
Λίγο μετά το πραξικόπημα Γιαρουζέλσκι στην Πολωνία το 1981 ο γραμματέας του Ιταλικού Κομουνιστικού κόμματος Ενρίκο Μπερλινγκουέρ θα κάνει μία εμβληματική δήλωση: «Η προωθητική δύναμη της Οκτωβριανής Επανάστασης έχει εξαντληθεί». Στην ουσία ο Μπερλινγκουέρ μιλούσε για την παρακμή του κομμουνιστικού οράματος. Πολύ φοβάμαι ότι αν ζούσε σήμερα ο άνθρωπος που πρωτοστάτησε με τον ευρωκομμουνισμό για την ευρωπαϊκή πολιτική της Αριστεράς θα έλεγε: «Η προωθητική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει εξαντληθεί». Πράγματι εδώ και πολύ καιρό το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ταυτίζεται περισσότερο με μια στεγνή οικονομική σχέση μόνο με το κοινό νόμισμα και την πλούσια γραφειοκρατία. Είναι αυτό που ονομάζουμε οικονομικές και πολιτικές ελίτ αποκομμένες από την πραγματική κοινωνία.
Ο Μπερλινγκουέρ και ο ευρωκομμουνισμός ήταν μια προσπάθεια στην εποχή τους για μια ανεξάρτητη γραμμή της κομμουνιστικής Αριστεράς τόσο από τα σχέδια του ΝΑΤΟ όσο και από τις δεσμεύσεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Η προσπάθεια αυτή κινήθηκε από τα μέσα του ’60 και ολοκλήρωσε τον κύκλο της στα τέλη του ’80. Οπως εύστοχα έγραψε στο βιβλίο του ο Θ. Γιαλκέτσης: «Το ευρωκομμουνιστικό εγχείρημα δεν ήταν απαλλαγμένο από αντιφάσεις και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Η πλήρης υιοθέτηση της δημοκρατικής μεθόδου – επομένως του δρόμου των μεταρρυθμίσεων – συνεπαγόταν ρήξη με τη συνέχεια της λενινιστικής θεωρίας και στρατηγικής και ανομολόγητη επανασύνδεση με τις θέσεις της ιστορικής Σοσιαλδημοκρατίας» (Περιπλανήσεις στην επικράτεια των ιδεών – εκδόσεις Πόλις). Ο Μπερλινγκουέρ και το ΙΚΚ κινήθηκαν με τρεις βασικές αρχές. Την επιμονή στον δημοκρατικό πλουραλισμό, την ανάγκη μεγάλων συμβιβασμών και το ισχυρό ταξικό πρόσημο ως αφετηρία των πολιτικών ιδεών. Η Ευρώπη εκείνη την εποχή είναι οικονομικά ισχυρή και ελκυστική. Στηρίζεται στη «χρυσή τριακονταετία» με το κοινωνικό κράτος και το υψηλό επίπεδο δημοκρατικών δικαιωμάτων. Με τη σφραγίδα της Σοσιαλδημοκρατίας αλλά και με τα λαϊκές ευαισθησίες της Χριστιανοδημοκρατίας. Τώρα πια τίποτα από αυτά δεν υπάρχει. Στην πατρίδα του Μπερλινγκουέρ μάλιστα κυριαρχεί η ακραία συντηρητική Δεξιά της Μελόνι. Η Ευρώπη της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επιβιώνει σαν κομπάρσος ανάμεσα στον ανταγωνισμό των ΗΠΑ, της Ρωσίας και τώρα πια της Κίνας. Οι χειρισμοί στις δυο μεγάλες πολεμικές περιπέτειες στην Ουκρανία και στην Παλαιστίνη είναι παραδείγματα προς αποφυγή. Φυσικά έχει πια αλλάξει ριζικά ο κόσμος από την εποχή του ’70 και του ’80. Χρειάζεται μια νέα θεώρηση των πραγμάτων. Στις μέρες μας κυριαρχεί η ασυδοσία του καπιταλισμού με την απόδραση των κυρίαρχων τάξεων από το δημόσιο και το εθνικό συμφέρον προς τις μεγάλες παγκόσμιες μητροπόλεις των offshore εταιρειών και των κέντρων του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Κυριαρχούν οι κίνδυνοι, όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος Ρομπέρ Βουαγιέ από τον «Καπιταλισμό της πλατφόρμας» GAFAM (Google, Amazon, Facebook, Apple, Microsoft) χωρίς φορολογικά όρια και με αυξανομένη επιρροή σε υπερεθνικό επίπεδο παράλληλα με τις ολοκληρωτικές τάσεις που παράγει η «κοινωνία της επιτήρησης». Αν προσθέσουμε και τα τεράστια ζητήματα που προκύπτουν από τις ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές, ουσιαστικά μιλάμε για ένα ριζικά διαφορετικό τοπίο. Η κατάσταση αυτή προκαλεί μεγάλες κοινωνικές αμφισβητήσεις. Η κοινωνική διαμαρτυρία, η αποστροφή στην ανικανότητα των πολιτικών ηγετών, η αίσθηση μειωμένων προσδοκιών συγκροτούν μια ριζοσπαστικοποίηση η οποία αν το 1968 οδηγούσε σε αριστερές και δημοκρατικές εξάρσεις τώρα οδηγεί σε συντηρητικές και αντιπολιτικές. Ωστόσο παραμένουν εκδοχές ριζοσπαστικοποίησης με κοινωνικά αίτια. Ειδικά από τις αδικημένες λαϊκές τάξεις και από τους outsiders της παγκοσμιοποίησης. Για να ξαναγυρίσουμε στον Μπερλινγκουέρ ας κρατήσουμε ότι το ΙΚΚ παρά τις προσπάθειες για τον ιστορικό συμβιβασμό με την άλλη πλευρά της πολιτικής ζωής στην Ιταλία, δεν έχανε τα κοινωνικά του αντανακλαστικά που το έφτασαν στο 35%. Είναι χαρακτηριστικό πως στον απόηχο των εξεγέρσεων του 1968 και μετά τις νεανικές εξεγέρσεις στην Ιταλία το 1977 στη συζήτηση στην ΚΕ του ΙΚΚ τα στελέχη του σημείωναν με νόημα: «Η εξέγερση γεννιέται από το κενό του μέλλοντος, με τη θέληση να κερδίσει κάνει ό,τι μπορεί σήμερα. Από το αίσθημα της περιθωριοποίησης που οδηγεί στη δυσπιστία απέναντι στις οργανωμένες μορφές δημοκρατίας. Εμείς οι κομμουνιστές δεν θεωρούμαστε φορείς μια νέας κοινωνίας αλλά συνδιαχειριστές της σημερινής τάξης πραγμάτων» (Φερνάντο Κλαουντίν «Ευρωκομμουνισμός και Σοσιαλισμός» – εκδόσεις Μπουκουμάνης). Θα έλεγα απολύτως επίκαιρες επισημάνσεις για την Ευρώπη και την Ελλάδα.
Σήμερα αφορούν τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες. Που οφείλουν να ξεφύγουν από τον λήθαργο. Να μελετήσουν τα θετικά στοιχεία από το ισπανικό παράδειγμα του Σάντσεθ και να αποφύγουν το γερμανικό παράδειγμα του Σολτς. Να πάρουν πρωτοβουλίες για την ανασυγκρότηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος με οικονομικές επιλογές σύγκλισης και αλληλεγγύης, με κοινή μεταναστευτική πολιτική και άμυνα, με οριοθέτηση από ΗΠΑ και Ρωσία, με αναπτυξιακές κατευθύνσεις που δεν έχουν στο περιθώριο τις αναδιανεμητικές προτεραιότητες. Με απλά λόγια πολιτικές για τους πολίτες και όχι για την κερδοσκοπία.
Σε αυτή τη λογική χρειάζεται να θυμηθούμε το πείραμα του Μπερλινγκουέρ και του Αλντο Μόρο για τον ιστορικό συμβιβασμό. Δηλαδή για ένα κοινωνικό συμβόλαιο που προσπάθησαν στην Ιταλία και που είχε πετύχει ήδη σε πολλές χώρες με την κινητικότητα των σοσιαλδημοκρατών. Το πείραμα με τον Μόρο τελείωσε με τη δολοφονία του από την αριστερίστικη τρομοκρατία που αξιοποίησαν όσοι δεν ήθελαν από τα δεξιά το κοινωνικό συμβόλαιο. Και τώρα η ίδια ανάγκη υπάρχει στο μεγάλο ευρωπαϊκό πεδίο. Μία καθαρή πολιτική συμφωνία ανάμεσα στα μεγάλα και ιστορικά διαφορετικά κοινοβουλευτικά ιδεολογικά ρεύματα (Λαϊκό Κόμμα – Σοσιαλιστές) για τις προτεραιότητες προς την πολιτική έναντι της οικονομίας, προς τη δημοκρατία έναντι του αυταρχισμού. Αυτή πρέπει να είναι η βάση της συμφωνίας. Αυτή θα μας μετακινήσει από τη σημερινή εικόνα της παρακμής. Είναι εφικτό; Ο πνευματικός πατέρας του Μπερλινγκουέρ, ο Αντόνιο Γκράμσι, χρησιμοποιούσε την έκφραση «από την απαισιοδοξία της νόησης στην αισιοδοξία της βούλησης». Δεν ξέρω αν επαληθεύεται. Αξίζει όμως η προσπάθεια.