Πριν από κάποιες δεκαετίες σε ραφτάδικα και ξυλουργεία έβλεπες συχνά την ταμπέλα: «Μέτρα δύο φορές, κόψε μία». Η φράση πρακτικά σήμαινε σκέψου πριν ενεργήσεις, σχεδίασε και προετοιμάσου προσεκτικά και με διεξοδικό τρόπο. Ηταν η υπενθύμιση πως αν η πρώτη απόπειρα δεν είναι σωστή, υπάρχει κόστος στην επανάληψη. Απευθυνόταν κυρίως στους βοηθούς και στα ραφτόπουλα, καθώς ο πρωτομάστορας εμπιστευόταν την πείρα του και προχωρούσε ακάθεκτος.
Κάπως έτσι νομίζω πορεύτηκε και ο Πρωθυπουργός, αγνοώντας τη βασική συμβουλή, πριν αποφασίσει και πρότεινε τελικά τον κ. Κ. Τασούλα για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Με την οίηση που του προσδίδει η πολιτική ρευστότητα της εποχής θεώρησε ότι μπορεί να απευθύνεται στον ελληνικό λαό ως άλλος σοφιστής λέγοντας πως ευρύτερη αποδοχή δεν σημαίνει αναγκαστικά πρόταση πέραν της κυβερνητικής πλειοψηφίας ή ότι ο αρχηγός του κράτους αποτελεί το σύμβολο του έθνους και έτσι η πολιτική του αφετηρία έχει μικρότερη σημασία.
Στο σημείο αυτό ίσως θα πρέπει να αναλογιστούμε τα γεγονότα του τελευταίου εξαμήνου και πώς άνοιξε η συζήτηση για την εκλογή ΠτΔ. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών προκάλεσε περισσότερη πολιτική κινητικότητα από ό,τι περιμέναμε. Αποκαθήλωσε τη ΝΔ από τη θέση του κυρίαρχου κόμματος και έθεσε την παντοδυναμία της σε αμφισβήτηση, γεγονός το οποίο ένιωσαν οι βουλευτές της ΝΔ και έβαλαν όρους στον Πρωθυπουργό. Σε επίπεδο συμβολισμού και για δικούς τους λόγους διεμήνυσαν στον κ. Μητσοτάκη ότι η πρώτη συντεταγμένη πράξη μη συναίνεσης θα προκύψει στο ενδεχόμενο ανανέωσης της θητείας της κ. Σακελλαροπούλου. Εκτοτε, με την ανοχή Μαξίμου, εκτυλίχθηκε ένας δημόσιος διάλογος – ονοματολογία για την εκλογή ΠτΔ, που αναπαρήγε πολιτικά στερεότυπα χωρίς να εγκύπτει στην ουσία. Δεν έγινε καμία συζήτηση για τον ρόλο του ΠτΔ, για την ουσιαστική προσέγγιση των αρμοδιοτήτων του και για την αποστολή του να εγγυάται το πολίτευμα. Δεν περιεγράφηκε το ενδεχόμενο ενίσχυσης (στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση) ή και προσαρμογής του ρόλου του Προέδρου στα σύγχρονα πολιτικά δεδομένα, αντιθέτως αναλωθήκαμε στην ονοματολογία.
Σε αυτό το κλίμα καταλήξαμε στην αποκαθήλωση μιας ακόμη πρακτικής της Μεταπολίτευσης, που ήθελε τους πρωθυπουργούς να υπερβαίνουν τον πολιτικό τους χώρο και μεγάθυμα να προτείνουν για Πρόεδρο μια προσωπικότητα από την άλλη όχθη του πολιτικού φάσματος για τη διατήρηση πολιτικών ισορροπιών.
Επί της αρχής πιστεύω ότι ο ΠτΔ πρέπει να είναι πολιτικός, να εμπνέει εμπιστοσύνη στους πολίτες, να είναι κοσμοπολίτης και όχι κοσμοκαλόγερος, να έχει διεθνή εμπειρία και να μπορεί να υπερβεί τις προσδοκίες του έθνους.
Επί του πρακτέου τα τελευταία χρόνια δυσκολεύομαι να κατανοήσω το περιεχόμενο της εξωστρέφειας του ΠτΔ, πρέπει να παρίσταται σε παρελάσεις και θεατρικές πρεμιέρες, να αναδεικνύει τα φιλόξενα αισθήματά μας προς ξένες προσωπικότητες ή μήπως να βοηθά στην εμπέδωση των θεσμών και της δημοκρατίας στην κοινωνία.
Δεν αμφισβητώ την πολιτική εμπειρία και τον πολιτισμό του κ. Τασούλα, ούτε την πρόθεσή του να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, το έχει άλλωστε αποδείξει στο παρελθόν ως υπουργός Πολιτισμού όταν απορρόφησε τα διεθνή φώτα της δημοσιότητας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα πλάι στην κ. Αμάλ Αλαμουντίν, απλώς προβληματίζομαι από τη στάση του Πρωθυπουργού να εκδηλώνεται εσωστρεφώς σε μια εκλογή που έδινε την ευκαιρία για υπέρβαση.
Η Μαρία Καρακλιούμη είναι πολιτική αναλύτρια, Netrino Advisory