Το χρέος του Πρωθυπουργού

Σύμφωνα με τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας συμπίπτει χρονικά με την επίσημη έναρξη της διαβούλευσης και των εργασιών για τη νέα Συνταγματική Αναθεώρηση.

Ο ίδιος κρατά στα χέρια του σύμφωνα με το Σύνταγμα τόσο την επιλογή του προσώπου του νέου Προέδρου όσο και τη μορφή και τη διαδικασία που θα πάρει η πρώτη φάση της Αναθεώρησης από τη σημερινή Βουλή που είναι και η κυριότερη για τις αλλαγές που θα γίνουν.

Οπως είναι φυσικό η στάση της Αντιπολίτευσης εξαρτάται από τα κριτήρια της επιλογής του προσώπου και τη διάθεση συναινετικών διαδικασιών στη διαμόρφωση των νέων συνταγματικών ρυθμίσεων.

Και τα δύο κορυφαία θέματα, φαινομενικά ανεξάρτητα μεταξύ τους, συνδέονται καταλυτικά με το πολιτικό κλίμα που θα διαμορφωθεί στη χώρα και τις εξελίξεις στον δύσκολο νέο χρόνο που μόλις έχουμε εισέλθει.

Για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τα πράγματα είναι πολύ καθαρά.

Στο πρόσωπό του οφείλει και πρέπει να εκφραστεί η ευρύτερη δυνατή συναίνεση και να αντιπροσωπευθεί η μέγιστη δυνατή πλειοψηφία των πολιτών. Εδώ υπάρχει η δοκιμασμένη πρακτική των προηγούμενων χρόνων.

Είναι κρίμα που ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης με την ανοχή ή την παρότρυνσή του άνοιξε το θέμα της ονοματολογίας με αποτέλεσμα μια άσκοπη και ατέρμονη παράθεση ονομάτων που υποβαθμίζουν τη διαδικασία και δεν σέβονται τη σημερινή Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Αλλά και ένα μέρος της ελάσσονος Αντιπολίτευσης έσπευσε να δώσει στην εκλογή λαϊκομετωπικά χαρακτηριστικά προβάλλοντας άκαιρα ονόματα.

Το ΠΑΣΟΚ και ο Ν. Ανδρουλάκης εξαρχής τοποθετήθηκαν θεσμικά για τα κριτήρια χωρίς να μπουν στον πειρασμό μιας άσκοπης ονοματολογίας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά την Αναθεώρηση του 2001 που ουσιαστικά εκσυγχρόνισε το συνταγματικό πλαίσιο με την ευρωπαϊκή θέση της χώρας και τις νέες συνθήκες, οι δύο που ακολούθησαν το 2008 και το 2019 παρήλθαν χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Η πρώτη έμεινε στην κατάργηση του ασυμβίβαστου των βουλευτών και η δεύτερη σε δευτερεύουσας σημασίας ρυθμίσεις εκτός βέβαια από την αλλαγή στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και την ψήφο των αποδήμων.

Αυτή τη φορά η αναθεωρητική διαδικασία δεν πρέπει να μείνει αναξιοποίητη με μόνη παρέμβαση, ίσως, στο άρθρο 16 για τα Πανεπιστήμια που σήμερα κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο.

Το πολιτικό σύστημα στη χώρα μας βιώνει πολύχρονη κρίση αντιπροσώπευσης.

Ο δείκτης κινητοποίησης των πολιτών είναι πολύ μικρός και η συμμετοχή τους στις εκλογικές διαδικασίες μειώνεται δραματικά φθάνοντας σχεδόν στο 40%. Αυτό από μόνο του συνιστά πρόβλημα.

Το ΠΑΣΟΚ θέτει επιτακτικά εδώ και καιρό ζήτημα δημοκρατίας και επάρκειας των θεσμών με κομβικά σημεία τα ατομικά δικαιώματα, την ανεξαρτησία των εξουσιών ιδίως της Δικαιοσύνης, την αναβάθμιση των θεσμικών αντίβαρων όπως είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές, την ευρύτερη θεσμική θωράκιση της δημοκρατίας και των αντιπροσωπευτικών θεσμών.

Για να μην ξεχνάμε τα θέματα διαφάνειας «πολιτικού χρήματος» που είναι πάντα στην ημερήσια διάταξη.

Θα ήταν θετική εξέλιξη αν ο Πρωθυπουργός που έχει την πρωτοβουλία μπορούσε να θεωρήσει και τις δύο θεσμικές διαδικασίες αφορμή για τη διαμόρφωση κλίματος συναίνεσης, ουσιαστικής και σε βάθος συζήτησης για το Σύνταγμα και να εγκαινιάσει μια νέα περίοδο στη δημόσια ζωή για τη χώρα.

Δυστυχώς η μέχρι τώρα πρακτική του δείχνει να είναι πολύ μακριά από αυτή την ανάγκη καθώς ο τρόπος που κυβερνά, η πολιτική του στις Ανεξάρτητες Αρχές, η αντιμετώπιση των υποκλοπών και των θεμάτων διαφάνειας δεν προοιωνίζονται μια τέτοια υπέρβαση.

Το ΠΑΣΟΚ ως Αξιωματική Αντιπολίτευση και εδώ θα συνεισφέρει και θα παλέψει τις απόψεις και τις προτάσεις του ούτως ώστε να μη χαθεί η ιστορική ευκαιρία και να προετοιμάσει, στο μέτρο του δυνατού, τον δρόμο για την επόμενη κυβέρνηση που θα επικυρώσει τη Συνταγματική Αναθεώρηση. Μια κυβέρνηση στην οποία ευελπιστεί να έχει τον καθοριστικό ρόλο.

Ο Κώστας Σκανδαλίδης είναι πρώην υπουργός