνότητά του, το ήθος του και το πάθος του. Ο Σημίτης δεν ήταν ένας απλός πολιτικός. Ηταν ένας οραματιστής, ένας διανοούμενος, ένας κοσμοπολίτης και ένας ευγενικός άνθρωπος.
Το ερώτημα τι θα είχε συμβεί αν ο Σημίτης δεν είχε νικήσει τον Ακη Τσοχατζόπουλο δύο φορές, έστω και δύσκολα, τον Ιανουάριο και τον Ιούνιο του 1996, δεν έχει να κάνει ασφαλώς μόνο με την πορεία του ΠΑΣΟΚ. Η μάχη εκείνη δεν ήταν μόνο μια αντιπαράθεση ανάμεσα στους «εκσυγχρονιστές» και τους «προεδρικούς». Ηταν μια αναμέτρηση ανάμεσα σε δύο οράματα για την Ελλάδα. Κέρδισε το όραμα που ήθελε τη χώρα όχι μόνο ανεξάρτητη και εθνικά υπερήφανη, αλλά και τόσο ισχυρή ώστε να δικαιολογείται αυτή η υπερηφάνεια. Μια χώρα που όχι μόνο ανήκει στην Ευρώπη, αλλά που ενστερνίζεται και τις ευρωπαϊκές αξίες.
Ο Σημίτης ήταν ιδεολόγος, αλλά και ρεαλιστής. Ηταν πεισματάρης, αλλά και διαλλακτικός. Επί των ημερών του η Ελλάδα έγινε μια καλύτερη χώρα, πιο φωτεινή και πιο αισιόδοξη. Αιωνία του η μνήμη.